Κάννες 2016: Γυναίκες σε έναν κόσμο ανδρικής βίας - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
16:55
18/5

Κάννες 2016: Γυναίκες σε έναν κόσμο ανδρικής βίας

Με την τελευταία τους ταινία («Γυρίζοντας τον Κόσμο»), οι αδελφές Κουλέν εστιάζουν στο τραύμα του πολέμου από τη γυναικεία σκοπιά. Αριάν Λαμπέντ, Ανδρέας Κωνσταντίνου και Μάκης Παπαδημητρίου πρωταγωνιστούν στην ελληνική συμπαραγωγή που κέρδισε το χειροκρότημα του κοινού.

Αποστολή στις Κάννες: Νεκτάριος Σάκκας

Μέρα ελληνικού ενδιαφέροντος η χθεσινή στις Κάννες, αφού έκαναν πρεμιέρα τόσο το γεμάτο Έλληνες συντελεστές «Γυρίζοντας τον Κόσμο» («Voir du Pays» ο πρωτότυπος τίτλος) των Μιριέλ και Ντελφίν Κουλέν στο πλαίσιο του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα, καθώς επίσης το μικρού μήκους «Limbo» της Κωνσταντίνας Κοτζαμάνη στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών.

Η ελληνογαλλική συμπαραγωγή, μεγάλο μέρος της οποίας γυρίστηκε στη Ρόδο (με το νησί ωστόσο απεικονίζει την Κύπρο), διερευνά από την αισθητηριακά ευαίσθητη σκοπιά των δύο σκηνοθέτιδων των «17 Κοριτσιών», τη γυναικεία θέση σε έναν κόσμο ανδρικής βίας.

Η Ορόρ (Αριάν Λαμπέντ) και η Μαριάν (Σοκό) επιστρέφουν μαζί με τα μέλη της υπόλοιπης γαλλικής αποστολής από το Αφγανιστάν. Ενδιάμεσος σταθμός πριν τη Γαλλία η Κύπρος, όπου οι στρατιώτες θα περάσουν ένα τριήμερο αποφόρτισης σε πολυτελές ξενοδοχείο, όπως ορίζει το πρωτόκολλο. Όμως η φόρτιση από τις μνήμες του πολέμου δεν τακτοποιούνται έτσι εύκολα, με τις στρατιωτίνες, ισχνή μειοψηφία στο τάγμα, να καλούνται να αντιπαρέλθουν πέραν των όσων βίωσαν, στερεότυπα βαθιά χαραγμένα. Παράλληλα, η Ορόρ και η Μαριάν γνωρίζουν δύο νεαρούς ντόπιους (Ανδρέας Κωνσταντίνου και Μάκης Παπαδημητρίου στους ρόλους), όμως η επαφή με τον εκτός στρατεύματος κόσμο προσκρούει στον ανταγωνισμό και την καχυποψία.

Από τον πρωτότυπο τίτλο κιόλας, το «Γυρίζοντας τον Κόσμο» επιδιώκει να εξαπολύσει ειρωνία, διατηρώντας παράλληλα μια κάποια κατανόηση για την επιλογή νέων ανθρώπων χωρίς ουσιαστικές προοπτικές να βρεθούν οικειοθελώς σε έναν παράλογο πόλεμο, έχοντας την ευκαιρία - όπως τους πλασάρεται - να «γνωρίσουν τον κόσμο».

Το στοιχείο του στοχασμού πάνω στη γυναικεία βία, ωστόσο, που μας ανέπτυξαν οι σκηνοθέτιδες σε συνέντευξη που μας παραχώρησαν ένα μήνα πριν, απουσιάζει περιέργως από την ταινία τους, καθώς αυτή αφορά περισσότερο στη θέση της γυναίκας σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο (εν προκειμένω τον στρατιωτικό μικρόκοσμο και δευτερευόντως τον έξω κόσμο).

Ο χαρακτήρας της Λαμπέντ εμφανίζεται δεκτικός απέναντι στην ανώτερη αρχή, περισσότερο από ανάγκη να νιώσει μέσω της συντομότερης δυνατής διαδρομής ασφάλεια παρά από ευπιστία. Στον αντίποδα, η Σοκό υποδύεται ένα αγρίμι που βιάζεται να κλείσει λογαριασμούς και που αμφισβητεί έντονα τις επιλογές της. Το μεταξύ τους δίπολο δουλεύει σχηματικά μεν επαρκώς δε, με την πρώτη να ξεχωρίζει στη σύγκριση μέσα από τη μεθοδική εγκράτεια στην ερμηνεία της.

Η βία ως διαρκής προοπτική που περιβάλλει ποικιλοτρόπως τις ηρωίδες, την οποία εν μέρει βέβαια θυμίζουμε πως έχουν ενστερνιστεί από επιλογή όπως και οι συμπολεμιστές τους, είναι το υπόστρωμα πάνω στο οποίο καλούνται να διαχειριστούν τραυματικές εμπειρίες, καθώς και την επαναφορά στην όποια κανονικότητα.

Οι αδελφές Κουλέν προσέχουν αρκετά ώστε να μη δώσουν συγχωροχάρτι μέσω θυματοποίησης σε όσους σέρνονται από ανάγκη, άγνοια ή απλώς κυνισμό σε έναν πόλεμο που ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό την προσφυγική κρίση. Η τελευταία σκηνή μάλιστα, όπου το βλέμμα της Λαμπέντ διασταυρώνεται με έναν πρόσφυγα που βρίσκεται κλεισμένος σε περιπολικό, τοποθετείται για να καταδείξει (ή και να ξεμπερδεύει ενδεχομένως με) αυτήν ακριβώς την πτυχή. Στην πορεία της ταινίας επίσης, υπογραμμίζεται η μονίμως παρούσα απειλή της κακοποίησης γυναικών σε κλειστές δομές όπως ο στρατός.

Ταυτόχρονα όμως, υπάρχουν σκηνές που δεν εξυπηρετούν απολύτως τίποτε δραματουργικά, ενώ η τάση να ειπωθούν με διαλόγους όσα θα μπορούσαν να δειχθούν με το κατάλληλο πλάνο (μόνιμο μαράζι πολλών γαλλικών ταινιών) δε βοηθά, όπως επίσης και η πρεμούρα των Κουλέν να μιλήσουν για όλα (το άδικο και τις συνέπειες του πολέμου, την ανισότητα μεταξύ των φύλων, τον ανδρικό χαρακτήρα της βίας, τον κίνδυνο κακοποίησης κτλ) έστω και από λίγο. Λες και προσπαθούν να καλύψουν μια ατζέντα ενός δημόσιου διαλόγου αντί να κάνουν ταινία.

Διαβάστε ακόμη:
Κάννες 2016: Το ψυχολογικό δράμα και η ταινία τρόμου γίνονται άβολοι συγκάτοικοι στο «Personal Shopper» του Ολιβιέ Ασαγίας

Kάννες 2016: Η «Julieta» του Πέδρο Αλμοδόβαρ είναι άλλη μια γυναίκα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης
Κάννες 2016: Ο Τζάρμους μεγαλουργεί ξανά, γιορτάζοντας την ποίηση που φωλιάζει στην τετριμμένη καθημερινότητα
Κάννες 2016: Το «Café Society» είναι ένας γνώριμος αλλά αξιαγάπητος Γούντι Άλεν
Κάννες 2016: Mήπως το αξιολάτρευτο «Toni Erdmann» πρέπει να χαρίσει στη Γερμανία τον φετινό Χρυσό Φοίνικα;
Κάννες 2016: Το «BFG» είναι ένας Σπίλμπεργκ που θα μπορούσε να είναι Ζεμέκις ή Κολόμπους
Κάννες 2016: Ο Παρκ Τσαν-Γουκ καθηλώνει και πάλι με το σαγηνευτικό ερωτικό θρίλερ «The Handmaiden»
Κάννες 2016: Η καρδιά δίνει τους δικούς της αγώνες στο «Loving» του Τζεφ Νίκολς

Το «The Nice Guys» προσφέρει κωμική παραφροσύνη, εκρηκτική βία και απενοχοποιημένη ψυχαγωγία για όσους δεν ντρέπονται να τα ζητήσουν!
Κάννες 2016: «Η Τελευταία Παραλία», το τελευταίο αθώο σύνορο της Ευρώπης

Κάννες 2016: Ο Πάμπλο Λαραΐν συστήνει στις Κάννες έναν εξαιρετικό «Neruda»
Κάννες 2016: Το «Sieranevada» είναι ένα σχεδόν τρίωρο τεστ αντοχής που κρύβει άφθονες ανταμοιβές
Κάννες 2016: Είδαμε το «Money Monster» της Τζόντι Φόστερ