Λογική και Ευαισθησία - ταινιες || cinemagazine.gr

Λογική και Ευαισθησία

Sense and Sensibility

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η.Π.Α. / Ηνωμένο Βασίλειο, 1995
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ανγκ Λι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Έμα Τόμσον
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Έμα Τόμσον, Κέιτ Γουίνσλετ, Χιου Γκραντ, Άλαν Ρικμαν, Τζέμα Τζόουνς, Γρκέγκ Γουάιζ, Χιου Λόρι
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μάικλ Κάλτερ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Πάτρικ Ντόιλ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 135’
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Προοπτική
    Λογική και Ευαισθησία

Συνυφασμένη με την «υποχρεωτική ανάγνωση» για τη βελτίωση της αγγλικής στο φροντιστήριο, η Τζέιν Όστιν μοιάζει τελείως διαφορετική στην ταινία του Ανγκ Λι. Χαριτωμένη, ανάλαφρη, ενδιαφέρουσα και κάθε άλλο παρά βαρετή. Η συγγραφέας θα ήταν περήφανη…

Από τον Γιώργο Κρασσακόπουλο

Εκ πρώτης όψεως το ζευγάρι του Ταϊβανέζου σκηνοθέτη και της βικτοριανής μυθιστοριογράφου μοιάζει αταίριαστο, εντούτοις αυτά που τους ενώνουν είναι σίγουρα πολύ περισσότερα απ’ όσα τους χωρίζουν. Τόσο οι ταινίες του ενός όσο και τα βιβλία της άλλης δεν είναι παρά σημειωματάρια παρατηρήσεων μιας συγκεκριμένης κοινωνίας, μικρά σχόλια για την εποχή και τον τόπο, προσπάθειες εξερεύνησης και καταγραφής συναισθημάτων.

Εδώ το θέμα τους είναι η Βρετανία του περασμένου αιώνα και πιο συγκεκριμένα οι δεσποινίδες Ντάσγουντ, οι οποίες με το θάνατο του πατέρα τους στερούνται το δικαίωμα στην περιουσία του – οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν – και εγκαθίστανται με τη μητέρα τους σ’ ένα μικρό εξοχικό σπίτι. Η μεγαλύτερη αδελφή Έλινορ – η «Λογική»- είναι κρυφά ερωτευμένη με τον Έντουαρντ, έναν πλούσιο κληρονόμο, η Μαριάν – η «Ευαισθησία»- αρνείται τον έρωτα του μετρημένου συνταγματάρχη Μπράντον ποθώντας τον όμορφο και ασταθή Γουίλομπι. Μια σειρά από χαρακτήρες, κοινωνικές σταθερές και κανόνες ζωής της εποχής περνάνε μέσα από τις περιπέτειες των ηρωίδων μέχρις ότου αυτές καταλήξουν στο ευτυχές φινάλε.

Μοιραία ο Ανγκ Λι είναι ξένος στην εποχή και την κοινωνία που περιγράφει, έτσι αφήνεται να οδηγηθεί από το ίδιο το κείμενο, σκηνοθετώντας χαμηλότονα και –ίσως ακόμη και υπερβολικά κάποιες φορές – μετρημένα. Οι εντάσεις απουσιάζουν, δικαιολογημένα ως ένα σημείο, μια και οι ήρωές του είναι άνθρωποι που έχουν μάθει να μην εκφράζουν ποτέ ελεύθερα τα συναισθήματά τους, απουσιάζει όμως και η υπόκωφη εκείνη ένταση που θα έδινε δύναμη σε συγκεκριμένες δραματικές στιγμές.

Η Έμα Τόμσον έκανε μια θαυμάσια δουλειά στο σενάριο, τονίζοντας τις αστείες πλευρές του βιβλίου και φροντίζοντας να σπείρει πνευματώδεις ατάκες

Αν και σε καμιά περίπτωση δεν είναι το ζητούμενο, εντούτοις δε λείπουν παντελώς οι συναισθηματικά τεταμένες σκηνές, κάποιες (όπως αυτή που η Έλινορ κλαίει καθώς ο Έντουαρντ της ανακοινώνει ότι είναι ελεύθερος να την παντρευτεί), είναι μάλιστα εξαιρετικές, ωστόσο η ταινία κερδίζει το στοίχημα χάρη στις «κωμικές» ανάλαφρες στιγμές της. Η Έμα Τόμσον έκανε μια θαυμάσια δουλειά στο σενάριο, τονίζοντας τις αστείες πλευρές του βιβλίου, φροντίζοντας να σπείρει πνευματώδεις ατάκες και να χτίσει κωμικούς χαρακτήρες που δίνουν τον τόνο στην ταινία.

Το σενάριό της (υποψήφιο για Όσκαρ, όπως και η ερμηνεία της) είναι άλλωστε και το μεγαλύτερο ατού της. Με ιδιαίτερη μαεστρία κατάφερε να μετατρέψει μια προβλέψιμη ιστορία σε μια άκρως ενδιαφέρουσα «κομεντί», να αναδείξει το χιούμορ της και να σκιαγραφήσει με ιδιαίτερη εξυπνάδα τα συναισθήματα των χαρακτήρων της. Η Τόμσον είναι εξαιρετική και μετρημένη, η Κέιτ Γουίνσλετ ίσως λιγάκι υπερβολική μέσα στον αυθορμητισμό της, όμως ο Άλαν Ρίκμαν μοιάζει, παρά το μικρό του ρόλο, να κλέβει την παράσταση. Μοναδική εξαίρεση ο Χιου Γκραντ, που υποδύεται τον Έντουαρντ τόσο υπερβολικά που καταντά ανόητος και απίστευτα εκνευριστικός. Αν το σκάνδαλο με την Ντιβάιν Μπράουν δεν έβλαψε την καριέρα του, ερμηνείες σαν αυτή θα την καταστρέψουν.

Παρά την ανόητη παρουσία του Χιου Γκράντ, όμως, τα θετικά υπερτερούν κατά πολύ, η ταινία αφήνει μια χαριτωμένη ελαφρά διάθεση, καθόλου ταιριαστή με τις προκαταλήψεις που πιθανώς έχετε για τις ταινίες κοστουμιών. Η «Λογική και Ευαισθησία» αποδεικνύει ότι κάθε ταινία που διαδραματίζεται σε υπέροχα αγγλικά σπίτια και φροντισμένους κήπους δεν είναι απαραίτητο να μαστίζεται από την υπερφίαλη βεβαιότητα του αληθινού αριστουργήματος και την αμετροεπή σοβαροφάνεια που καταδυναστεύει τις ταινίες του Άιβορι.

Η κριτική της ταινίας δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο τεύχος 67 του περιοδικού ΣΙΝΕΜΑ, τον Απρίλιο του 1996

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Λογική και Ευαισθησία
  • Λογική και Ευαισθησία