[Κριτική] Ο Μπόρατ ξαναχτυπά, την ώρα που τον είχαμε περισσότερο ανάγκη - cinemagazine.gr
15:15
27/10

[Κριτική] Ο Μπόρατ ξαναχτυπά, την ώρα που τον είχαμε περισσότερο ανάγκη

Ο Σάσα Μπάρον Κοέν επαναφέρει την λατρεμένη περσόνα του Καζάκου δημοσιογράφου για ένα νέο κωμικό τρομοκρατικό χτύπημα στις ΗΠΑ με στόχο να μην αφήσει τίποτα όρθιο.

Από τον Νεκτάριο Σάκκα

Ίσως ο πολυτιμότερος κωμικός αιχμής που έχουμε αυτή τη στιγμή, ο Σάσα Μπάρον Κοέν, επιστρέφει αιφνιδιαστικά εν μέσω πανδημίας, συγκεκριμένα διαδικτυακά μέσα από την πλατφόρμα του Amazon Prime, με ένα σίκουελ του «Μπόρατ». Του περίφημου ψευδοντοκιμαντέρ με το οποίο είχε επιτεθεί παντοιοτρόπως στην αίσθηση υπεροχής των Αμερικανών, καθιστώντας τον Καζάκο δημοσιογράφο με το χαρακτηριστικό μουστάκι έναν instant classic κινηματογραφικό προφήτη μιας εποχής που δεν είχε ιδέα πόσο ανάγκη τον είχε μέχρι τη στιγμή που εκείνος αποφάσισε να εμφανιστεί.

Με το «Borat Subsequent Moviefilm» ο σπουδαίος Άγγλος κωμικός υποδύεται ξανά την πλέον αναγνωρίσιμη περσόνα του σε έναν κόσμο που έχει αλλάξει σημαντικά από το 2006, όταν είχε κυκλοφορήσει η πρώτη ταινία. Αυτό το στοιχείο της αναγνωρισιμότητας αποτέλεσε προφανώς τροχοπέδη για τον ίδιο τον Κοέν ώστε να στήσει απαρατήρητος ανάλογες φάρσες, γεγονός με το οποίο αστειεύεται και εδώ, όταν οι περαστικοί τον αναγνωρίζουν ζητώντας του αυτόγραφα. Όμως το «Borat Subsequent Moviefilm» ελάχιστη σχέση έχει με την αυτοαναφορικότητα. Στον καιρό του Τραμπ, της πανδημίας, της άνθησης των θεωριών συνωμοσίας, του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας, του Black Lives Matter και του MeToo, προτεραιότητα έχει μια πολύπλευρη ατζέντα, επίκαιρη στο βαθμό του κατεπείγοντος.

Ο Μπόρατ αποφάσισε να επιστρέψει την πιο κατάλληλη στιγμή

Η εισαγωγή του σίκουελ θέλει τον Μπόρατ Σαγκτζίγιεφ εξόριστο και ατιμασμένο από τους συμπατριώτες του για τον τρόπο με τον οποίο τους παρουσίασε στον έξω κόσμο κατά την πρώτη του αποστολή στις ΗΠΑ. Υπάρχει όμως πάντα και ο δρόμος της εξιλέωσης: ο πρωθυπουργός του Καζακστάν αποφασίζει να τον ξαναστείλει στην Αμερική, με την προϋπόθεση να παραδώσει στον Αμερικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς ένα προσωπικό δώρο, προκειμένου να ανυψώσει την παρεξηγημένη τους χώρα στη διεθνή σκακιέρα και ειδικά στα μάτια του μεγάλου ηγέτη (Μακ)Ντόναλντ Τραμπ. Αυτό δηλαδή που εν ολίγοις περιγράφει και ο πλήρης τίτλος της ταινίας, «Borat Subsequent Moviefilm: Delivery of Prodigious Bribe to American Regime for Make Benefit Once Glorious Nation of Kazakhstan».

Πάνω σε αυτή τη βάση εξελίσσεται η νέα ινκόγκνιτο εκστρατεία του Μπόρατ στις ΗΠΑ, στην οποία κεντρικό ρόλο διαδραματίζουν μία σειρά από φάρσες-παγίδες στις οποίες πέφτουν ανυποψίαστοι Αμερικανοί - από influencer του instagram μέχρι πάστορες σε γυναικολογική κλινική - βγάζοντας από μέσα τους το πλέον οπισθοδρομικό, ρατσιστικό, πατριαρχικό και εν τέλει αποκρουστικό πρόσωπο του λεγόμενου πολιτισμένου δυτικού κόσμου. Με τη σημαντική σημείωση της καταλυτικής παρουσίας της Μαρία Μπακάλοβα στο πλευρό του Κοέν, της Βουλγάρας ηθοποιού που υποδύεται την 15χρονη κόρη του Μπόρατ και η οποία από άβουλο «δώρο» προς τέρψιν κάποιου ισχυρού ανδρός θα βρει τη δική της φωνή - και μαζί έναν πατέρα που την αγαπά και τη σέβεται.

Ο ρόλος της Τούταρ, της κοπέλας που βλέπει μια πειραγμένη βερσιόν της Σταχτοπούτας με πρωταγωνιστές την Μελάνια και τον Τραμπ ανυπομονώντας για την ώρα που θα μπει και εκείνη στο δικό της γαμήλιο κλουβί, αποτελεί τον πυρήνα της προβληματικής μιας κωμωδίας που κάτω από τα ανελέητα γκαγκ διαθέτει ένα σαφές φεμινιστικό υπόστρωμα, κάτι το οποίο αποτελεί από μόνο του μια πρώτης τάξεως έκπληξη σε σχέση με ό,τι θα περιμέναμε από ένα σίκουελ του Μπόρατ. Σε αυτό φυσικά υπεισέρχεται και ο ίδιος ο πρωταγωνιστικός χαρακτήρας που για πρώτη φορά μας αποκαλύπτει πτυχές του συναισθηματικού του κόσμου, καθώς εξελίσσεται πλάι στην κόρη του και εξαιτίας αυτής. Για την ακρίβεια και σε σύγκριση πάντα με το πρώτο φιλμ, η εξέλιξη του κεντρικού ήρωα και όσα αυτός αντικατοπτρίζει στο νέο σαρωτικό του πέρασμα από την οθόνη αγγίζει τα όρια του εντυπωσιακού.

Είναι φανερό πως πίσω από το «Borat Subsequent Moviefilm» υπάρχει πολλή σκέψη προκειμένου να στηθεί ένα βιτριολικό σατιρικό σκηνικό που να περιλαμβάνει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο φάσμα από τις πληγές που κατατρώνε την αμερικανική (και όχι μόνο) πραγματικότητα. Η θέση της γυναίκας σήμερα και ειδικά το ζητούμενο της ισότητας, η κουλτούρα του βιασμού και η έμφυλη βία καταλαμβάνουν σημαντικό μέρος μιας πλοκής η οποία διόλου τυχαία κορυφώνεται στην φάρσα-παγίδα που ο Κοέν και η Μπακάλοβα στήνουν στον Ρούντι Τζουλιάνι (πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης και ένθερμος υποστηρικτής του Τραμπ).

Το στοιχείο του αιφνιδιασμού έχει περιοριστεί σημαντικά, τόσο για τα υποψήφια «θύματα» του αγαπημένου Καζάκου δημοσιογράφου, όσο κυρίως για τον θεατή που πλέον είναι υποψιασμένος τι να περιμένει από αυτόν

Πέρα από αυτά όμως ανακύπτει ένα ερώτημα που εν πολλοίς καταλήγει να είναι κινηματογραφικό, ειδικά σε μία περίοδο που οι αίθουσες είναι είτε κλειστές είτε υπολειτουργούν. Ένα ερώτημα που έχει να κάνει με το πόσο διαφορετικά θα λειτουργούσε το συγκεκριμένο φιλμ αν μπορούσαμε να το δούμε στο φυσικό του χώρο, το σινεμά. Ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι η κωμωδία είναι από τα είδη που βασίζουν τεράστιο μέρος της δυναμικής τους στο συλλογικό κλίμα που χτίζεται εντός της αίθουσας. Ίσως το γέλιο να ήταν περισσότερο αν βλέπαμε το «Borat Subsequent Moviefilm» σε ένα γεμάτο σινεμά αντί για την απομονωμένη συνθήκη της τηλεόρασης, ίσως όχι. Γιατί πέραν όλων των άλλων, νιώθεις εδώ το στοιχείο του αιφνιδιασμού να έχει περιοριστεί σημαντικά, τόσο για τα υποψήφια «θύματα» του αγαπημένου Καζάκου δημοσιογράφου που πλέον δύσκολα μπορεί να περάσει απαρατήρητος αν δεν μεταμορφωθεί εκ νέου, όσο κυρίως για τον θεατή που πλέον είναι υποψιασμένος τι να περιμένει από αυτόν. Ειδικά από τη στιγμή που έχουμε δει τον Κοέν να δρα ως ο απόλυτος κωμικός ακτιβιστής με το πρώτο «Μπόρατ», για να μην βάλουμε στην εξίσωση τον «Ali G», τον «Μπρούνο», τον «Δικτάτορα», ή ακόμα και την εκπληκτική δουλειά που έκανε πρόσφατα με τα «Who Is America?».

Παρά το μετριασμένο στοιχείο της έκπληξης ωστόσο, η διαλεκτική του αναρχικού χιούμορ του Κοέν δεν έχει σταματήσει να εξελίσσεται τόσο σε έκταση όσο και σε πολιτικό βάθος πιάνοντας επί της ουσίας τον παλμό της εποχής έξω από τα στενά νοούμενα όρια της πολιτικής ορθότητας. Το γέλιο που βγάζει και εδώ είναι εξίσου υπόγειο με το βαθιά ενοχλητικό συναίσθημα του άβολου που προκύπτει ως απόκριση στις αλήθειες που αναδύονται μέσα από την πλοκή, ενώ η αόρατη σκηνοθετική καθοδήγηση του Τζέισον Γουόλινερ βοηθάει ώστε να μένουμε εντός της ιστορίας δίχως να βγάζουν μάτι οι ραφές ανάμεσα στις επεισοδιακού χαρακτήρα σεκάνς. Κι αν τελικά δεν έχουμε τις σκηνές ανθολογίας ή το σοκ της πρώτης φοράς που συνόδευαν το φιλμ του 2006, με βεβαιότητα μπορούμε να πούμε πως ο Μπόρατ αποφάσισε να επιστρέψει την πιο κατάλληλη στιγμή.

Βαθμολογία: ★★★ (3/5)