Άλυτη - ταινιες || cinemagazine.gr

Άλυτη

Entwined

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2019
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ελλάδα, Ην. Βασίλειο
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μίνως Νικολακάκης
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Τζον Ντε Χόλαντ, Μίνως Νικολακάκης
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Αναστασία-Ραφαέλα Κονίδη, Προμηθέας Αλειφερόπουλος
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Θόδωρος Μιχόπουλος
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Σωτήρης Δεμπόνος
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 89'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Neo Films
    Άλυτη

Αξιοσημείωτη ελληνική προσπάθεια ταινίας-είδους στον φολκλορικό τρόμο, που ισορροπεί το δημώδες με το φεστιβαλικώς διανοούμενο και σε κερδίζει όσο προχωρά παρά τις τυπικές εγχώριες αδυναμίες και τις ασαφείς ιδεολογικές προεκτάσεις.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Ένας νεαρός γιατρός καταφθάνει σε ένα απομακρυσμένο χωριό του Πάρνωνα. Στο πλήρως αφιλόξενο, σε ανθρώπους, τεχνολογία και ορθολογική σκέψη, χωριό, ο γιατρός προσκρούει στην σιωπή και τις αινιγματικές παραινέσεις μιας γερόντισσας, όταν ανακαλύπτει ένα χαμόσπιτο στο δάσος με μια νεαρή γυναίκα, πάσχουσα από μια σπάνια δερματική ασθένεια, κι έναν μυστηριώδη γέρο. Όμως κάτι τον ελκύει αμετάκλητα προς το σπίτι και μια παράξενη σχέση ξεκινά.

Οι ελληνικές ταινίες, σχεδόν στο σύνολό τους (όπως, περιέργως, και οι ελληνικές μουσικές παραγωγές θα λέγαμε σε μια άλλη συζήτηση), χαρακτηρίζονται από συγκεκριμένα ελαττώματα που διακρίνεις περίπου με το καλημέρα. Μοιάζει, για παράδειγμα, σαν το πρόβλημα του Κολόμβου το γιατί οι Έλληνες ηθοποιοί μοιάζουν να αδυνατούν να προφέρουν με αυθεντικότητα τις προτάσεις τους. Φταίει η γραφή των διαλόγων, φταίει κάποιο κενό διδαχής κινηματογραφικής ερμηνείας, φταίει η διεύθυνση των ηθοποιών, φταίνε κάποιες καλλιτεχνικές προθέσεις που δεν συνδιαλέγονται έγκυρα μέσα στο έργο; Το ερώτημα, που απασχολεί σαφώς την διαλογική πλευρά του έργου, παραμένει.

Προβληματική και μια σειρά επιλογών: Ο δημοτικός «χωριάτικος» λόγος της «Δανάης», που εκφέρεται θεατρικά, αντιμετωπίζεται διαλογικά υποτυπωδώς και δραματουργικά αόρατα, ενώ λειτουργεί τελικά ατυχώς μπρεχτικά (είναι λάθος η αποστασιοποίηση σε φολκλορική διήγηση και δη «τρόμου»), η υπανάπτυκτη σχέση του ετεροθαλούς αδελφού, ο (επιδεικτικά σιωπηλός) «χορός» του χωριού που χάνεται για μεγάλο μέρος του έργου, η απουσία κορυφώσεων στον βωμό της αφαίρεσης, είναι μερικές.

Η «Άλυτη» ξανοίγεται σε συναρπαστικά νερά που μια εθνική κινηματογραφία οφείλει

Ωστόσο ο υπογράφων αγαπά, σέβεται και τιμά ιδιαίτερα την προσπάθεια πίσω από την δημιουργία ενός έργου, προσπάθεια εντελώς μεγαλύτερη από αυτήν που απαιτείται για μια τρέχουσα κριτική. Και θεωρώ πως ο κριτικός στην γραφή του οφείλει ό,τι αναφέρει να μην είναι τίποτα λιγότερο από εκείνο που θα κουβέντιαζε ανοιχτά και κατά πρόσωπο με τον δημιουργό. Πέρα λοιπόν από τις αμφιλεγόμενες, σε μεγάλο μέρος τους τουλάχιστον, ερμηνείες (του πρωταγωνιστικού διδύμου, που έχουν κεντρική σημασία ιδίως), η «Άλυτη» ξανοίγεται σε συναρπαστικά νερά που μια εθνική κινηματογραφία οφείλει. Τουτέστιν την αναφορά και χρήση εθνικών, λαϊκών ιστοριών (μύθων, δοξασιών, θρύλων, νοοτροπίας δηλαδή) για την δημιουργία ενός τοπικά έγχρωμου σεναριακού κορμού. Από εκεί και μετά βλέπουμε.

Στο ντεμπούτο του ο Νικολακάκης, βασισμένος σε μια ιδέα δική του και του Τζον Ντε Χόλαντ, παίρνει κυριολεκτικά τα ελληνικά βουνά, με τα δέντρα, τον αέρα, τη γη και τα νερά τους, αναμοχλεύει τη μυθολογία και φτιάχνει μια σύγχρονη/άχρονη Δρυάδα (η «Δανάη» της Αναστασίας-Ραφαέλας Κονίδη), μια Κίρκη και Σειρήνα μαζί, που «καταναλώνει» τους άνδρες της. Η ιδέα είναι εξωφρενικά ενδιαφέρουσα, διαχρονική αλλά κι επίκαιρη. Είναι όμως και ασαφής. Ασάφεια που ευνοεί το μυστήριο πάνω στην ένταση της σχέσης ορθολογισμού/φύσης, όμως αφήνει το έργο δραματουργικά στάσιμο και ιδεολογικά…άλυτο. Πράγμα προφανώς στις προθέσεις του δημιουργού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η θέαση της Γυναίκας στο έργο (φεμινιστική ή «μισογύνικη») δεν φέρνει μια, έστω ενδιαφέρουσα, δημιουργική ασάφεια.

Από το φινάλε, την δρυϊδική υπόσταση της ηρωίδας, το art-house μοντάζ (που αποκαλύπτει έξυπνα την πλοκή) και την φυσιολατρικής μέθεξης ατμόσφαιρα, συν μερικές ωραίες ιδέες (ο αποπροσανατολισμός στο δάσος και η φωτιά στο τζάκι, ας πούμε), η «Άλυτη» έρχεται από την χώρα των λαϊκών δοξασιών, της δεισιδαιμονίας, της μήτρας ιστοριών που στον χρόνο γέννησαν τους θρύλους. Από μέσα της αναφύονται ήχοι και φωνές μιας άλλης Ελλάδας, νευραλγικής για το σινεμά μας (και όχι μόνο), ενώ στην πραγματεία της συναντάται η αμφισβήτηση του σκληρυμένου «επιστημονικού» λόγου που περιφρονεί (διότι αγνοεί) την φυσική αλήθεια για χάρη της χημικής (του) πραγματικότητας.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Άλυτη
  • Άλυτη