Μια Συνηθισμένη Υπόθεση
An Ordinary Case
O Nτανιέλ Οτέιγ παίζει και σκηνοθετεί μια «συνηθισμένη υπόθεση» κινηματογραφικού δικαστικού δράματος που απογοητεύει όταν επιχειρεί να γίνει «ασυνήθιστη».
Η πίστη μας στον θεσμό της δικαιοσύνης και στον συνήθη τρόπο λειτουργίας του, τουλάχιστον σε δημοκρατικές περιοχές του πλανήτη, πηγαίνει περίπατο όταν κατηγορείται κάποιος για ένα ειδεχθές έγκλημα. Ναι, όταν η ενοχή του κατηγορουμένου μοιάζει αδιαμφισβήτητη, η υπεράσπη οφείλει να κρατήσει χαμηλούς τόνους για να μην διεγείρει το κοινό αίσθημα και να σεβαστεί τα θύματα, ωστόσο όλοι δικαιούνται νομική εκπροσώπηση. Στην πλειονότητα δικαστικών δραμάτων και δικαστικών θρίλερ ο δικηγόρος συνήθως αναλαμβάνει έναν αθώο που βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Χρειαζόμαστε την αθωότητα του πελάτη για να ακολουθήσουμε τον δικηγόρο στις προσπάθειές του, το σινεμά μοιάζει να τη θεωρεί conditio sine qua non, έστω κι αν τελικά «αποδειχθεί το ενάντιο». Θα είχε σίγουρα μεγάλο ενδιαφέρον μια ταινία όπου δικηγόρος αναλαμβάνει να υπερασπιστεί ένα τρισμέγιστο κάθαρμα, επειδή ακόμα κι αυτό αξίζει μια δίκαιη δίκη και όπου το ζητούμενο θα ήταν η διαφύλαξη της ακεραιότητας του θεσμού. Επειδή, όμως, αυτές οι ταινίες συνήθως θέλουν να τέρψουν το λαϊκό αίσθημα, δύσκολα θα τη δούμε.
Στη «Συνηθισμένη Υπόθεση» πάντως ο δικηγόρος έχει ακλόνητη πίστη στην αθωότητα του πελάτη του, που κατηγορείται για γυναικοκτονία, και γι' αυτό η υπόθεση αποκτά στοιχεία προσωπικής σταυροφορίας. Είναι μια ταινία που κατά βάθος επιδιώκει την ένταξή της στο είδος του δικαστικού θρίλερ, έχει όμως την εκφορά και τους τόνους ενός δικαστικού δράματος. Θα ήθελες λίγο καλύτερο γράψιμο στις σκηνές δικαστηρίου, ενδεχομένως και πλανοθεσία που να έχει κάτι παραπάνω να πει και όχι να δίνει απλώς εικόνα στις σελίδες του σεναρίου, ωστόσο οι φαν του είδους δεν θα δυσαρεστηθούν με το θέαμα. Δυστυχώς, παρά τις μετρημένες, στιβαρές ερμηνείες και τους κάποτε ενδιαφέροντες ελιγμούς της πλοκής, το φινάλε επιχειρεί να κάνει τη συνηθισμένη υπόθεση πιο ασυνήθιστη και καταλήγει να μην τραβήξει το χαλί κάτω από τα δικά μας πόδια, αλλά από εκείνα της ταινίας που παρακολουθούσαμε μέχρι εκείνη την ώρα, η οποία, μοιραία, προσγειώνεται ανώμαλα.