Ελίζαμπεθ Τέιλορ: Το «γαλαζοαίματο» Χόλιγουντ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:31
27/2

Ελίζαμπεθ Τέιλορ: Το «γαλαζοαίματο» Χόλιγουντ

Ευκαιρία να θυμίσουμε γιατί το Χόλιγουντ δεν υφίσταται χωρίς τους σταρ του, με τη γεννημένη σαν σήμερα, Ελίζαμπεθ Τέιλορ που υπήρξε η μεγαλύτερη της νεοκλασικής εποχής.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Μέχρι τα 30 της η Τέιλορ, θα μπορούσε να πει κανείς, είχε ζήσει ζωές δέκα ανθρώπων. Είχε γεννηθεί σε απολύτως ευκατάστατο λονδρέζικο σπίτι Αμερικανών γονιών (1), είχε φύγει άρδην από το Λονδίνο λόγω του επικείμενου 2ου Παγκοσμίου Πολέμου (2), είχε κάνει τις πρώτες οντισιόν στο Χόλιγουντ πριν τα εννιά της και την είχαν ήδη δεχθεί και η MGM και η Universal (3), είχε γίνει παιδί-σταρ (4), είχε παντρευτεί τέσσερεις φορές (5), είχε ήδη τρία παιδιά κι ένα υιοθετημένο (6), είχε προκαλέσει τα ήθη ποικιλοτρόπως περνώντας με άνεση από το «προστατευμένη κόρη» στο «μέγαιρα», δημιουργώντας, τρόπον τινά, την lifestyle δημοσιογραφία (7), είχε πάρει Όσκαρ (8), είχε προσληφθεί στην ακριβότερη ταινία όλων των τότε εποχών (9) και ήταν η πιο ακριβοπληρωμένη ηθοποιός στην ως τότε ιστορία της βιομηχανίας (10).

Αυτά μέχρι τα 30.

Στο μεσοδιάστημα είχε κάνει ταινίες. Και η αλήθεια είναι πως ακόμα κι αν θέλεις ή μπορείς να προσάψεις πως κινηματογραφικά οι περισσότερες δεν ήταν ιδιαίτερα αξιοσημείωτες, ωστόσο η χαρισματική παρουσία της τις έκανε αυτόχρημα ενδιαφέρουσες και ανώτερες της θέσης τους δίχως αυτήν πρωταγωνίστρια. Από αυτές κρατάς τις εξής: Την πρώτη Λάσι του 1943, το «National Velvet» του Κλάρενς Μπράουν (συχνού σκηνοθέτη της Γκρέτα Γκάρμπο) που διέβλεψε σ’ αυτήν το «αστρικό» ταλέντο, δίπλα στον Μίκι Ρούνεϊ, τις κλασικές «Μικρές Κυρίες» του ’49, το «Conspirator» της ίδιας χρονιάς δίπλα στον συνεπώνυμό της Ρόμπερτ Τέιλορ, ένα ωραίο άγνωστο θρίλερ που την παρουσιάζει πρώτη φορά ίσως σαν εκκολαπτόμενη femme fatale και φυσικά τον πολύ επιτυχημένο «Μπαμπά της Νύφης» (1950), υπό την εποπτεία του Σπένσερ Τρέισι, που θα είχε και σίκουελ λίγους μήνες αργότερα.

Κάπου εκεί τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται συναρπαστικά εγκαινιάζοντας την δεκαετία της μεγαλύτερης, ίσως, καλλιτεχνικής επιτυχίας της, της εδραίωσης του stardom και της δόξας που θα κρατούσε για τα επόμενα δεκαπέντε χρόνια. Το ’51 έρχεται το «Μια Θέση στον Ήλιο» του Τζορτζ Στίβενς, η γνωριμία με τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, μία από τις καταραμένες φιλίες της, το ένδοξο φιλμ καλλιτεχνικής ενηλικίωσης και ορισμικού σεξ απίλ.

Το ’54 η Τέιλορ θέλει τον ρόλο στην «Ξυπόλητη Κόμισσα» του Μάνκιεβιτς, αντ΄ αυτού το στούντιο θα την βάλει στο «Η Τελευταία Φορά που Είδα το Παρίσι» (η Κόμισσα πήγε στην Άβα Γκάρντνερ), ένα ρομαντικό δράμα που με άλλον παρτενέρ (μα ο Βαν Τζόνσον;) η ταινία θα είχε άλλο εκτόπισμα και πάλι όμως τα εισιτήρια (και το ύστερο public domain) την έχει κάνει πασίγνωστο εκπρόσωπο δραμάτων μιας χολιγουντιανής εποχής. Από την ίδια χρονιά εγώ θα διαλέξω το «Elephant Walk» του Γουίλιαμ Ντίτερλε.

Το ’56 η καμπάνια της την φέρνει αγκαλιά με τον «Γίγαντα», του Στίβενς ξανά, ανάμεσα σε Τζέιμς Ντιν και Ροκ Χάτσον, δύο ακόμα από τις καταραμένες φιλίες της, με εξαιρετικές κριτικές και για την ίδια, παρότι μένει (ακόμα) έξω από τον οσκαρικό χορό των παρτενέρ της. Ως εδώ η Τέιλορ είναι αγαπημένη του Τύπου. Το ’57 παντρεύεται τον τρίτο της σύζυγο, τον μεγιστάνα Μάικ Τοντ, αποκτούν μια κόρη, όμως εκείνος σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα. Η Τέιλορ έχει ήδη πάρει τον ρόλο στην «Λυσσασμένη Γάτα», φημολογούμενα αυτό την κρατά λειτουργική από το σοκ. Αυτό και ο Έντι Φίσερ, ο sweetheart της Ντέμπι Ρέινολντς, που είναι κάτι σα να λέμε Αντζελίνα Τζολί και Μπραντ Πίτ με απατημένη την Τζένιφερ Άνιστον. Η Τέιλορ εν μία νυκτί γίνεται η «αντροχωρίστρα», πράγμα που ουδόλως την επηρεάζει από το να υποδυθεί έξοχα την Μάγκι στο έργο του Τενεσί Γουίλιαμς (1958).

Την διετία αυτή, η Τέιλορ είναι τόσο ισχυρή, τόσο εμπορική και με τέτοιο πάτημα δημοφιλίας, έστω και με μια σχέση αγάπης-μίσους με το κοινό, που θα πάρει και τις δύο πρώτες της υποψηφιότητες, την μία για το «Όσα Δεν Σβήνει ο Χρόνος» δίπλα στον Κλιφτ και την επόμενη για την «Λυσσασμένη Γάτα». Το ’59 ολοκληρώνεται ο θρίαμβος του ’50 με το «Ξαφνικά Πέρυσι το Καλοκαίρι» του Μάνκιεβιτς, το έργο και ο Τύπος παίζουν συνάμα τo υποκριτικό μέγεθος με την σεξουαλικότητα, τρίτη συνεχόμενη υποψηφιότητα για Όσκαρ και η Τέιλορ έχει πάρει φλεγόμενο βάπτισμα πυρός δίπλα στην Κάθριν Χέμπορν, όχι μόνο επιβιώνοντας αλλά καταφέρνοντάς τα και θαυμαστά.

Για να «κεφαλαιοποιήσει» την κάψα, το στούντιο την βάζει να παίξει μια πόρνη πολυτελείας στο «Butterfield 8» («Ζήσαμε στην Αμαρτία» για τον φιλήδονο Έλληνα εκμεταλλευτή), μια μέτρια ταινία που ανάγεται σε κάτι αξιοπρόσεκτο χάρη στην Τέιλορ. Το Όσκαρ είναι γεγονός, στην χρονιά της Μερκούρη του «Ποτέ την Κυριακή» και, φυσικά, της Σίρλεϊ Μακ Λέην του «Apartment». Η Τέιλορ το θεωρούσε απαράδεκτο ανέκαθεν.

Και μετά, «Κλεοπάτρα». Μια από τις πιο πολυσυζητημένες ταινίες όλων των εποχών, ο κολοφώνας της δόξας και της πτώσης του «παλιού» Χόλιγουντ, μια ταινία που γυριζόταν δύο χρόνια, που κόστισε αρκετά για να βυθίσει στο χρέος την Φοξ του Σπύρου Σκούρα, που έδωσε στην Τέιλορ το πρωτοφανές 1 εκατομμύριο δολλάρια και 10% επί των εισπράξεων του έργου συμβόλαιο, που την γνώρισε με τον έρωτα της ζωής της, που κόντεψε και να της την κοστίσει. Η Τέιλορ σε μια ζωή τρομερά εύθραυστης υγείας, έπαθε εδώ την πρώτη από τις τρεις πνευμονίες της ζωής της, τραχειοστομία, αναβολές γυρισμάτων, αλλαγή σκηνοθέτη, ερχομός του Μάνκιεβιτς να σώσει τα ασυμμάζευτα, μέτριες κριτικές (μερικές του τύπου «υπέρβαρη Κλεοπάτρα», δεν είναι μόνο των σημερινών κριτικών το προνόμιο οι ανοησίες) και εισιτήρια αναντίστοιχα του κολοσσιαίου προϋπολογισμού.

Τέιλορ και Μπέρτον χωρίζουν τους συζύγους τους και παντρεύονται, ξεκινώντας ένα γαϊτανάκι περίπου 12 χρόνων μιας ζωής που άλλαξε το παιχνίδι της ανάλογης δημοσιογραφίας, που όρισε το σταριλίκι της νέας εποχής της απίστευτης υπερβολής και της (αυτό)μυθοποίησης, που απασχόλησε το Χόλιγουντ και την ανθρωπότητα όσο κανένα αντίστοιχο γεγονός της βιομηχανίας, πιθανόν, στην ιστορία του. Μαζί θα γύριζαν πολλές ταινίες, όλες πλην μιας κατώτερες του ταλέντου τους, όλες πλην μιας φανταχτερά αυτοαναφορικές – αν και με τον τρόπο τους ιδιαίτερα αξιοσημείωτες για τους ενδιαφερόμενους σινεφίλ.

Το ’66 είναι η ώρα της Βιρτζίνια Γουλφ, η Τέιλορ παίζει (επιτέλους) σα να έχει κάτι να αποδείξει, ο ιδιότυπος πρωτοφεμινισμός της σε μια πάντα ανδροκρατούμενη βιομηχανία την κάνει να αλλάζει ξανά τους όρους του παιχνιδιού (της), να επιβάλλει πια την Τέιλορ-ηθοποιό κόντρα σε κρώζοντα ταμπλόιντ και οργιώδεις φήμες. Το Όσκαρ αυτή τη φορά δεν είχε επιλογή.

Στα 35 της (!) όλα έχουν συμβεί, οι γάμοι, τα παιδιά, οι αρρώστιες, οι ταινίες, τα βραβεία. Από εδώ και μετά η Τέιλορ για κάποια χρόνια θα είναι η σταρ που εργάζεται σαν ευσυνείδητη, ορθή ηθοποιός, θα παίξει σε πολύ ενδιαφέρουσες, φουλ προβληματικές ταινίες (το «Μεγάλο Μυστικό της» και το «Boom» του Λόουζι, πάνω απ’ όλα), θα κάνει την «Στρίγγλα που Έγινε Αρνάκι» του Τζεφιρέλι, θα κάνει και την κορυφαία έκτοτε στιγμή της στις «Ανταύγειες σε Χρυσό Μάτι» του Χιούστον δίπλα στον Μάρλον Μπράντο, τον μόνο άντρα που, πλην του Μπέρτον να υποθέσουμε, «της πέταξε το σουτιέν στα μούτρα».

Στο ενδιάμεσο έχει χάσει τον Τζίμι Ντιν και τον Μοντγκόμερι Κλιφτ, έχει κάνει ένα παιδί ακόμα με τον Μπέρτον, έχουν αρπάξει κι έναν αφορισμό από το Βατικανό, του έχει κάνει έξοχες ζήλειες στα δικά του γυρίσματα της «Νύχτας της Ιγκουάνα» του Χιούστον – καθώς εκεί υπήρχε και μια πάντα «υπόπτη» Άβα Γκάρντνερ – ω, οι ιστορίες της Τέιλορ είναι κυριολεκτικά αμέτρητες.

Στα μέσα του ’70 οι ταινίες έχουν διολισθήσει στην ανυποληψία, οι καυγάδες με τον Ουαλό έχουν γίνει αβάσταχτοι, χωρίζουν, μετά από έναν χρόνο και κάτι ξαναπαντρεύονται για να χωρίσουν τελειωτικά το καλοκαίρι του ’76. «Μετά τον Ρίτσαρντ», θα δηλώσει, «οι υπόλοιποι ήταν να ανοίγουν την πόρτα και να μου κουβαλάνε το παλτό».

Θα υπήρχαν πάντως άλλοι δύο υπόλοιποι, ένας γερουσιαστής κι ένας φορτηγατζής και η Τέιλορ θα έμπαινε στην τελευταία, μακρά περίοδο απλησίαστου stardom και ολίγιστης καλλιτεχνίας αλλά πάντα με τον δικό της τρόπο. Τον τρόπο μιας διαρκούς περιπέτειας, με τις ασθένειες, την παχυσαρκία, τα χάπια και το αλκοόλ, τις κατάρες (ο θάνατος του Ροκ Χάτσον, οι αποτοξινώσεις), την τεράστια συμβολή της στην υπόθεση AIDS, τις διάσημες φιλίες (Μάικλ Τζάκσον, άλλη κατάρα…), δύο καρκίνους και προβλήματα μέσης που την είχαν με τον καιρό καθηλωμένο στο αναπηρικό καρότσι.

Η Τέιλορ υπήρξε μυθική, διαχρονική χολιγουντιανή προσωπικότητα, θρυλική υπήρξε η τεράστια περιουσία της σε κοσμήματα, ήταν η πρώτη σταρ που έφτιαξε δικό της άρωμα και είναι από εκείνες που υμνήθηκαν εξαντλητικά για το κάλλος τους. Η συνεισφορά της ξεπερνά κατά πολύ την υποκριτική της καριέρα, άδικα εν μέρει καθώς υπάρχουν εμβληματικές (ή κάποτε και εξωφρενικές) παρουσίες, ωστόσο από το κοριτσάκι της Λάσι στην LGBT ιέρεια κι από την αιώνια κόρη στην Μάρθα της Βιρτζίνια Γουλφ, υπάρχει μια μετεωρική, φεμινιστική παρουσία που χάραξε αξεπέραστα όρια ανάμεσα στην πολύπαθη σήμερα λάμψη του σταρ/ηθοποιού στο χολιγουντιανό στερέωμα που δεν μπορεί πλέον να αποφύγει την παρακμή του.