Αδάμ - ταινιες || cinemagazine.gr

Αδάμ

Adam

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2019
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Μαρόκο, Γαλλία, Βέλγιο, Κατάρ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαριάμ Τουζανί
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Μαριάμ Τουζανί
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Λούμπνα Αζαμπάλ, Νισρίν Εραντί, Ντουαέ Μπελκχαουντά, Αζίζ Χατάμπ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Βιρζινί Σουρντέ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 100'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Weird Wave
    Αδάμ

Μια νέα, μόνη, άστεγη κι ανεπιθύμητα έγκυος γυναίκα στο σημερινό Μαρόκο, βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι μιας βιοπαλαίστριας χήρας με παιδί. Οι επιλογές της ζωής τους πρόκειται να αλλάξουν εντελώς. Η 2η μεγάλου μήκους ταινία της Μαριάμ Τουζανί («Το Μπλε Καφτάνι») είναι ζεστό, «γεμάτο» σινεμά, απευθυνόμενο σε θεατές που περιφρουρούν την ανθρωπιά τους και δεν κρίνουν τους πάντες.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Δεν είναι εύκολη εποχή για τον ανθρωποκεντρικό κινηματογράφο – όχι μόνο για τον κινηματογράφο, προφανώς – έτσι όπως η «δημοκρατικά» εκφερόμενη άποψη τόσων γύρω μας έχει οξύνει τόσο τη διχόνοια κι έχει τόσο εξάψει το οφθαλμόν αντί οφθαλμού, αλλά και την ευθεία αντιπάθεια προς ό,τι δεν μας μοιάζει. Μια «ταινία από το Μαρόκο», μάλιστα, θα έχει την ατυχία να πέσει σε διασταυρούμενα πυρά: Σα να μην έφταναν οι «χιουμορίστες» της υποκουλτούρας που θάβουν οτιδήποτε δεν υπάγεται στο πεδίο ενδιαφέροντός τους (αν και μπορεί να αναλύουν ένα ματς, ή μια μαγειρική συνταγή ατελείωτα), εδώ προστίθεται και το μένος εναντίον «μαύρων, Μουσουλμάνων, Αφρικανών» που έχουν υποβιβαστεί από το ανθρώπινο επίπεδο σε αυτό του άρπαγα της κουλτούρας, των θησαυρών και του way of life μας – το οποίο βασικά αναλύει ένα ματς, ή μια μαγειρική συνταγή, ή αυτοφωτογραφίζεται σε κλαμπάκια ή παραλίες με πισινούς, κοιλιακούς και ποδοδάχτυλα, ή σκρολάρει ατελείωτα).

Προς το τέλος η ταινία βαραίνει, δυσκολεύει, και σου ζητά να καταλάβεις, να μεταφράσεις, «να μπεις στη θέση», διότι μόνο έτσι, σε ταινίες και ζωή, τα πράγματα βγάζουν κάποιο νόημα και ο κόσμος γίνεται καλύτερος

Θα μου πεις, «υπεραπλουστεύεις». Ή «γράψε την κριτική σου και πάψε». Οι κριτικές όμως δεν γράφονται στη γυάλα, από μεσοαστικά/μεγαλοαστικά πληκτρολόγια προς ομοϊδεάτες, καμμιά φορά φτωχαδάκια, που ζουν το όνειρο μιλώντας «περί τέχνης» που έλεγε στα μεγάλα του και ο Χάρρυ Κλυνν. Η κουβέντα περί μιας ταινίας για ανθρώπους τόσο μακριά/τόσο κοντά (πια), δεν διαφέρει διόλου από την κουβέντα του τι συμβαίνει γύρω μας, πως φτάσαμε να αποτελούμε τέτοιον κίνδυνο ο ένας για τον άλλον, πώς καταφέραμε να νοιώθουμε καλύτερα εκφράζοντας τέτοια αντιπάθεια και τόσο μίσος για κάποιους άλλους. Δεν (νομίζω πως) υπεραπλουστεύω. Κοιτάς τους ανθρώπους στα μάτια, τους βοηθάς αν μπορείς, δεν τους βλάπτεις, υπερασπίζεσαι το δικαίωμά τους να υπάρχουν και να εκφράζονται και η Γη συνεχίζει να γυρίζει καθώς και αυτοί ανταποδίδουν. (Εγκληματίες υπήρχαν πάντα, σήμερα υπάρχουν πιο πολλοί – είμαστε και πιο πολλοί – δεν έχει χρώμα η εγκληματικότητα, εξήγηση έχει. Αν αντί να την ψάχνουμε και αντί έμπρακτα να αλληλοβοηθιόμαστε χτίζουμε, οι αναμάρτητοι όλοι, επιχειρήματα μίσους, «μάχαιραν έδωκας, μάχαιραν θα λάβεις».)

Όλα τα παραπάνω υπάρχουν, υφέρποντας ή ανοιχτά, στην ταινία της Τουζανί. Μια ταινία που εξαρχής αποδεικνύει τις μπεργκμανικές καταβολές της σκηνοθέτιδας, τον σκηνοθετικό «κλασικισμό» της (όχι τυχαία 8/10 επιλογές της για το Sight and Sound είναι πριν το ’80), την προσήλωσή της στο πρόσωπο, στην βουβή εκφραστικότητα πλήθους κυνηγητών, πόνων, ατυχίας. «Ο θάνατος εδώ δεν ανήκει στις γυναίκες», λέει η μια. «Σχεδόν τίποτα δεν μας ανήκει εδώ», συμπληρώνει η άλλη.

Η ζωή όμως έρχεται από τις δυο αυτές γυναίκες. Την Σάμια (Νισρίν Εσραντί - θαυμάσια) και την Άμπλα (η τρομερή Λούμπαν Αζαμπάλ με ένα από εκείνα τα απίστευτα βλοσυρά πρόσωπα που αν μειδιάσουν κάτι όντως έγινε), την ανεπιθύμητα έγκυο και τη μάνα. Δυο μαχήτριες που, μεταξύ μας, εδώ στα γραφεία μας μυρωδιά δεν μπορούμε να πάρουμε, δυο γυναίκες, ωστόσο, που έχουν μπροστά τους το αίτημα μιας δραματουργίας (δηλαδή της ζωής της ίδιας) να μετατρέψουν την απελπισία σε κατάφαση.

Το τέμπο στο τελευταίο τρίτο της ταινία πέφτει σε χαράδρα, και ίσως κάποιοι θεατές να δυσκολευτούν, καθώς ως τότε η ροή ήταν άνετη και το θέλγητρο της καλοψυχίας των τεκταινόμενων σε κοιτάσματα. Είναι η ώρα που η ταινία βαραίνει, δυσκολεύει, και σου ζητά να καταλάβεις, να μεταφράσεις, «να μπεις στη θέση», διότι μόνο έτσι, σε ταινίες και ζωή, τα πράγματα βγάζουν κάποιο νόημα και ο κόσμος γίνεται καλύτερος. 

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Αδάμ
  • Αδάμ