Βραβεία Όσκαρ 2015: Αυτό το Όσκαρ ποιος θα το πάρει; (μέρος 2ο)

2015-02-19 06:24:41
Από τους Χρήστο Πολίτη και Πάνο Γκένα

Λίγα εικοσιτετράωρα πριν την μεγάλη βραδιά της απονομής, το cinemagazine.gr κάνει τις προβλέψεις του και τα θέτει όλα επι τάπητος. Στο δεύτερο μέρος, αναλύουμε, σχολιάζουμε και προβλέπουμε εκείνες τις κατηγορίες που υποβαστάζουν τις βασικές. 

Λίγα εικοσιτετράωρα πριν την μεγάλη βραδιά της απονομής, το cinemagazine.gr κάνει τις προβλέψεις του και τα θέτει όλα επι τάπητος. Στο δεύτερο μέρος, αναλύουμε, σχολιάζουμε και προβλέπουμε εκείνες τις κατηγορίες που υποβαστάζουν τις βασικές.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΞΕΝΟΓΛΩΣΣΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ

Μια απρόβλεπτη κατηγορία, αυτή της ξενόγλωσσης ταινίας, καθώς είναι και εκείνη που θεωρείται η δυσκολότερη από πλευράς στοιχημάτων. Ποιος μπορεί να ξεχάσει την επικράτηση του (ευγενικών προθέσεων) «Μυστικού στα Μάτια της» του Χουάν Χοσέ Καμπανέλα το 2009 έναντι στην -βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα- εξαιρετική «Λευκή Κορδέλα» του Αυστριακού Μίκαελ Χάνεκε; 

Φέτος η μάχη μοιάζει να δίνεται ξεκάθαρα ανάμεσα σε δυο ταινίες. «Ida» ή «Leviathan». Ή αν προτιμάτε, Πολωνία ή Ρωσία. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Η Μαυριτανία και η Εσθονία θεωρούνται ηδη νικήτριες, καθώς φέτος πετυχαίνουν την πρώτη τους εμφάνιση σε κατηγορίες των βραβείων Όσκαρ για ξενόγλωσση παραγωγή. Το «Timbuktu» του Αμπντερχαμανί Σισακό αφηγείται την ήσυχη ζωή μιας οικογένειας στις όχθες του Τιμπουκτού που θα διαταραχτεί λόγω θρησκευτικών φανατικών εκδηλώσεων.

Η ταινία έρχεται απ' ευθείας από το επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του περσινού φεστιβάλ των Καννών. Η δε Εσθονία με το «Tangerines» του Ζαζά Ουρουζάτζε πηγαίνει πίσω στο 1990 για να αφηγηθεί τον πόλεμο που μαινόταν στην Γεωργία. 

Η Αργεντινή έρχεται φέτος για 7 φορά στα βραβεία Όσκαρ, έχοντας δυο νίκες στο ενεργητικό της (το 1986 κέρδισε το βραβείο με την «Επίσημη Ιστορία» του Λουίς Πουέντζο και το 2009 με το «Μυστικό στα Μάτια της»).

Το «Wild Tales» («Ιστορίες για Αγρίους» η ταινία που άνοιξε το 20ο Διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου της Αθήνας - Νύχτες Πρεμιέρας) του Νταμιάν Σιφρόν, με τις ευλογίες του παραγωγού Πέδρο Αλμοδόβαρ, που συμμετείχε στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα του Φεστιβάλ Καννών αφηγείται με καυστικό τρόπο 5 αυτοτελείς ιστορίες που λαμβάνουν χώρα τόσο μέσα, όσο και έξω και...πάνω από το Μπουένος Άιρες.

Ξεκινώντας με ευδιάθετη διάθεση και καταλήγοντας σε δραματικούς τόνους και τούμπαλιν, οι «Ιστορίες για Αγρίους» είναι ένα περίεργο και ιδαίτερης μορφης φιλμ που δεν περνάει απαρατήρητο, και που σε μια διαφορετική χρονιά, ίσως και να έφευγε με το χρυσό αγαλματάκι.

Η Πολωνία με τις 10 υποψηφιότητες -χωρίς να έχει ποτέ επικρατήσει- μοιάζει το απόλυτο φαβορί για το φετινό βραβείο, καθώς η «Ida» του Πάβελ Παβλικόφσκι έρχεται κρατώντας ανα χείρας το βραβείο καλύτερης ταινίας από την Ευρωπαική Ακαδημία, αλλά και το αντίστοιχο Bafta καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Αφηγείται την ιστορία μιας μοναχής που θα χρειαστεί να αναμτερηθεί με τα πιστεύω, την διεκδίκηση της ελευθερίας και των ξεχασμένων της παθών σε μια αποχρωματισμένη Πολωνία που μιλάει και κινείται ήσυχα, λίγο πριν την μθηματικής ακριβείας έκρηξη, είτε ακούγεται, είτε όχι.

Αριστοτεχνικά σκηνοθετημένη με έναν απλό -μα όχι απλοϊκό- τρόπο από τον Παβλικόφσκι, η ταινία βάζει πλώρη για το φετινό βραβείο Όσκαρ, έχοντας ωστόσο έναν άξιο αντίπαλο, που μπορεί και να πάρει την ρεβανς την τελευταία στιγμή.

Μιλάμε για το «Leviathan», που διαθέτει και αυτό δυο (διαφορετικά) ατού. Το βραβείο σεναρίου του σκηνοθέτη Αντρέι Ζβάγκιντσεφ και την Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης Ταινίας δίνουν προβάδισμα στο ρώσικο έπος του μεγάλου δημιουργού, που με πρόφαση μια τυπική ιστορία απιστίας μιλάει για την θρησκεία και την πολιτική σε μια Ρωσία του σήμερα που πάλλεται κάτω από κλυδωνισμούς πίστης και φθοράς, μέσα από θρύλους και παραμύθια υπο την επιβλητική μουσική του Φιλιπ Γκλας.

Με έναν σχεδόν ορμητικό τρόπο, ο Ζβάγκιντσεφ σκηνοθετεί με δυνατές εικόνες -που σου κόβουν την αναπνοή- ένα σωστών μέτρων και σταθμών δράμα, από εκείνα που αγαπά η Ακαδημία. 

Να σημειωθεί πως η Ρωσία που έρχεται για 6 φορά υποψήφια στην κατηγορία (έχοντας κερδίσει το 1995 με τον «Ψεύτη Ήλιο» του Νικίτα Μιχάλκοφ) δεν είδε με καλό μάτι την υποψηφιότητα, πόσω μάλλον την πιθανή της επικράτηση, καθώς ο τρόπος που ο Ζβάγκιντσεφ μιλάει για την θρησκεία και την επιβολή της, αλλά και των πολιτικών μορφωμάτων που μεταπηδούν μέσα στα χρόνια δημιουργώντας φαντάσματα και αλλοιωμένες αντιλήψεις περι λάθους και σωστού, ενόχλησαν την τωρινή σύνθεση της Κυβέρνησης.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΕΠΕΝΔΥΣΗΣ

Για πρώτη φορά στα 81 χρόνια του θεσμού, κανένας από τους υποψήφιους συνθέτες δεν είναι Αμερικάνος! Οι υποψηφιότητες στην κατηγορία Μουσικής, αποδεικνύουν πως οι σκηνοθέτες ψάχνουν νέους τρόπους πρωτότυπης αφηγηματικής συνοδείας και όργανα όπως το εκκλησιαστικό όργανο, οι μπαλαλάικες και τα ηλεκτρονικά επεξεργασμένα πιάνα, το αποδεικνύουν.

«Ξενοδοχείο Grand Budapest» - Αλεξάντρ Ντεσπλά. Μετά από έξι υποψηφιότητες, ο μισός Έλληνας Ντεσπλά σκοράρει με διπλή συμμετοχή, θυμίζοντας εποχές Τζον Γουίλιαμς. Ο οξυδερκής μουσικός δημιουργεί μία άγρια μίξη από μουσικά όργανα της ανατολικής Ευρώπης και της Ρωσίας που υπηρετούν το ιδιόρρυθμο σύμπαν του Γουές Άντερσον απόλυτα. Η μουσική του έχει ιδέες, ρυθμό, ένταση και...πλάκα! Το συγκεκριμένο σκορ είναι ένα εξαιρετικό δέσιμο ήχου και εικόνας και αποτελεί την προσωπική επιλογή του συνθέτη στην περίπτωση βράβευσής του, από τη στιγμή που έχει αντίπαλο τον εαυτό του με...

«Το Παιχνίδι της Μίμησης» - όπου η ορχήστρα και τα ηλεκτρονικά επεξεργασμένα πιάνα, ακολουθούν το δράμα του χαρακτήρα του Άλαν Τιούρινγκ, την τραγωδία του Β' Παγκόσμιου Πολέμου και το σασπένς της επίλυσης του «Enigma». Μέσα από έναν πολύ γρήγορο ρυθμό και περίπλοκες ενορχηστρώσεις ο Ντεσπλά αποτυπώνει μουσικά την ταχύτητα της δράσης και του πνεύματος. Από τις δυο υποψηφιότητές του το συγκεκριμένο είναι πιο συμβατική επιλογή, αλλά μήπως τελικά οι ψήφοι μοιραστούν και χρυσωθεί κάποιος άλλος;

«Η Θεωρία των Πάντων» - Γιόχαν Γιόχανσον. Όπως για παράδειγμα ο συμπαθής Ισλανδός; Εδώ το πιάνο έχει και πάλι τον κύριο λόγο, με την ορχήστρα να συνοδεύει τις μελωδικές γραμμές. Η αλήθεια είναι πως οι μελωδίες του Γιόχανσον μένουν εντονότερα στη μνήμη κατά τη θέαση της ταινίας και λειτουργούν αντιστικτικά με τα όσα δραματικά συμβαίνουν επί της οθόνης. Ο Γιόχανσον μετά τη Χρυσή Σφαίρα είναι και το οσκαρικό φαβορί από τη στιγμή που οι συνθέσεις του εγγίζουν τη φυσική, το αστρονομικό θαύμα, την ομορφιά και την ποιήση του κόσμου και την καρδιά ενός love story. με επιτυχία.

«Ο Κος Τέρνερ» - Γκάρι Γέρσον. Η έκπληξη τελικά ήρθε από την Αγγλία, αν και θα προτιμούσαμε μία πιο τολμηρή επιλογή όπως το «Κάτω από το Δέρμα» της Μίκα Λέβι. Ο Γέρσον είναι ένας βετεράνος συνθέτης του θεάτρου και το «Κος Τέρνερ»  είναι μόλις η τρίτη του κινηματογραφική δουλειά, παρά τα 60 του χρόνια. Μουσική δωματίου από ένα κουιντέτο εγχόρδων και σαξόφωνα, αντηχούν την περίοδο με ιδιαίτερη γραφή και εμβαθύνουν στην ψυχοσύνθεση του Κου. Τέρνερ. Σίγουρα μία ανατρεπτική επιλογή η θέση στην πεντάδα, αλλά κόστισε σε αξιολογότερες προτάσεις.

«Interstellar» - Χανς Ζίμμερ. Μετά από 9 υποψηφιότητες, ο Ζίμμερ έχει μείνει με ένα μόλις όσκαρ, κι αυτό προ 20ετίας. Δυστυχώς δεν θα είναι η χρονιά του. Και λέμε δυστυχώς γιατί στο «Interstellar» ο Ζίμμερ επιστρέφει αγνός και σόλο (χωρίς τα μουσικά δεκανίκια που κουβαλούσε τα τελευταία χρόνια) με μία μουσική ραψωδία που ενισχύει το αίσθηση του θαύματος και γίνεται μία πνευματική, κοσμική Λειτουργία βασισμένη στο ανθρώπινο μεγαλείο. Από τον Μάλερ μέχρι τον Φίλιπ Γκλας, καλύπτει μία τεράστια απόσταση «διαστρικής» έμπνευσης και παραδίδει κανονικά το καλύτερο σάουντρακ της χρονιάς. Έπεσε στην περίπτωση...

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ

Μετά από μία λίστα 79 τραγουδιών, η Ακαδημία διάλεξε τα συγκεκριμένα πέντε, αφήνοντας πίσω καλλιτέχνες όπως η Πάτι Σμιθ, η Λάνα Ντελ Ρέι, η Λόρντι και οι Coldplay.

Δυστυχώς η κατηγορία τραγουδιού είναι αρκετά παραγνωρισμένη από τα μέλη της Ακαδημίας και οι βράβευσή τους συνήθως δεν αφορά κανένα (με εξαιρέσεις). Το «Grateful» από το «Beyond the Lights» και το «I'm not Gonna Miss You» από το «Glen Campbell...I'll Be Me», εμφανίστηκαν από το πουθενά. Το πρώτο είναι γραμμένο από την πάλαι ποτέ ιέρεια της οσκαρικής μπαλάντας Νταϊάν Γουώρεν (θυμηθείτε π.χ. τους Aerosmith και το «I Don't Wanna Miss a Thing»), ενώ το δεύτερο είναι μία συγκινητική καταγραφή της δραματικής κατάστασης στην οποία βρίσκεται ο θρύλος της κάντρι, Γκλεν Κάμπελ (πάσχει από Αλτσχάιμερ).

Από κινηματογραφικής σκοπιάς, τα τρία επόμενα τραγούδια έχουν φιλμική παρουσία και δραματουργικό παρόν στις ταινίες τους. 

Το ξεδιάντροπα φευγάτο «Everything is Awesome» από την «Ταινία Lego» είναι ειλικρινά διασκεδαστικό και το «Lost Stars» από το «Πάρ'το Από την Αρχή» είναι μελωδικά ενδοσκοπικό. Κανένα βέβαια δεν έχει τύχη. Το «Glory» από το «Selma», των Τζον Λέτζεντ και Common, θα είναι ο νικητής της βραδιάς και θα λυτρώσει μέσα από τη νεο-γκόσπελ μουσική του πρόταση, την Ακαδημία για την έλλειψη λοιπών υποψηφιοτήτων της ταινίας.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

«Birdman» - Εμανουέλ Λουμπέσκι. Με 8 υποψηφιότητες στο ενεργητικό του (μεταξύ των οποίων για τον «Ακέφαλο Καβαλάρη» του Τιμ Μπάρτον και το «Δέντρο της Ζωής» του Τέρενς Μάλικ) και με μια (απολύτως δίκαιη) νίκη, μόλις πέρυσι για το «Gravity» του Αλφόνσο Κουαρόν, ο Λουμπέσκι φέτος προσγειώνεται από το διάστημα στο Μπρόντγουει και ακολουθεί την ξέφρενη κάμερα και το εν δυνάμει μονοπλάνο του Ινιαρίτου, που παίζει με τις σκιάσεις, τις φωνές και τα χρώματα, τα ανοίγματα τνω φτερών απόκοσμων πλασμάτων και την ψυχολογική κατάπτωση ενός πρώην «υπερήρωα». Θα είναι ένα άξιο δεύτερο Όσκαρ στην καριέρα του Λουμπέσκι, που μοιάζει μονάχα να απειλείται από 

τον πρωτοεμφανιζόμενο Ρόμπερτ Γέομαν για το «Ξενοδοχείο Grand Budapest» του Γουές Άντερσον. Ένα πολύ μεγάλο μέρος των ταινιών του Τεξανού σκηνοθέτη στηρίζονται στην εικόνα και στην δημιουργία ενός ιδιαίτερα καλαίσθητου σύμπαντος, γεμάτο ιδιαίτερων χρωμάτων, όπου μέσα του φυλακίζονται οι ιδιότυποι ήρωές του. Το ίδιο συμβαίνει και εδώ, σε ένα ξενοδοχείο σε μια χιονισμένη πλαγιά, όπου τα ευθυγραμμισένα πλάνα οριοθετούν τα λεπτοδουλεμένα σκηνικά με τις παλ αποχρώσεις. Άξιο και αυτό το Όσκαρ που παίζει με ευφυή τρόπο με τα χρώματα, τα φώτα και τις γρήγορες, σχεδόν βγαλμένες από παραμυθένιο κόμικ, εναλλαγές.

«Ida» - Γούκας Ζαλάντ και Ρίζαρντ Λεντσέφκι. Έκπληξη αποτελεί η πρόταση και η συμμετοχή της ταινίας στην εν λόγω κατηγορία. Η ασπρόμαυρη επιλογή της ένδυσης της ιστορίας, που αποπνέει ένα κλίμα μιας απαγορευμένης νοσταλγίας, θέτει την ταινία σε μια έξυπνη φόρμα, η οποία θέλει τις λεπτομέρειες να αναδεικνύονται με έναν εξαιρετικό τρόπο. Είναι νίκη ακόμα και η υποψηφιότητα (άξια ως προς το αποτέλεσμα), γιατί δύσκολα θα κερδίσει στην κατηγορία.

«Ο Κος Τέρνερ» - Ντικ Πόουπ. Ο Πόουπ έρχεται με την δεύτερη υποψηφιότητά του φέτος στα Όσκαρ (η πρώτη του ήταν το 2006 με το «Illusionist» του Νιλ Μπέργκερ) με μια ταινία που βασίζεται στον βίο ενός ζωγράφου που έζησε και πέθανε στο 17ο αιώνα. Ο τρόπος απεικόνισης της μανιασμένης -σαν των πινάκων του- ζωής, που φαινομενικά έμοιαζε αδιάφορη εώς στατική εδώ μετουσιώνεται σε μια εξαιρετικά βαθυστόχαστη ενδοσκοπική αναμέτρηση του ήρωα με τα πάθη του (εξωτερικά ή μη). Εξαιρετική επιλογή υποψηφιότητας, δύσκολη επικράτηση.

«Αλύγιστος» - Ρότζερ Ντίκινς. Ο μεγάλος χαμένος της κατηγορίας. Με 12 υποψηφιότητες στο ενεργητικό του (μεταξύ των οποίων το «Φαργκο», το «Αληθινό Θράσος» και το «Καμιά Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους» των αδερφών Κοέν, το «Κουντούν» του Ματριν Σκορσέζε, το «Skyfall» του Σαμ Μέντες και το «Prisoners» του Ντενίς Βιλνέβ) και καμία νίκη, ο Ρότζερ Ντίκινς μάλλον θα προσθέσει ακόμα μια ήττα στο ενεργητικό του. Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Αντζελίνα Τζολί ακολούθησε ένα αθλητή-σύμβολο, και ήρωα πολέμου, που χρειάστηκε να περιμένει όλη του τη ζωή για να αναγνωριστεί στις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του και είχε συνοδοιπόρο την υπέροχη φωτογραφία του Ντίκινς, που ανυψώθηκε μαζί με τον ήρωα, λασπώθηκε σε έναν ανίερο πόλεμο και σύρθηκε μέχρι τα βαθιά γεράματα για να κοιμηθεί ήσυχος, όπως και η μη νίκη του μεγάλου φωτογράφου. 

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΜΟΝΤΑΖ

«Ελεύθερος Σκοπευτής» - Τζόελ Κοξ και Γκάρι Ρόατς. Πρωτοεμφανιζόμενοι αμφότεροι, θα φύγουν με άδεια χέρια. Αξίζει μιας δεύτερης θέασης η δουλειά τους πάνω στο αντιπολεμικό -και για πολλούς άκρως προπαγανδιστικό- δράμα του Κλιντ Ίστγουντ για έναν Αμερικανό στρατιώτη που μεταφέρει στο σπίτι του την «επικίνδυνη» σκόνη των αναμνήσεων μιας άλλης ζωής που έπρεπε να μείνει πίσω. Εξαιρετικών προδιαγραφών και προθέσεων «πισωγυρίσματα», μα είναι η ίδια η ταινία που δεν αφήνει το μοντάζ να παίξει καταλυτικό ρόλο, σαν να μην θέλει να αποτελέσε αυτόνομος «ομιλητής».

«Μεγαλώνοντας» - Σάντρα Ανταίρ. Πρώτη φορά στα Όσκαρ, θα είναι και η τυχερή της χρονιάς. Το magnus opus του Ρίτσαρντ Λίνκλειτερ που χρειάστηκε 12 χρόνια για να ολοκληρωθεί, πιάνει την ζωή ενός 6χρονου αγοριού και την απλώνει μέσα σε 12 χρόνια, σταματώντας όταν εκείνος ενηλικιωθεί. Ένταση, εναλλαγές συναισθημάτων, απολογισμοί ζωής σε εκατέρωθεν γονεϊκά στρατόπεδα, ηλικιακά σκαμπανεβάσματα, αποφάσεις «στο πόδι», μα πάνω απ' όλα η καταγραφή της ίδιας της ζωής, εδώ βρίσκει αντίκρυσμα (και) στο έξυπνο μοντάζ της Ανταίρ, που δεν φοβάται να παίξει τόσο με τον χρόνο, όσο και με το ίδιο της το...μεγάλωμα.

«Ξενοδοχείο Grand Budapest» - Μπάρνει Πίλινγκ. Σαν ένα τσίρκο μοιάζει το φιλμ του Γουές Άντερσον, που ο κάθε ήρωας έχει τον ρόλο, τα λόγια και τον χρόνο του να αναδείξει τον χαρακτήρα του. Μια ιστορία που παραλάσσει τον χρόνο, τον φέρνει στα μέτρα της και κάνει τις συνθήκες εύκολες και ταιριαστές για να μπολιαστούν μέσα της έντονα τα ψήγματα ενος πολιτικού μηνύματος και κατα κύριο λόγο ενός ερωτικού σημειώματος του Άντερσον προς το σινεμά μοιάζει εδώ να κουμπώνει πάνω στο γρήγορο μοντάζ του Πίλινγκ που δεν αφήνει περιθώρια για ανάσα. Γιατί αυτό είναι το σινεμά του Άντερσον. Γρήγορο, αληθινό και σαν μιας χρήσης (κάθε φορά). Δύσκολα θα κερδίσει, μα θεωρείται ο βασικός αντίπαλος των...χρόνων του Λίνκλειτερ.

«Το Παιχνίδι της Μίμησης» - Γουίλιαμ Γκόλντερμπεργκερ. Βραβευμένος για την εξαιρετική του δουλειά στο «Επιχείρηση: Argo» του Μπεν Άφλεκ, ο Γκόλντερμπεργκερ συμπληρώνει αισίως τις 5 του υποψηφιότητες (υπήρξε υποψήφιος και για το «Insider» του Μάικλ Μαν, αλλά και για το προ τριετίας «Zero Dark Thirty» της Κάθριν Μπίγκελοου). Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία αντικατασκοπείας στην βάση του Δευτέρου Παγκοσμίου πολέμου, όπου ένας μαθηματικός θα καταφέρει να αποκρυπτογραφήσει κρυφά μηνύματα των εχθρών, μα θα προδώσει την προσωπική του ζωή. Δίνοντας λιγότερη προσοχή σε αυτό το κομμάτι ο σκηνοθέτης, όσο και ο μοντέρ, κατευθύνουν την ιστορία σε μια πιο ακαδημαική ανάγνωση που λίγο ξεφεύγει από την συντηρητική φόρμα που ήθελε η ταινία. Γρήγορη κίνηση της ιστορίας, βοηθητική υποψηφιότητα για την στήριξη της ταινίας.

«Whiplash» - Τομ Κρος. Το δικό μας Όσκαρ μοντάζ θα πήγαινε σε αυτό το εξαιρετικά γρήγορο φιλμ. Γρήγορο, από την άποψη οτι καταφέρνει να σε κάνει γρήγορα συμμέτοχο ενός παιχνιδιού που δεν σου αφήνει περιθώριο να λοξοκοιτάξεις την έξοδο κινδύνου, όταν ο καθηγητής μπει στην αίθουσα και σε πιάσει αδιάβαστο. Η ιστορία δράσης-αντίδρασης ενός μαθητευόμενου ντραμίστα και του «προπονητή» του βρίσκει εδώ το μέγιστο δείγμα δεξιοτεχνίας σε ένα εξαιρετικά ευφυέστατων διαστάσεων καδράρισμα ενος μοντάζ που παίζει τον τρίτο συμμετέχοντα σε αυτό τους το παιχνίδι. Το τελευταίο 20λεπτο είναι μάθημα προς μίμηση. (Αν καταφέρεις να μείνεις στην θέση σου από την ένταση). 

ΒΡΑΒΕΙΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟΥ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ

«Citizenfour» - Λάουρα Πουατράς, Ματίλντε Μπόνεφοϊ και Ντερκ Γουιλούτζκι. Η Πουατράς (που υπήρξε υποψήφια και το 2006 για το ντοκιμαντέρ «My Country, My Country») παρουσιάζεται φέτος ως το απόλυτο φαβορί για την διεκδίκηση του βραβείου του καλύτερου ντοκιμαντέρ. Με το βραβείο Bafta ανα χείρας, η ταινία αφηγείται το χρονικό συνεντεύξεων και επισκέψεων του «φυλακισμένου» ανα τον κόσμο, Έντουαρντ Σνόουντεν. Η διακριτική, μα παράλληλα ευγενικά εξονυχιστική καταγραφή του χαρακτήρα του Σνόουντεν θα οδηγήσει την Πουατράς στη σκηνή της απονομής το βράδυ της Κυριακής.

«Finding Vivian Maier» - Τζον Μαλούφ και Τσάρλι Σίσκελ. Η φωτογράφος «δρόμου» Βίβιαν Μάγιερ, ποτέ της δεν υπήρξε διάσημη. Είτε γιατί δεν το θέλησε και δεν το επεδίωξε η ίδια, είτε γιατί δεν την βοήθησαν οι περιστάσεις. Μια πενταετία μετά τον θάνατό της, χιλιάδες φωτογραφίες, ανεμφάνιστα φωτογραφικά φιλμ και σημειωματά της έρχονται στο φως από έναν επίδοξο θαυμαστή του έργου της. Ενδιαφέρον θέμα και προσέγγιση, ωστόσο δύσκολη η επικράτηση.

«Last Days in Vietnam» - Ρόρι Κένεντι και Κέβιν Μακάλιστερ. Αντιπολεμικό (αμερικανικό) δράμα για κρατούμενους στρατιώτες στο Βιετνάμ που επειχείρησαν να διασωθούν με το να αποδράσουν, ξεσπώντας ουσιαστικά μια έκρηξη ανάμεσα στο νότιο και βόρειο τμήμα του Βιτενάμ. Εκεί θα πάρουν θέση Αμερικανικά κλιμάκια, βάζοντας προτεραιότητες. Ένα θέμα συνηθισμένο στην καταγραφή των ντοκιμαντέρ που διεκδικούν κάθε χρόνο το βραβείο ντοκιμαντέρ, αυτό του χρονικού πολέμου βρίσκει και φέτος την εκπροσώπησή του.

«Virunga» - Ορλάντο φον Άισιντελ και Γιοχάνα Νατασεγκάρα. Έκπληξη η επικράτηση της υποψηφιότητας, το «Virunga» αφηγείται το χρονικό διάσωσης ενός απειλούμενου είδους γορίλλων που ζουν κάτω από τον φόβο της πλήρους εξαφάνισής τους, στην περιοχή του Κονγκό. Τολμηρό, τρυφερό, και συνάμα σκληρό το ντοκιμαντέρ του Άισιντελ και της Νατασεγκάρα δύσκολα θα επικρατήσει, μα χαίρει επιβράβευσης για την υποψηφιότητα και μόνο.

«To Αλάτι της Ζωής» των Βιμ Βέντερς, Τζουλιάνο Ριμπέιρο Σαλντάγκο και Ντέιβιντ Ρόσιερ. Το μοναδικό ντοκιμαντέρ της κατηγορίας που μπορεί να απειλήσει στα ίσια το «Citizenfour» είναι ένα χρονικό αφήγησης ενός φωτογράφου, του Σεμπάστιο Σαλντάγκο (πατέρα του συν-σκηνοθέτη), ντυμένο στο άσπρο και στο μαύρο, που χαρτογραφεί τα 40 χρόνια πορείας του. Ο Βιμ Βέντερς έρχεται τροπαιούχος από το φεστιβάλ των Καννών με το Οικουμενικό βραβείο, αλλά και με το Ειδικό βραβείο της επιτροπής του τμήματος «Ένα Κάποιο Βλέμμα» και μοιάζει άξιος αντίπαλος, καθώς δεν είναι τυχαίο πως οι μοναδικές φορές που υπήρξε υποψήφιος ήταν για την «Pina» για την ζωή της θρυλικής χορογράφου και για το «Buena Vista Social Club», ενός χρονικού του μουσικού συγκροτήματος στα τέλη του 1990).

Βραβεία Όσκαρ 2015: Αυτό το Όσκαρ ποιος θα το πάρει; (μέρος 1ο)

Βραβεία Όσκαρ 2015: Αυτό το Όσκαρ ποιος θα το πάρει; (μέρος 3ο)

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ