58ο ΦΚΘ: «Love me Not», όχι αγάπη για την καινούργια ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά - cinemagazine.gr
21:15
5/11

58ο ΦΚΘ: «Love me Not», όχι αγάπη για την καινούργια ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά

Τέσσερα χρόνια μετά το πολυσυζητημένο «Miss Violence» ο Αλέξανδρος Αβρανάς επιστρέφει εξερευνώντας και πάλι σύγχρονες εκδηλώσεις βίας και ανθρώπινης απόγνωσης σε μια βλοσυρή ιστορία που ξεκινά ως ψυχόδραμα, εξελίσσεται σε θρίλερ ανατροπών και καταλήγει σε torture porn.

Από τον Λουκά Κατσίκα

Ένα περίτεχνο παιχνίδι με τις προσδοκίες του θεατή, το οποίο γρήγορα βαδίζει σε ολοένα και πιο ενοχλητικά μονοπάτια: Αυτό είναι επί της ουσίας το «Love me Not» και θα ήταν άδικο να εισχωρήσει κάποιος λεπτομερώς στην πλοκή του από φόβο μήπως στερήσει στο κοινό την ευκαιρία να ανακαλύψει μόνο του τις ανατροπές που του επιφυλάσσει ο σκηνοθέτης, στηριζόμενος εν μέρει (όπως δήλωσε ο ίδιος) σε ένα αληθινό περιστατικό το οποίο συνέβη πριν από μερικά χρόνια στην Ελλάδα.

Αυτό που μπορεί να ειπωθεί με ασφάλεια, είναι το εξής: Στο ξεκίνημα της ταινίας ένα εύπορο ζευγάρι (Ελένη Ρουσινού και Χρήστος Λούλης), το οποίο δεν μπορεί να τεκνοποιήσει αλλά επιθυμεί διακαώς να αποκτήσει ένα παιδί, έρχεται σε επαφή με μια νεαρή μετανάστρια (Σελεστίν Αποσπορίς) η οποία δέχεται να χρησιμεύσει ως παρένθετη μητέρα έναντι αδρής αμοιβής. Το ζεύγος θα την ανταμείψει γενναιόδωρα, θα την φιλοξενήσει στην πολυτελή βίλα του, θα φροντίσει να μην της λείψει τίποτα, θα της συμπαρασταθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Πολύ σύντομα, όμως, ένα τραγικό συμβάν θα αλλάξει ριζικά τα πράγματα και μαζί τους όσα γνωρίζαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή για την ιστορία που βλέπουμε.

Είναι άκρως συζητήσιμη η αντίληψη με την οποία ο Αλέξανδρος Αβρανάς μετατρέπει τον ανθρώπινο πόνο και εξαθλίωση σε αισθητική

Ταλαντούχος χωρίς αμφιβολία, ο Αλέξανδρος Αβρανάς χτίζει το πρώτο αυτό μέρος της ταινίας του με ιδιαίτερη προσοχή και πονηριά. Προδίδει ελάχιστες λεπτομέρειες για τους ήρωες και τα κίνητρά τους, δημιουργεί ένα κλίμα ανασφάλειας και αόριστου ζόφου μέσα από τις αφηγηματικές ελλείψεις και την ασφυκτικά πειθαρχημένη πλανοθεσία του και λειτουργεί αποπροσανατολιστικά, αφήνοντας το κοινό του να πιστέψει ότι θα παρακολουθήσει ένα κλινικό οικογενειακό δράμα πάνω στις εύθραυστες ισορροπίες που πιθανόν έρχεται να διαταράξει ο ερχομός ενός τρίτου προσώπου στην κλειστή ζωή και σχέση δύο ανθρώπων.

Σε εκείνο το σημείο, ωστόσο, ο Αβρανάς αλλάζει απότομα κατεύθυνση και σπρώχνει την ταινία του στο είδος του θρίλερ, εισάγοντας ένα στοιχείο αστυνομικής ίντριγκας το οποίο (χωρίς να προδίδουμε κάτι) φέρνει έντονα στο μυαλό κλασικά φιλμ νουάρ όπως το «Με Διπλή Ταυτότητα» του Μπίλι Γουάιλντερ και την «Έξαψη» του Λορενς Κάσνταν, αλλά και τις σαρδόνιες ηθικές παραβολές του Κλοντ Σαμπρόλ περί εγκλήματος και τιμωρίας, χωρίς όμως την πανταχού παρούσα κριτική που ασκούσε ο Γάλλος σκηνοθέτης στους ταξικά οριοθετημένους ήρωές του και την εφησυχασμένη επαρχιακή τους πραγματικότητα.

Εδώ, οι απελπισμένες πράξεις στις οποίες καταφεύγουν οι πρωταγωνιστές προδίδουν πολύ απλά έναν κόσμο σε γενικότερη κρίση (το αν ονομάζεται Ελλάδα ή όχι έχει ελάχιστη σημασία, ευτυχώς) στον οποίο οποιαδήποτε παραβατικότητα είναι δυνατόν να συμβεί χωρίς ιδιαίτερη περίσκεψη. Φαίνεται όμως ότι τον Αβρανά απασχολεί λιγότερο το πώς θα συντάξει ένα κοινωνικό σχόλιο (και, αλίμονο, κανείς δε μπορεί να τον κατηγορήσει γι΄αυτό), ή θα αναπτύξει ένα βαθύτερο σκεπτικό πάνω στην παθολογία της βίας, και περισσότερο το πώς θα κατορθώσει τον με κάθε τρόπο εντυπωσιασμό, είτε φιλμάροντας τα πάντα με άκρατο στυλιζάρισμα και μικροσκοπική ακρίβεια είτε κορυφώνοντας σταδιακά την ταινία σε μια επίδειξη σκληρότητας και απανθρωπιάς χωρίς ιδιαίτερο λόγο ύπαρξης, πέραν ίσως του να προκαλέσει.

Και προκαλεί το «Love me Not», πότε με τις αναληθοφάνειες και τις σεναριακές αφέλειές του, πότε με τις ενίοτε πομπώδεις και υπερβολικά θεατρικές ερμηνείες (κάτι για το οποίο υποψιάζομαι ότι δεν φταίνε οι ηθοποιοί αλλά οι οδηγίες που έλαβαν), πότε με μια σκηνοθετική επιδειξιομανία, πολύ συγκεκριμένης και εύκολα αναγνωρίσιμης πλέον αισθητικής, η οποία τείνει να γίνει μανιέρα και αυτοσκοπός. Αν κάτι με ενόχλησε περισσότερο στην ταινία, ωστόσο, αυτό ήταν η πλήρης αδιαφορία του Αβρανά για τους ήρωές του, η συνενοχή του στο σαδιστικό παιχνίδι εξευτελισμών που υφίσταται από ένα σημείο και έπειτα ένας από αυτούς και η συζητήσιμη αντίληψη με την οποία μετατρέπει τον ανθρώπινο πόνο και εξαθλίωση σε αισθητική. Γιατί, όπως ακριβώς συνέβη στο «Miss Violence», έτσι κι εδώ ο Αβρανάς χρησιμοποιεί εύκολες τακτικές σοκ για να κυνηγήσει εντυπώσεις. Το ότι εκπληρώνει τον σκοπό του, δεν δίνει και στην ταινία του αξία.

Διαβάστε ακόμη:
58ο ΦΚΘ: «Love me Not», όχι αγάπη για την καινούργια ταινία του Αλέξανδρου Αβρανά
58ο ΦΚΘ: «Του Θεού Η Χώρα» του Φράνσις Λι ιχνηλατεί τη γεωγραφία της καρδιάς
58ο ΦΚΘ: Η Νταϊάν Κρούγκερ βυθίζεται στην ρεβανσιστική δίνη του «In the Fade»
58ο ΦΚΘ: Το «Ana, Mon Amour» είναι μια σπουδαία, μπεργκμανική ενδοσκόπηση στα ψυχοσυναισθηματικά αδιέξοδα
58ο ΦΚΘ: Ο Βασίλης Ραΐσης διηγείται «Ιστορίες Χωρίς Χρόνο»
58ο ΦΚΘ: Υποκύπτοντας στη γοητεία του «Η Ψυχή και το Σώμα»

58ο ΦΚΘ: Αλεξάντερ Πέιν, Ζαν Μαρκ Μπαρ και Virtual Reality στη Θεσσαλονίκη
58o ΦΚΘ: Πρεμιέρα για το «Τελευταίο Σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη
58ο ΦΚΘ: Οι αφίσες του φετινού φεστιβάλ και οι ταινίες του Διεθνούς Διαγωνιστικού προγράμματος
58ο ΦΚΘ: Οι ελληνικές ταινίες στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
58o ΦΚΘ: Carte Blanche στον Ευθύμη Φιλίππου με 10 αγαπημένες ταινίες του
58ο ΦΚΘ: Ο Ρούμπεν Έστλουντ έρχεται στη Θεσσαλονίκη