I Could Have Danced All Night: Σαν σήμερα η πρεμιέρα για την «Ωραία μου Κυρία» των 8 Όσκαρ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:32
21/10

I Could Have Danced All Night: Σαν σήμερα η πρεμιέρα για την «Ωραία μου Κυρία» των 8 Όσκαρ

12 οσκαρικές υποψηφιότητες, 8 βραβεία, θριαμβευτικές εισπράξεις, κλασικές στιγμές και μια ταινία που όρισε την εποχή της γενιάς που την απόλαυσε πρώτη.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Βασισμένη στο μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ των Άλαν Τζέι Λέρνερ (στίχοι, σενάριο) και Φρέντερικ Λέβε (μουσική), η «Ωραία μου Κυρία» είναι ένα απίθανο μιούζικαλ για πολλούς λόγους. Ο ένας είναι πως τα μιούζικαλ στις αρχές του '60 είχαν στην πραγματικότητα εξαφανιστεί. Το ίδιο και οι ταινίες μεγάλης ψυχαγωγικής απόδρασης (όπως οι «χλαμύδες» έτσι και τα μιούζικαλ), με τις μουσικές εισαγωγές, τα διαλείμματα, τις ποταμιαίες διάρκειες και τις ουρανομήκεις επευφημίες στο πέρασμά τους.

Ένα φιλμ σαν την «Ωραία μου Κυρία» ήταν ένα φιλμ ρετρό, βγαλμένο από κιτάπια άλλης χολιγουντιανής πραγματικότητας, εκτός εποχής ενός σινεμά που το 1964 είχε ήδη κλείσει σχεδόν μια δεκαετία από τον «Επαναστάτη Χωρίς Αιτία» και αλλαγές που ούτως ή άλλως πολύ σύντομα (το 1967) θα έρχονταν. Ακόμα και η ανάλογη «Μαίρη Πόπινς» που θα ερχόταν την ίδια χρονιά, ήταν μια τεχνολογικά πολύ πιο σύγχρονη ταινία.

Κι όμως. Η ταινία προγραμματίστηκε μετά βαΐων και κλάδων, άγριο κυνηγητό για τον ρόλο της Ελάιζα Ντούλιτλ θα ξεκινούσε (η Τζούλι Άντριους του θεατρικού ή μήπως κάποια άλλη;), ο προϋπολογισμός γενναίος ακόμα και σε μια post-Κλεοπάτρα εποχή (που την προηγούμενη χρονιά, περιώνυμα, είχε εξαντλήσει την Fox), η δομή εκείνη που το Χόλιγουντ από τα τέλη του '40 μέχρι τις αρχές του '60 είχε παρουσιάσει σαν το περίγραμμα του blockbuster. Ακόμα και στην σκηνοθετική καρέκλα θα καθόταν ένας βετεράνος του κλασικού Χόλιγουντ, ο μέγας διευθυντής των κυριών, ο Τζορτζ Κιούκορ των ήδη ως τότε τεσσάρων υποψηφιοτήτων.

Η ιστορία, βασισμένη απώτερα κι αυτή στην ιστορία του Πυγμαλίωνα του Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, απλή. Ένας αλαζονικός μελετητής της αγγλικής ορθοφωνίας, ο Καθηγητής Χίγκινς, «αναλαμβάνει» από καπρίτσιο να αναμορφώσει σε ευπαρουσίαστη αριστοκράτισσα μια φτωχή λουλουδού του Λονδίνου της οποίας η φωνή και η άρθρωση μπορεί να οδηγήσει ακόμα και μη Βρετανούς σε οριστική παράκρουση. Οπότε ποια θα την έπαιζε;

Η Τζούλι Άντριους, προ «Μαίρη Πόπινς» και «Μελωδίας της Ευτυχίας» ήταν η παρτενέρ του αναντικατάστατου Ρεξ Χάρισον στο θέατρο. Όμως η Warner ήθελε μια πιο αναγνωρίσιμη κινηματογραφικά ηθοποιό. Η Όντρεϊ Χέμπoρν ήταν προ των πυλών. Το πρόβλημα ήταν πια άλλου τύπου. Πώς να περάσεις μια γεννημένη γαλαζοαίματη για cockney λουλουδού; Πώς να κάνεις την Χέμπoρν που είχε μεγαλώσει στη ζωή της σε αριστοκρατικά σαλόνια της Ευρώπης να φαίνεται αμήχανη και «παράταιρη» περπατώντας τα; Στον Ρεξ Χάρισον δεν καλοφαινόταν το ενδεχόμενο, ήθελε την Τζούλι Άντριους.

Ωστόσο η ιστορία δεν θα άλλαζε. Η Όντρεϊ πήρε τον ρόλο, τυπικά για τον χαρακτήρα της έκανε καμπάνια να τον πάρει η Άντριους, όμως η Άντριους πήγε στην «Μαίρη Πόπινς» κι έτσι ήταν κι οι δυο ευχαριστημένες. Το ίδιο και ο Χάρισον που παραλαμβάνοντας το Όσκαρ Πρώτου Ανδρικού την βραδιά της απονομής ευχαρίστησε και τις δύο «ωραίες του κυρίες». Παραπονεμένη λίγο η Όντρεϊ. Σε μια ταινία 12 υποψηφιοτήτων δεν βρέθηκε μία να εκτιμήσει την μεγάλη της προσπάθεια. Κι επίσης, ακόμα χειρότερα για την ίδια, οι τεράστιες προσπάθειές της να καλύψει φωνητικά τον ρόλο, δεν ικανοποίησαν το στούντιο και το τραγούδι της ντουμπλαρίστηκε σχεδόν στην ολότητά του από την Μάρνι Νίξον. Αν το ήξερε, δήλωνε μετά, δεν θα έπαιρνε ποτέ τον ρόλο.

Και η ταινία; Η «Ωραία μου Κυρία» είναι, περισσότερο κι από μια γιορτή παλιομοδίτικου σινεμά απίστευτης αίγλης και σκηνογραφικής διεύθυνσης, μια γιορτή της αγγλικής γλώσσας, της άριστης στιχοπλασίας, της μουσικής του λόγου και της ορθοφωνίας, ειδικά αυτού του φοβερού του Ρεξ Χάρισον, που δεν μπορούσε να τραγουδήσει νότα κι όμως απήγγειλε εξαίσια ολόκληρο το ρόλο. Είναι επίσης δεδομένα μια ωραία ιστορία, σχεδόν πρωτοφεμινιστική μπορείς να την πεις, μ' ένα τέλος που βέβαια σήμερα δεν θα περνούσε ποτέ, αντιπροσωπεύει όμως την εποχή του – καθώς και την εποχή (αρχές 20ού αιώνα) που αναφέρεται.

Μουσική και τραγούδια είναι εξαιρετικά αν είσαι του ρεπερτορίου – και με ένα I Could Have Danced All Night δεν βρίσκω γιατί να μην είσαι – υπάρχουν σκηνές ανθολογίας για την εποχή τους και όχι μόνο (The Rain in Spain, η πρώτη γνωριμία, η Χέμπορν να βελάζει τα παράπονά της, όλο το εκπληκτικό σπίτι του Χάρισον – απαύγασμα σκηνογραφίας – κάθε αντιπαράθεση Χάρισον-Χέμπορν, τα αδιανόητα κοστούμια του μέγα Σέσιλ Μπίτον, τα φωνήεντα και τα h με την φλόγα, το Wouldn't it be Loverly ανάμεσα στα λουλούδια, το πρώτο πάρτι με το ασπρόμαυρο φόρεμα), τι να θυμήθεις, τι να ξεχάσεις...

Φυσικά υπάρχουν αδυναμίες, μια στατικότητα παραδοσιακή, μια, ας την πούμε, παραδοξότητα στην ταξική της ανάγνωση, μια μακρά διάρκεια (170') που αρνείται να αφαιρέσει νούμερα από το θεατρικό με αποτέλεσμα βλαπτικά για τον ρυθμό, το θέμα (και την διάρκεια) «διαλείμματα δράσης». Όμως τελικά η ιστορία, τα Όσκαρ και ο σημερινός θεατής που δεν έχει αλλοιωθεί οριστικά από το τηλεοπτικό ή δωρεάν βραχύβιο μοντερνιστικό κριτήριο, αποφαίνονται. Οκτώ Όσκαρ, ταινία, σκηνοθεσία, σενάριο ανάμεσά τους, καθώς κι ένα για τον ήχο και την ευρεσιτεχνία του μικροφώνου πάνω στον ηθοποιό (πρώτη φορά εδώ αυτό λοιπόν), θέση ανάμεσα στις σημαντικότερες αμερικανικές ταινίες όλων των εποχών για το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, αποκατάσταση το 1994, και μετέπειτα το 2015 για το blu-ray, που αποκαλύπτει μια αλλοιώτικα «αρωματισμένη» ευκρίνεια υψηλής ποιότητας κινηματογράφησης.

H «Ωραία μου Κυρία», απαστράπτουσα σήμερα στην ψηφιακή της ευκρίνεια, σας περιμένει να την απολαύσετε ή να την απολαύσετε εκ νέου οι ήδη θιασώτες. Με ταινίες σαν αυτήν τα Όσκαρ πήραν τα λαμπιόνια τους, τα παράσημα που ως σήμερα οφείλουν με περηφάνεια και ουδεμία προκατάληψη να φορούν.