The Magnificent Anderson! Οι συντάκτες του ΣΙΝΕΜΑ ψηφίζουν τις ταινίες του Γουές Άντερσον - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
9:23
1/5

The Magnificent Anderson! Οι συντάκτες του ΣΙΝΕΜΑ ψηφίζουν τις ταινίες του Γουές Άντερσον

Αιώνιο παιδί, ευρηματικός και με ανεξάντλητες εμπνεύσεις, ο υπέροχος Γουές Άντερσον κλείνει σήμερα τα 54! Οι συντάκτες του ΣΙΝΕΜΑ αξιολόγησαν τη φιλμογραφία του και ιδού τα αποτελέσματα.

Μέσα από ταινίες, διαφημίσεις και μικρού μήκους, ο Γουές Άντερσον παραδίδει ιδιόρρυθμους χαρακτήρες με indie ευαισθησία, ευθυγραμμισμένα πλάνα, έντονα χρώματα, διαλεχτά κοστούμια, έχοντας πάντα μία απολαυστική αγάπη στις λεπτομέρειες. 

Με αφορμή τα γενέθλιά του, και λίγες εβδομάδες πριν δούμε το «Asteroid City», φρεσκάρουμε εμμονικά τις 10 ταινίες του!

10. Κλέφτες... κατά λάθος (Bottle Rocket, 1996)

Το πρώτο φιλμ του Γουές Άντερσον ήταν μια μεγέθυνση ενός φιλόδοξου μικρού μήκους που έκανε λίγα χρόνια πριν, και παρουσίαζε με αταξινόμητο τρόπο τα όσα ωραία είχε στο μυαλό του ένα νέο παιδί που έμοιαζε με σπασικλάκι, αλλά έβλεπε πολύ σινεμά και είχε πλέον τα εφόδια να φτιάξει ένα παλαβό road movie, που έβαλε και αυτόν και τους αδερφούς Γουίλσον στον χάρτη.

Πήγε άπατο στα ταμεία τότε, αλλά μια μερίδα της κριτικής μίλησε για έναν σκηνοθέτη που θα έπρεπε να προσέξουμε στο μέλλον, ενώ το 2000 ο Μάρτιν Σκορσέζε το συμπεριέλαβε στις καλύτερες ταινίες των 90ς, τονίζοντας πως το είδε τυχαία, χωρίς να γνωρίζει τίποτα γι’ αυτό, και το θεώρησε ό,τι πιο φρέσκο είχε δώσει το αμερικανικό ανεξάρτητο σινεμά εκείνης της περιόδου. Τάσος Μελεμενίδης

9. Ταξίδι στο Darjeeling (The Darjeeling Limited, 2007)

Τρία αποξενωμένα αδέρφια επιβιβάζονται σε ένα μακρινό ταξίδι αναζήτησης της χαμένης τους πνευματικότητας, αλλά και της αδιάφορης μητέρας τους που έχει καταλήξει μοναχή σε κάποιο απομακρυσμένο μέρος στους πρόποδες των Ιμαλαΐων. 

Όουεν Γουίλσον, Τζέισον Σουόρτσμαν και Άντριεν Μπρόντι (σε εξαιρετική φόρμα ο τελευταίος) δεν λείπουν σχεδόν από κανένα από τα γνωστά, συμμετρικά πλάνα του σκηνοθέτη, ο οποίος βρίσκει χρωματικά τη Γη της επαγγελίας του σε ένα περίεργο, «ινδικό» road movie γεμάτο ανατροπές, που αναδίδει ανέλπιστη ζεστασιά, τρυφερό αδερφικό ανταγωνισμό, μη συνταγογραφημένα παυσίπονα και…. Βολταίρ Νούμερο 6! Αντζέλικα Χιούστον, και ο συνήθης Μπίλ Μάρεϊ σε μικρές αλλά κομβικές εμφανίσεις, με τον τελευταίο να πρωταγωνιστεί στον οπτικά υπέροχο πρόλογο της ταινίας. Η δε σχολαστική επιμέλεια του Άντερσον διακρίνεται ακόμη και στο σάουντρακ του φιλμ, το οποίο αποτελεί και μια τεράστια ηχητική αναφορά στο έργο του μεγάλου Ινδού δημιουργού, Σατγιαζίτ Ρέι. Πάνος Αχτσιόγλου

8. Υδάτινες Ιστορίες (The Life Aquatic With Steve Zissou, 2004)

Η αγάπη του Άντερσον για την προσωπικότητα και τα επιτεύγματα του Ζακ -Υβ Κουστώ γέννησαν την αλλοπρόσαλλη προσωπικότητα του Στιβ Ζισού, με έναν Μάρεϊ εκτός ελέγχου, να μεταπηδά για πλάκα από το γνωστό ανέκφραστο βλέμμα του σε εκρήξεις οργής και εμμονικές συμπεριφορές, κολλημένος με την ιδέα του ιαγουάρου-καρχαρία.

Πλάι του, η φήμη του σκηνοθέτη φέρνει πλέον ένα εντυπωσιακό καστ, κάτι που θα γίνει κανόνας στα επόμενα χρόνια, μαζί με τη προσθήκη offbeat χαρακτήρων όπως του βραζιλιάνου τραγουδοποιού Σέου Ζόρζε. Εκτός ρυθμού και λογικής από ένα σημείο και έπειτα, αλλά απενοχοποιημένα αστεία, ίσως η πιο καθαρά κωμική στιγμή του σκηνοθέτη, χάρη και στη βοήθεια του Νόα Μπάουμπακ που συνυπέγραψε το σενάριο. Τάσος Μελεμενίδης

7. Η Γαλλική Αποστολή (The French Dispatch, 2021)

Απειροελάχιστες φορές τις τελευταίες δεκαετίες έχει δεχτεί χολιγουντιανό στούντιο να υποστηρίξει γενναιόδωρα και άνευ όρων μια μεγαλειώδη τρέλα όπως αυτή που προσπάθησε να χωρέσει ο Γουές Άντερσον στην υπερπληθωρική καινούργια του ταινία. «Προσπάθησε να χωρέσει» είναι μια μάλλον ταιριαστή φράση για ένα φιλμ που στολίζει (αν όχι φορτώνει) με τόσες λεπτομέρειες και χαριτωμένες παραξενιές κάθε πλάνο του, ώστε η οθόνη δεν είναι ποτέ αρκετά μεγάλη για να το περιέχει.

Αυτό είναι, όμως, εσχάτως το φρενιτιώδες σύμπαν ενός δημιουργού χωρίς όμοιό του στο μοντέρνο σινεμά σε ό,τι αφορά το προσωπικό (και εύκολα αναγνωρίσιμο) ύφος που έχει καλλιεργήσει, την αισθητική που μανιακά περιφρουρεί και τη λογική καρτούν με την οποία περιστοιχίζει και διακοσμεί τις ταινίες του. Αν το καλοσκεφτεί κανείς, άλλωστε, ο Άντερσον είναι στην πραγματικότητα ένας ιδιότυπος σκηνοθέτης ανθρώπινων καρτούν.

Με ένα περφεξιονισμό και ένα επικό κωμικό όραμα που μόνο με τις δονκιχωτικές τρέλες του Ζακ Τατί μπορεί να συγκριθεί, χωρίς να τους μοιάζει εντελώς, η «Γαλλική Αποστολή» παραμένει μια ταινία με ξέχειλη δεξιοτεχνία, μια δεξαμενή ιδεών και αναφορών που μοιάζει αστείρευτη, μια φαντασμαγορική φάρσα. Όμως εν τέλει και μια δημιουργία χωρίς εμβρίθεια, που επιδεικνύει τα δαιμόνια ταλέντα του δημιουργού της, την ίδια ώρα που φανερώνει και τα (στενά πλέον) καλλιτεχνικά του όρια. Λουκάς Κατσίκας

6. Ο Απίθανος Κύριος Φοξ (The Fantastic Mr. Fox, 2009)

Ο «Απίθανος Κύριος Φοξ», η πολυαγαπημένη ιστορία του Ρόαλντ Νταλ («Ματίλντα», «Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας») γίνεται στα επιδέξια χέρια του πανούργου στυλίστα Γουές Άντερσον μία ακαταμάχητη ταινία. Η τεχνική του stop-motion συναντά τη ντελικάτη και ιδιόμορφη αισθητική του σκηνοθέτη, και η εκκεντρική ιστορία του Νταλ μεταμορφώνεται σε ένα μαγευτικό ενήλικο παραμύθι.

Με τη γοητεία μιας «αγέλης» από χειροποίητες κούκλες, ο Άντερσον ανανεώνει το «ξεπερασμένο», ισορροπεί τη συγκίνηση και την κωμωδία, ενορχηστρώνει ένα συναρπαστικό ταξίδι στα κινηματογραφικά είδη (από τις ταινίες δράσης και τη ρομαντική κομεντί, ως το κόμικ και το γουέστερν) και δίνει την ευκαιρία στον Αλεξάντρ Ντεσπλά να παραδώσει ευρηματικές μελωδίες. Πάνω απ' όλα μένει πιστός στη συνήθη θεματική του και μέσα από μία ιστορία για μία προβληματική οικογένεια, μιλά πολύχρωμα, ζωηρά και κεφάτα για το ζώο μέσα μας. Πάνος Γκένας

5. Το Νησί των Σκύλων (Isle of Dogs, 2018)

Έναν γνώριμα τρυφερό, συναισθηματικά γενναιόδωρο και σπιρτόζο Γουές Άντερσον συναντά κανείς στο «Νησί των Σκύλων», το φιλμ που άνοιξε την αυλαία του πρόσφατου Φεστιβάλ Βερολίνου. Στο δεύτερο stop-motion animation φιλμ της καριέρας του, ο Άντερσον διαχειρίζεται οικεία μοτίβα περί αγάπης, ελπίδας και τοξικών στερεοτύπων, μέσα από την ιστορία ενός 12ου αγοριού, του Ατάρι Κομπαγιάσι, το οποίο ξεκινά μια περιπετειώδη αναζήτηση του αγαπημένου του σκύλου, του Σποτς.

Ως μια αυθεντική δημιουργία του, παίζει ξανά με το ανώριμο πείσμα και τη στρυφνότητα των «μεγάλων» θέτοντάς τα σε ευθεία αντιπαράθεση με τη συναισθηματική ωριμότητα, τη γενναιότητα και τη μετά λόγου γνώσεως ανυπακοή που πρεσβεύουν οι «μικροί». Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που ο 12άχρονος πρωταγωνιστής είναι εκείνος που θέτει στο φινάλε το διπλό, απλό αλλά κομβικό ερώτημα: «ποιοι είμαστε και ποιοι θέλουμε να γίνουμε;». Παράλληλα βέβαια, με τις διαχρονικά επίκαιρες θεματικές όπως η άσκηση εξουσίας μέσω του φόβου και ο κοινωνικός στιγματισμός να τίθενται στο επίκεντρο της προσοχής, δε λείπουν σκηνές που φορτίζουν με νοηματοδοτήσεις το συλλογικό ασυνείδητο, ανοίγοντας διάλογο τόσο με το αδιέξοδο παρόν, όσο και με το εξαιρετικά οδυνηρό παρελθόν. Νεκτάριος Σάκκας

4. Ο Αρχάριος (Rushmore, 1998)

Αν το «Bottle Rocket» σύστησε ένα νέο παιδί χαμένο μέσα στο ιδιοσυγκρασιακό του χάος, το «Rushmore» ήταν περισσότερο μια διακήρυξη ιδεών, ένα μανιφέστο για το πως ο δημιουργός του θα επέλεγε να κινηθεί τα επόμενα χρόνια.

Με ήρωα έναν μαθητή λυκείου που βλέπει το ιδιωτικό σχολείο του ως παράδεισο και ασχολείται με οποιαδήποτε δραστηριότητα εκτός από τα μαθήματά του, ο Άντερσον φτιάχνει για πρώτη φορά μια ταινία που δεν ενδιαφέρεται να βγει έξω από τα όρια του φιλμικού σύμπαντός της καθώς τα όσα συμβαίνουν μέσα σε αυτήν φαίνεται να περνούν σε δεύτερη μοίρα μπροστά στην τελειότητα του μικρόκοσμού της. Η εμμονή με κάθε είδους χόμπι, ο ανυπόφορος εστετισμός του πρωταγωνιστή και η neo-deadpan μορφή του Μπιλ Μάρεϊ, στο ξεκίνημα μιας δεύτερης καριέρας, έγιναν τα φετίχ μιας ολόκληρης γενιάς. Τάσος Μελεμενίδης

3. Ξενοδοχείο Grand Budapest (Grand Budapest Hotel, 2014)

Με βασικό πρωταγωνιστή έναν ιδιόρρυθμο, γοητευτικό, ζιγκολό και παράξενο δάνδη (ναι όλα αυτά μαζί και με έναν Ρέιφ Φάινς σε απίστευτα κέφια!) το «Ξενοδοχείο Grand Budapest» είναι μία  παστέλ αλληγορία για την ευρωπαϊκή ιστορία ενός ολόκληρου (σχεδόν) αιώνα.

Τοποθετημένο σε μια φανταστική ευρωπαϊκή χώρα, τη Δημοκρατία της Ζουμπρόβκα κάπου κοντά στις Άλπεις, οι πελάτες του «Grand Budapest» κάνουν check-in σε μία ιστορία εγκλήματος, έρωτα, απόδρασης και δια-τρέχουν δεκαετίες Ιστορίας, μέσα από τις ιστορίες τους. Ανατροπές, χιούμορ, σπουδαία εικαστική διεύθυνση, επιρροές από τα βιβλία του Στέφαν Τσβάιχ κι ένα λαμπερό κάστ συνθέτουν την πιο πληθωρική ταινία του Άντερσον, που του απέφερε οσκαρική δόξα (βραβεία κοστουμιών, σκηνικών, μακιγιάζ, μουσικής) και αποτελεί τη μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία του. Πάνος Γκένας

2. Ο Έρωτας του Φεγγαριού (Moonrise Kingdom, 2012)

Ακόμα κι αν δεν υπήρχε η έννοια του χίψτερ, το «Moonrise Kingdom» θα είχε φροντίσει να τον επινοήσει. Αγαπήθηκε σε βαθμό υστερίας, γιορτάζοντας μέχρι τελευταίας απόχρωσης της χαρακτηριστικής παλέτας του Γουές Άντερσον τα καλοκαιρινά καρδιοχτύπια της ατίθασης νιότης, καθώς ακολουθεί το ρομαντικό αντάρτικο που σηκώνουν δυο πιτσιρίκια, κάνοντας άνω κάτω μια ολόκληρη κατασκήνωση και φυσικά τους μεγάλους.

Η ρετρό μελαγχολία του «Le temps de l'amour» της Φρανσουάζ Αρντί αγκαλιάζει με την μέγιστη δυνατή ηδυπάθεια ένα φιλμ που ατενίζεται σαν θερινό ηλιοβασίλεμα, δυσκολεύεται όμως να αναμετρηθεί με το βάθος άλλων ταινιών του Άντερσον, σαν τους «Royal Tenenbaums». Νεκτάριος Σάκκας

1. Οικογένεια Τένενμπαουμ (The Royal Tenenbaums, 2001)

Η «Οικογένεια Τένενμπαουμ» είναι η καλύτερη ταινία του Γουές Άντερσον. Κι αυτό γιατί, για σπάνια φορά, οι φαντασμαγορίες και τα φετιχιστικά στυλιζαρίσματα του σκηνοθέτη έρχονται να τοποθετηθούν στην υπηρεσία μιας όσο το δυνατόν λιγότερο εξυπνακίστικης ιστορίας και να ντύσουν με τρυφερές και συμπονετικές πινελιές μια ολόκληρη πινακοθήκη εκκεντρικών χαρακτήρων, οι οποίοι μέχρι το τέλος του φιλμ έχουν εξανθρωπιστεί και γίνει εξαιρετικά συμπαθείς.

Βοηθά, ασφαλώς, και το γεγονός ότι στην ταινία αυτή βρίσκεται μια από τις ωραιότερες ερμηνείες του Τζιν Χάκμαν, αυτού του τιτάνα της αμερικανικής υποκριτικής, ένα αξιαγάπητο επιτελείο ηθοποιών, ένα ψύχραιμο ζύγισμα των χιουμοριστικών και των δραματικών στοιχείων, ένα απίθανο σάουντρακ και μια αφήγηση η οποία προσπερνά πολύ γρήγορα τις όποιες σκηνοθετικές επιδειξιομανίες για να αντλήσει έως και συγκίνηση. Ιδίως όταν σταδιακά φανερώνεται ότι οι μελαγχολικοί «Τένενμπαουμ» δεν είναι παρά μια υπενθύμιση των αναγκαίων δεσμών που βοηθούν το πέρασμα από τις σύντομες στιγμές ευτυχίας του καθενός στη λύπη και από τη ζωή στο θάνατο να γίνεται πιο υποφερτό. Ίσως και πιο γλυκό. Λουκάς Κατσίκας