Πρόγευμα στο Τίφανις - ταινιες || cinemagazine.gr

Πρόγευμα στο Τίφανις

Breakfast at Tiffany's

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

1961
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: HΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μπλέικ Έντουαρντς
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Τζορτζ Άξελροντ
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Όντρεϊ Χέπμπορν, Τζορτζ Πέπαρντ
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Φραντς Πλάνερ, Φίλιπ Λάθροπ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Χένρι Μαντσίνι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 115'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Summer Classics
    Πρόγευμα στο Τίφανις

Βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Τρούμαν Καπότε, η ταινία που έχει καθιερωθεί ως μία από τις πιο αγαπημένες ρομαντικές κωμωδίες όλων των εποχών, επιστρέφει στους θερινούς κινηματογράφους αυτό το καλοκαίρι σε ψηφιακή αποκατάσταση 4K.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Ιστορική εμφάνιση της Όντρεϊ, αποφθεγματικό στυλ, αξέχαστο τραγούδι και μια σειρά από ευτράπελα, για την ταινία που οριοθετεί την «ανέμελη» όψη του αμερικανικού ‘60.

Εκείνα τα χρόνια βέβαια ήταν κάθε άλλο παρά ανέμελα. Όμως θες τα απόνερα της μεταπολεμική ευφορίας του ’50, θες η εν μέρει αποδραστική φύση του ψυχαγωγικού Χόλιγουντ, βάλε και την κοσμοπολίτικη ελπίδα της προεδρίας Κένεντι, το σινεμά της κομεντί έσπαγε τα ταμεία. Βέβαια η Paramount είχε αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου του Τρούμαν Καπότε, όχι μιας κομεντί. Αυτά όμως ήταν ψιλά γράμματα. Στα χέρια του Μπλέικ Έντουαρντς και του σεναριογράφου του Τζορτζ Άξελροντ (που σύγχυζε τον Καπότε επιπλέον γιατί τελικά είχε οικονομήσει παραπάνω από τα 650 χιλιάρικα που είχε βγάλει ο ίδιος πουλώντας την ιστορία του…), το «Πρόγευμα» δεν θα ήταν και πολύ αυτό που είχε φτιάξει ο συγγραφέας (και που έκανε κοτζάμ Νόρμαν Μέιλερ να τον θεωρεί τον καλύτερο της γενιάς τους). Θα ήταν όμως κάτι άλλο, καταλληλότερο για την χολιγουντιανή φύση, ιδανικό για την μυθοποίηση μιας εποχής. Και θα άφηνε ανεξίτηλη την πρωταγωνίστριά του.

Για τον ρόλο της Χόλι Γκολάιτλι ο Καπότε ήθελε την Μέριλιν. Είχαν προταθεί και άλλες, η Σίρλεϊ ΜακΛέιν, η Κιμ Νόβακ, αυτός ήθελε αυτήν. Βέβαια η λογοτεχνική Χόλι ήταν 19 κι η Μέριλιν 34, αλλά αυτός την έβλεπε από τότε που το έγραφε. Η Μέριλιν ήθελε, αλλά κάποιος της ψιθύρισε ότι ο ρόλος μιας πεταλουδίτσας συνοδού δεν ήταν ότι χρειαζόταν το προφίλ της κι εκείνη τον πίστεψε. Πήγε αντ’ αυτού στους «Αταίριαστους» του Χιούστον για το μεγαλειώδες κύκνειο άσμα της. Έξω από κάθε λογική, και με τον Καπότε έξαλλο, ο ρόλος πήγε στην 31χρονη Όντρεϊ Χέμπορν. Η οποία μετακόμισε με τον σύζυγο Μελ Φερέρ από την Ελβετία στη Νέα Υόρκη, μαζί με το τριών μηνών παιδάκι τους, και ανέλαβε έναν ρόλο που την γέμιζε ανασφάλεια.

Για τον ρόλο που πήρε ο Τζορτζ Πέπαρντ, είχαν επίσης προταθεί αρκετοί, προτιμότεροι εκ πρώτης όψεως (ο Τόνι Κέρτις ας πούμε, που μετά βδελυγμίας αρνιόταν ο Φερέρ να σταθεί δίπλα στην γυναίκα του), ο Στιβ ΜακΚούιν (είχε τηλεοπτική δέσμευση), αλλά ο ρόλος πήγε στον method ηθοποιό, που έβγαλε σε όλους το λάδι, πλακώθηκε με τον Έντουαρντς και τελικά έκανε και αυτό που ήθελε, αποστασιοποιούμενος κι αυτός από τον ρόλο όπως τον φαντάστηκε και το σενάριο και ο Κάποτε. Καπότε που για ένα διάστημα αυτοπροτάθηκε για τον ρόλο! Οι παραγωγοί χαμογέλασαν, πήραν ένα ορντέβρ και προχώρησαν σε επόμενο μεγαλοαστικό πηγαδάκι.

Ο Μαντσίνι, ήδη συνθετικό alter ego του σκηνοθέτη, ανέλαβε την μουσική παραδίδοντας ένα κλασικό πια δείγμα αυτού του jazzy/loungy πράγματος που έκανε τελειότερα από κάθε άλλον και από μόνο του αρκεί να αντιπροσωπεύει τις αρχές του αμερικανικού ’60 και της upper class ατμόσφαιράς του. Έγραψε όμως και το Moon River πάνω στη φωνή της Όντρεϊ, που λάτρεψε τη σκηνή και απάντησε το σχετικά αποφασισμένο «πάνω από το πτώμα μου» σε έναν executive που απερίφραστα αντιπαθούσε τη σκηνή και πρότεινε να αποβληθεί.

Το αποτέλεσμα μπορείς να το δεις από αντιδιαμετρικές πλευρές. Σαν δείγμα τυπικού, ελκυστικού χολιγουντιανού ιμπεριαλισμού του γούστου, σαν παράδειγμα προς αποφυγή ασεβούς λογοτεχνικής μεταφοράς, ως παράδειγμα χολιγουντιανής στρογγυλοποίησης ενός ακανθώδους θέματος, ακόμα και σαν ενδεικτικό, τώρα που τα ήθη έχουν αλλάξει επιθετικά, μιας ρατσιστικής υπερκουλτούρας, λόγω του yellowface χαρακτήρα του Μίκι Ρούνεϊ. Μπορείς φυσικά και να απεχθάνεσαι de facto αυτό το είδος σινεμά, αυτή την υπερφίαλη «αμερικανιά», αυτή την «ρομαντική κομεντί», αυτό το όνειδος.

Από την άλλη, αυτό που δεν μπορεί να αρνηθεί ένας σοβαρός θεατής, είναι ότι αυτό που διαλέγει να υπηρετήσει το έργο σπάνια έχει υπηρετηθεί καλύτερα – ίσως από μια πλευρά ποτέ ανάλογα. Από το αποφθεγματικό στιλ της Όντρεϊ και του little black dress, μέχρι την κριτική της νεοϋορκέζικης υψηλής κοινωνίας, κι από τον ρομαντικό αποδραστισμό μέχρι το τέλειο χώνεμα ενός κινηματογραφικού είδους, πάνοπλα φτιαγμένο με όλη τη λάμψη, το εκπάγλου καλλονής Τεχνικόλορ και τον αέρα του Μανχάταν, το «Πρόγευμα» αυτό μπορεί σήμερα πια να μοιάζει επιστημονική φαντασία μέσα στην ευδαιμονία του (παρά το καλοκρυμμένο σκοτάδι του), είναι όμως ένα ιστορικό, αισθητικό και κινηματογραφικό τεκμήριο μιας περασμένης εποχής.

Πέντε οσκαρικές υποψηφιότητες και δύο βραβεία – μουσικής και τραγουδιού στον Χένρι Μαντσίνι.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Πρόγευμα στο Τίφανις
  • Πρόγευμα στο Τίφανις