Τζούλι Άντριους: Η Μελωδία της Ευτυχίας - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
11:55
1/10

Τζούλι Άντριους: Η Μελωδία της Ευτυχίας

84 γίνεται σήμερα η Τζούλι Άντριους, χτισμένη στο μεταπολεμικό υποσυνείδητο είναι, παρότι, κακά τα ψέμματα, δυο ταινίες έχει στο ενεργητικό της. Όμως τι ταινίες...

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Εντελώς ασυνήθιστη περίπτωση η Dame Julie, 13 ετών εμφανιζόταν στο West End, από νωρίς το '50 ήταν στο Μπρόντγουεϊ και προς το τέλος της δεκαετίας, με όπλο το οπερατικό φωνητικό της ταλέντο, είχε στο ενεργητικό της έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στην «Ωραία μου Κυρία», δίπλα στον Ρεξ Χάρισον, ενώ εντυπωσιάζοντας τον συνθέτη Ρίτσαρντ Ρότζερς (του θρυλικού ντουέτου Ρότζερς και Χάμμερστιν για όσους τα πάνε καλά με το American songbook), πήρε τον ρόλο της Σταχτοπούτας για μια τηλεοπτική εκδοχή του παραμυθιού. Με τηλεθέαση που φημολογούμενα ξεπέρασε το 1/3 του πληθυσμού της χώρας, η Τζούλι Άντριους ήταν έτοιμη για τα μεγάλα - όπως, εξίσου δεδομένα, ήταν ένα στερεότυπο εν τη γενέσει: Ευπαρουσίαστη, καλλίφωνη και προσωποποίηση της αισιοδοξίας, η Αγγλίδα ήταν αυτόματα μια κατηγορία από μόνη της, σε μια εποχή που αναποδογύριζε την «για όλη την οικογένεια» εντύπωση που άφηνε η νιόφερτη καλλιτέχνις.

Όταν ήρθε ο καιρός για την κινηματογραφική εκδοχή του «Ωραία μου Κυρία», η Γουώρνερ δεν το πολυσκέφτηκε...αφήνοντας την Άντριους στον πάγκο, αντικαθιστώντας την με την Όντρεϊ Χέμπορν, απόφαση δικαιολογημένη (και δικαιωμένη, τελικά) από τις εισπράξεις της ταινίας. Ωστόσο, στα Όσκαρ εκείνης της χρονιάς η Ντίσνεϊ είχε κάθε λόγο να ευχαριστεί την Γουόρνερ για την απόρριψη αυτή: Το ντεμπούτο στο σινεμά της Τζούλι Άντριους, η «Μαίρη Πόππινς», την ίδια χρονιά, συνέτριψε στα εισιτήρια τον ανταγωνισμό, σημάδεψε την παιδική ζωή του δυτικού ημισφαιρίου κι έδωσε το Όσκαρ πρώτου γυναικείου στην 29χρονη ηθοποιό.

Οι αλεπούδες της Fox (...), διέγνωσαν άμεσα πως το λαμπερό κορίτσι με την κρυστάλλινη φωνή, μπορεί να μην διέθετε δράμι σεξ-απίλ, διέθετε όμως, σε κοιτάσματα, κάτι που ένα στούντιο εκτιμά απεριόριστα: Γκελ στα παιδιά. Και η αλήθεια είναι πως με τα animation σε κάθετη κάμψη στην δεκαετία του '60, η ιδέα μιας live action ηθοποιού που μπορούσε να είναι η παραδείσια γκουβερνάντα, φαινόταν ελκυστική σαν...blockbuster.

«Η Μελωδία της Ευτυχίας», την αμέσως επόμενη χρονιά, είναι ο απόλυτος οικογενειακός αποδραστισμός, μια αδιανόητη ταινία σε μια Αμερική πολιτικής λαίλαπας κι ενός κόσμου σε ψυχροπολεμικό κρεσέντο, που αποδεικνύει τρανά πως όποιος δεν βλέπει το διασκεδαστικό άγγιγμα του σινεμά στο μεγάλο κοινό, κοιμάται ύπνο βαθύ. Η Μελωδία είναι μια καλή ταινία, η αποθέωση της Μέκκας των ονείρων και η τρίτη εμπορικότερη ταινία όλων των εποχών σε εισιτήρια. Γενιές Αμερικάνων (και όχι μόνο) μεγάλωσαν βλέποντας μιας πασίχαρη Άντριους να τραγουδά για ζωντανεμένους λόφους, ταυτίστηκαν με την ιστορία των Φον Τραπ και γαλουχήθηκαν διαπαντός με το πρότυπο μιας καλόψυχης, αισιόδοξης γκουβερνάντας.

Με δυο ταινίες σε δυο χρόνια, η Άντριους ήταν μια θηριώδης σταρ. Κι όμως, το σπέρμα της αποκαθήλωσής της βρισκόταν μέσα στο ίδιο της το στερεότυπο - η καριέρα της, ως σταρ, είχε ήδη ολοκληρωθεί.

Ανάμεσα στις δύο ταινίες, το «Americanization of Emily», δίπλα στον Τζέιμς Γκάρνερ, δεν το είδε κανείς (δεν είναι κακό έργο κι έχει και στο σενάριο τον μετέπειτα θρυλικά οσκαρούχο Πάντι Τσαγιέφσκι - 3 στα 4 Όσκαρ σεναρίου), ενώ μετά την «Μελωδία», ο Χίτσκοκ κάνει το ολέθριο λάθος να την προσλάβει για το «Σχισμένο Παραπέτασμα», δίπλα στον Πολ Νιούμαν. Η Άντριους όμως δεν ήταν δυνατόν να είναι Hitchcock lead, ο Χίτσκοκ μπέρδεψε τα εισιτήρια με το αρχέτυπο, τα 'χασε και τα δύο και η Άντριους προσγειώθηκε γρήγορα στον δύσκολο κόσμο του «κανονικού» σινεμά.

Οι επόμενες τέσσερεις ταινίες, αν και καμμιά τους κακή, θα έδειχναν πως το στερεότυπο είναι η κυνική άλλη όψη της επιτυχίας, το δηλητήριο του λατρευτικού κόσμου στην καλλιτεχνική φιλοδοξία. Η «Χαβάη», η «Γλυκιά μου Μίλι», «Η Σταρ» και η «Darling Lili», τέσσερεις παραγωγές που όλες τους έφτασαν μέχρι τα όσκαρ, ήταν όλες τους ακριβές (οι δύο τελευταίες πανάκριβες) και όλες τους απέτυχαν να αποφέρουν αυτό που τα στούντιο δεν έβλεπαν: Ο κόσμος ήθελε μόνο μια νέα Πόπινς ή μια νέα Μαρία. Η «Σταρ» και η «Λίλι», ειδικά, ήταν καταστροφικές κι εξουθένωσαν, μέσα σε μόλις έξι χρόνια, την πρωταγωνιστική καριέρα της Τζούλι Άντριους.

Ωστόσο, ο γάμος της με τον Μπλέικ Έντουαρντς, θα ήταν αυτός που θα κρατούσε την Άντριους στο παιχνίδι. Μετά την Λίλι, έρχεται το «Αγάπησα Έναν Κατάσκοπο», δίπλα στον Ομάρ Σαρίφ, ωραία ταινία, παλιομοδίτικη, ότι πρέπει λέω εγώ για κυριακάτικα πρωϊνά, εν συνεχεία το γιγάντιας επιτυχίας «Δέκα» (αν και ποιος θυμάται κάτι άλλο έξω από την Μπο Ντέρεκ..), το ωραιότατο «S.O.B.» (στο οποίο ο Έντουαρντς κι η Άντριους παίζουν ωραιότατα με το ανέφελο προφίλ της τελευταίας), για να φτάσουμε στο «Βίκτωρ-Βικτορία», έναν θρίαμβο του ζευγαριού, μια θαυμάσια κομεντί πάνω στα φύλα που πήρε κριτικές, βραβεία όχι όμως και εισιτήρια.

Δυο-τρεις ταινίες μετά (μεταξύ αυτών και το ριμέικ του «Άνδρα που Αγαπούσε τις Γυναίκες» με τον Μπαρτ Ρέινολντς και του «That's Life» δίπλα στον Τζακ Λέμον - και τα δυο του Έντουαρντς και τα δυο μεγάλες εισπρακτικές αποτυχίες - και τα δυο συμπαθέστατα) η Τζούλι Άντριους είπε ένα «αρκετά» και δεν την ξανάδαμε στην ουσία για πολλά-πολλά χρόνια στο σινεμά, ως το «Ημερολόγιο μιας Πριγκίπισσας», στο οποίο και η Άντριους ανακεφαλαιώνει το προφίλ της σαβουάρ βιβρ ηθοποιού που αγαπήσαμε. Κατάλληλα, η συνέχεια αυτής της ώριμης άνοιξης της ηθοποιού ήταν και παραμένει σε φωνητικούς ρόλους που η Άντριους, παρά τα προβλήματα φωνητικής υγείας (από ιατρικό λάθος) αποπερατώνει με την γνωστή της αριστοκρατικότητα.

Είναι μεγάλη κυρία η Τζούλι Άντριους, ο καλοπροαίρετος χαρακτήρας της την έκανε να μην επιθυμεί πολλά άλλα πλην του να μελωδεί την ευτυχία, άριστη υπήρξε στο ζενίθ της, να είναι καλά, να την ακούμε.