Η Ζωή του Τζον Φ. Ντόνοβαν
The Death and Life of John F. Donovan
Νεφελώδους προσανατολισμού και με επιλογές αμφιβόλου γούστου, το φιλμ σηματοδοτεί το καλλιτεχνικό ναδίρ του άλλοτε αγαπημένου παιδιού του φεστιβάλ των Καννών.
Στο «The Bad and The Beautiful» του Βινσέντε Μινέλι, ίσως την καλύτερη ταινία που έγινε ποτέ για την κινηματογραφική βιομηχανία, ο παρεμβατικός παραγωγός Κερκ Ντάγκλας μαλώνει τον σκηνοθέτη του, θεωρώντας ότι με τις επιλογές του δεν αναδεικνύει το μεγαλείο της σκηνής που γυρίζει, για να λάβει πληρωμένη απάντηση. Θα μπορούσε, του απαντά ο σκηνοθέτης, να γυρίσει κάθε σκηνή στην ταινία σαν κορύφωση κι αυτό που θα πετύχαινε θα ήταν να γυρίσει μια κακή ταινία.
Από αυτή την άποψη, το «The Life and Death of John F. Donovan» είναι μια πολύ κακή ταινία. Άλλοτε σε επίπεδο σκηνοθετικών τρικ, άλλοτε σε επίπεδο ερμηνευτικής καθοδήγησης, σχεδόν κάθε της σκηνή έχει στηθεί σαν να επρόκειτο για την κορύφωση της. Μια ταινία, όμως, πρέπει να χτίζει με υπομονή τις μεγάλες της στιγμές, αλλιώς, όπως τόσο ωραία ακούγεται και στην ταινία του Μινέλι, είναι σαν κολιέ δίχως αλυσίδα για να κρατά τις χάντρες ενωμένες μεταξύ τους. Για να το θέσω πιο καθαρά, χρειάζεται μέτρο.
Σε έναν παραληρηματικό μονόλογο ο Ντολάν μας εξηγεί μέσω του ήρωα του τον λόγο που το έργο του είναι σημαντικό για τον κόσμο
Δυστυχώς ο Ξαβιέ Ντολάν λογαριάζει το μέτρο για μέτριο. Η υπογραφή του δεν είναι απλώς πάνω από το περιεχόμενο της ταινίας του, η υπογραφή του είναι, ταυτόχρονα, και το περιεχόμενο της ταινίας του. Στη μοναδική σκηνή, όπου η δημοσιογράφος που παίρνει συνέντευξη από τον πολύξερο και ετοιμόλογο αφηγητή της ιστορίας (και άβαταρ του Ντολάν στο έργο) δεν είναι συγκαταβατική μαζί του και τον τσιγκλάει για την ασημαντότητα του δράματος που αφηγείται, εκείνος αρχίζει έναν παραληρηματικό μονόλογο, όπου μας αναλύει τον λόγο για τον οποίο το φιλμ και κατ’ επέκταση το συνολικό έργο του Ντολάν είναι σημαντικό για τον κόσμο, εξηγώντας μας και τα επίπεδα στα οποία λειτουργεί.
Κατά τα λοιπά το δράμα είναι κατά ένα μεγάλο ποσοστό όντως ασήμαντο και η στοχοθεσία του νεφελώδης. Επίσης, όσα περιστατικά από τη ζωή του Τζον Φ. Ντόνοβαν, του σταρ του τίτλου, βλέπουμε στο φιλμ, υποτίθεται πως είναι εκείνα που αφηγήθηκε στον έτερο ήρωα, όταν αυτός ήταν παιδί, μέσω αλληλογραφίας τους. Υπάρχουν, όμως, σκηνές, όπως εκείνη με τον από μηχανής Θεό του Μάικλ Γκαμπόν πού έρχεται να στολίσει τον Ντόνοβαν με γνωμικά από εγχειρίδιο αυτοβελτίωσης, για τις οποίες ο εν λόγω χαρακτήρας δεν θα μπορούσε να έχει λάβει γνώση. Ποιός λοιπόν αφηγείται αυτά τα περιστατικά και πώς εντάσσονται στην αφήγηση;
Τρανή απόδειξη της δημιουργικής σύγχυσης στο μυαλό του Ντολάν, ο οποίος για να εμπλουτίσει τη σημειακή δραματουργία θα καταφύγει στα γνώριμα, πια, παντρέματα εικόνας με ποπ επιτυχίες, στις παραδοσιακές συγκρούσεις με μια στοργική πλην πνιγηρή μητρική φιγούρα και σε σκηνές έντασης που φλερτάρουν επικίνδυνα με τα όρια του κακού γούστου, εκθέτοντας τους ηθοποιούς του, κυρίως τον νεαρό Τζέικομπ Τρέμπλεϊ.
Ο ίδιος ο Ντολάν ανέφερε σε συνεντεύξεις του πως πηγή έμπνευσης για το φιλμ ήταν μια σειρά από αναπάντητες επιστολές που έγραψε στον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στην ηλικία των έξι. Από μόνη της η ως άνω πληροφορία καθιστά το φιλμ πραγμάτωση μιας προσωπικής φαντασίωσης και, αν το έχεις δει, δίνει ένα πρόσθετο επίπεδο ναρκισσισμού στα δρώμενα, αλλά επειδή ως πληροφορία δεν προκύπτει μέσα από το φιλμ, επιπλέον σχολιασμός είναι περιττός. Και χωρίς αυτή τη διάσταση, άλλωστε, το θέαμα παραμένει αφόρητο.