The Hand of God - ταινιες || cinemagazine.gr

The Hand of God

The Hand of God

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2021
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ιταλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ / ΣΕΝΑΡΙΟ: Πάολο Σορεντίνο
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Φίλιπο Σκότι, Τόνι Σερβίλο, Τερέζα Σαπονάντζελο, Λουίζα Ρανιέρι, Ρενάτο Καρπεντιέρι
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ντάρια Ντ' Αντόνιο
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Λελέ Μαρτιτσέλι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 130'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Odeon
    The Hand of God

Το πιο προσωπικό φιλμ του Πάολο Σορεντίνο («Η Τέλεια Ομορφιά») μέχρι σήμερα, ήδη πολυβραβευμένο στο Φεστιβάλ Βενετίας, είναι ένα γλυκόπικρο μονοπάτι ενηλικίωσης με πυξίδα τη Νάπολη των 80s, τον Φελίνι και τον Μαραντόνα.

Από τον Νεκτάριο Σάκκα

Εσχάτως, άπειρα φιλμ έχουν παίξει μπάλα στο τερέν της νοσταλγίας για τα 80s. Τα περισσότερα επειδή η ρετρολαγνεία πουλάει. Ελάχιστα το έκαναν από καρδιάς. «Το Χέρι του Θεού» του Πάολο Σορεντίνο («Il Divo», «Η Τέλεια Ομορφιά») κατατάσσεται στη δεύτερη κατηγορία. Σηματοδοτεί τη συναισθηματικά φορτισμένη επιστροφή του Ιταλού δημιουργού στη γενέτειρά του, τη Νάπολη, για πρώτη φορά μετά το ντεμπούτο του «L’ Uomo In Più», είναι αυτοβιογραφικό, μεταγγίζει την έξαψη, την ανεμελιά αλλά και την τραγωδία που τον διαμόρφωσαν ως έφηβο, περιέχει ασφαλώς και όλες τις ενεργές εμμονές του. Όπως έχει πει σε συνέντευξη στο Variety, «είναι ένα φιλμ για το πεπρωμένο και την οικογένεια, τα σπορ και το σινεμά, την αγάπη και την απώλεια». Αναμενόμενα λοιπόν έχει πολύ Φελίνι στον πυρήνα του - πολλοί σημειώνουν σωστά πως ο Σορεντίνο κάνει εδώ το δικό του «Amarcord». Επίσης, δε θα μπορούσε να μην έχει το ίνδαλμα της νιότης του, τον Μαραντόνα, μιας φιγούρας που καθόρισε όχι μόνο τη Νάπολη αλλά ολόκληρη τη χώρα. Κυρίως όμως το «Χέρι του Θεού» έχει κάτι άλλο κρυμμένο στο μανίκι: είναι γεμάτο παραδοξότητες.

Ο τίτλος της ταινίας αναφέρεται φυσικά στο διαβόητο γκολ με το χέρι που ο Αργεντίνος παικταράς έβαλε κόντρα στον προημιτελικό με την Αγγλία στο Μουντιάλ του ‘86. Αλλά όχι μόνο σε αυτό. Ο θαυματουργός Ντιέγκο έβαλε κι αλλού το χέρι του, ακούσια αυτή τη φορά, όταν κάποτε το γεγονός ότι αγωνιζόταν σε ένα κρίσιμο ματς με τη φανέλα της Νάπολι «έσωσε» τη ζωή του 16χρονου τότε Πάολο Σορεντίνο, τις ώρες που ο τελευταίος βίωνε δίχως να το γνωρίζει τη μεγαλύτερη απώλεια της νιότης του. Αυτό το τελευταίο είναι μια λεπτομέρεια που καθορίζει την πορεία και του κεντρικού ήρωα της ταινίας, του Φαμπιέτο (τον υποδύεται νατουραλιστικά ο Φιλίπο Σκότι, μια Σαλαμε-τίζουσα φυσιογνωμία που κέρδισε το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού στη Βενετία). Αν από τα παραπάνω υποθέσετε πως το «Χέρι του Θεού» είναι ένα φιλμ γεμάτο μπάλα, κάνετε λάθος. Έχει πολλή αγάπη για τη μπάλα και τον Ντιέγκο και παρεμπιπτόντως κάνει τέλειο double bill με το εξαιρετικό ντοκιμαντέρ του Καπάντια για τον Μαραντόνα. Αλλά έχει ελάχιστο ποδόσφαιρο. Και αυτό είναι ένα πρώτο παράδοξο.

Το «Χέρι του Θεού» έχει κάτι άλλο κρυμμένο στο μανίκι: είναι γεμάτο παραδοξότητες

Ώρα όμως να μπούμε λίγο στα της πλοκής. Μέσα δεκαετίας του ‘80 και ολόκληρη η Νάπολη είναι στα κάγκελα από τις φήμες που θέλουν τον Μαραντόνα να παίρνει μεταγραφή για την τοπική ομάδα, η οποία δεν είναι δα και κανένα μεγαθήριο. Ο νεαρός Φαμπιέτο ζει και αναπνέει στο ενδεχόμενο να δει τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή στον κόσμο να αγωνίζεται με τη φανέλα της αγαπημένης του Νάπολι. Ανάμεσα στα φωνακλάδικα οικογενειακά τραπέζια, τις φάρσες που σκαρώνει η μητέρα του Μαρία (Τερέσα Σαπονάντζελο), τις συμβουλές του στοργικού πατέρα του Σαβέριο (Τόνι Σερβίλο) - κομμουνιστής τραπεζικός υπάλληλος ο συγκεκριμένος, τον καταπιεσμένο πόθο του για τη σέξι αλλά ταλαιπωρημένη θεία Πατρίτσια (Λουίζα Ρανιέρι), τις οντισιόν που ο μεγαλύτερος αδελφός του κυνηγάει ονειρευόμενος καριέρα ηθοποιού ή μιας αδελφής που είναι μονίμως κλεισμένη στο μπάνιο, ανάμεσα στα γέλια, την εφηβική εσωστρέφεια που κοιτάζει τον κόσμο με γνήσια απορία αν όλα γύρω είναι μια φάρσα ή ένα ατελείωτο δράμα, και μια τραγωδία που θα είναι ταυτόχρονα σωτήριο θαύμα για τον ίδιο, ο Φαμπιέτο θα ανακαλύψει τον έρωτα, το σεξ, κάτι από τον εαυτό του. Όπως την αγάπη για το σινεμά και την επιθυμία να γίνει σκηνοθέτης. Κυριότερα όμως θα διαπιστώσει τη σημασία της επιμονής, μία ποιότητα που ο αδελφός του εύστοχα διακρίνει στον Ντιέγκο ο οποίος, παρότι δεν είχε το ανάστημα ή τα σωματικά προσόντα, έγινε ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής στον κόσμο. Άλλο θαύμα κι αυτό.

Ως ένα σημείο μιλάμε για μια αρκετά γειωμένη ιστορία ενηλικίωσης, όμως η ταινία ανοίγει με ένα κάτι σαν θαύμα, πέρα για πέρα φελινικό στο ξεδίπλωμά του μέσα από δόσεις ιταλιάνικης υπερβολής και γελοίου που περιέχει. Ένα εναέριο πανοραμικό πλάνο στον κόλπο της Νάπολης - που παραδόξως δεν περιλαμβάνει στο βάθος τον Βεζούβιο - καταλήγει σε μια συνάντηση όπου ο Σαν Τζενάρο (ο πολιούχος άγιος της πόλης) βάζει (κυριολεκτικά) το χέρι του ώστε να λύσει το πρόβλημα γονιμότητας της θείας Πατρίτσια, υπό το βλέμμα του Μικρού Μοναχού, μιας διάσημης φιγούρας του ναπολιτάνικου φολκλόρ που σύμφωνα με το θρύλο μπορεί να αλλάξει τη μοίρα των θνητών. Αργότερα το ίδιο βράδυ η Πατρίτσια ξυλοφορτώνεται από τον ζηλιάρη άντρα της, με τον Φαμπιέτο και τους γονείς του να έρχονται τρικάβαλο για να τη σώσουν. Η επιστροφή της τριάδας στο σπίτι περιλαμβάνει πηγαία γέλια πάνω στο δίκυκλο και κάπως έτσι η εναρκτήρια σεκάνς - που ακόμα δεν έχει μεν Μαραντόνα αλλά αρκετό θαύμα και από μηχανής θεούς - παντρεύει όλο εκείνο το μεταφυσικό μυστήριο, τη βαρύνουσα σημειολογία, το τραγικό και την ελαφράδα. Στοιχεία με τα οποία ο Φελίνι συνέθετε ταινίες σαν το «Ντόλτσε Βίτα» και το «Amarcord».

Όλα εδώ βγάζουν καλύτερα νόημα για θεατές που αγαπούν το σινεμά του Φελίνι και που τους συναρπάζει ο μύθος του Μαραντόνα

Το γέλιο θα υπάρξει άφθονο ανά φάσεις, κυρίως συνυφασμένο με το ταμπεραμέντο του ιταλικού νότου και την οικογένεια ή κάποιες σπαρταριστά φαιδρές συνδέσεις της πολιτικής με το ποδόσφαιρο. Και θα συνυπάρξει με τη μελαγχολία μιας εφηβείας στα ψιλοχαμένα, αλλά και με το σπαραγμό της απώλειας, όπως συμβαίνει και στη ζωή. Δίχως να αποκλείει τους υπόλοιπους, όλα εδώ βγάζουν καλύτερα νόημα για θεατές που αγαπούν το σινεμά του Φελίνι, ο οποίος ήταν μοναδικός στο να συνδέει σημειολογικά και οπτικά το τετριμμένο με το υπερβατικό, που τους συναρπάζει ο Μαραντόνα και η μπάλα μα περισσότερο ο μύθος γύρω απ’ αυτά τα δύο, που έχουν απόθεμα ενδιαφέροντος για ένα coming-of-age δράμα με υπόγειες ανταμοιβές, ή που έχουν όρεξη να δουν πχ στην οικογενειακή εξόρμηση στο ηφαιστειογενές Στρόμπολι ένα κλείσιμο του ματιού στο ομώνυμο φιλμ του Ροσελίνι.

Ανάμεσα στην απόλυτη βιρτουοζιτέ του Σορεντίνο στο «Il Divo» που κατά τον υπογράφοντα παραμένει το αριστούργημά του, και στην εστέτ μεγαλοσύνη της «Τέλειας Ομορφιάς», το «Χέρι του Θεού» ορθώνεται σαν μια προσωπική κατάθεση ψυχής και μαζί μια φιλμικά αρθρωμένη συμφιλίωση με τις οδύνες του παρελθόντος, ενδεχομένως και το φορτίο όσων τον θέλουν να είναι ο νέος Φελίνι. Ανάμεσα σε χαρακτήρες που δίχως να περνούν απαρατήρητοι υπολείπονται σε ανάπτυξη μπροστά στο εφηβικό alter ego του σκηνοθέτη, ο Φαμπιέτο είναι σα να ενσαρκώνει εδώ για χάρη του δημιουργού του ένα φιλμ «φελινικίωσης» για τον Σορεντίνο, αν μας επιτραπεί το λογοπαίγνιο. Ίσως όχι τυχαία, ο νεαρός ήρωας εκφράζει την επιθυμία να γίνει σκηνοθέτης δίχως περαιτέρω εξηγήσεις, κάπως μαγικά. Λες και κάτι ξύπνησε μέσα του, επειδή έστησε αυτί σε μια οντισιόν που ο Ιταλός maestro έκανε στην πόλη και ακούγεται να λέει ότι «το σινεμά είναι αντιπερισπασμός», την ώρα που μια τραγική συγκυρία τον υποχρεώνει να αποκολληθεί βίαια από την οικογενειακή ασφάλεια. Όμως λίγο αργότερα, σε ένα άλλο γύρισμα που γίνεται στη Νάπολη, βλέπουμε έναν ηθοποιό κρεμασμένο ανάποδα, να αιωρείται όπως το άγαλμα του Ιησού στο εναρκτήριο πλάνο της «Ντόλτσε Βίτα». Τελικά, αυτό που ελκύει τον Φαμπιέτο στο σινεμά - κατ’ επέκταση και τον ίδιο τον έφηβο τότε Σορεντίνο - παραμένει μόνο διαισθητικά προσεγγίσιμο για τον θεατή. Η αίσθηση που αφήνει ο πρωταγωνιστής στο τέλος της ταινίας είναι ένα μυστήριο. Μονάχα εν μέρει διατυπωμένο.

Ένα φιλμ «φελινικίωσης» για τον Σορεντίνο

Αν και το παραπάνω ακούγεται κάπως παράξενο, ήρθε ίσως η στιγμή να επιστρέψουμε στις παραδοξότητες. Την κρυφή δύναμη του φιλμ. Όπως ο Βεζούβιος που εμφανίζεται μονάχα στο φινάλε, σε μια ταινία γεμάτη Νάπολη. Ή η αθέατη αδελφή του Φαμπιέτο που ακριβώς πριν καταστεί τελεσίδικα μια ανεκδοτολογική φιγούρα για την ιστορία, εμφανίζεται ξαφνικά να βγαίνει από το μπάνιο γεμάτη δάκρυα στα μάτια, σε μία από τις φαινομενικά πιο παράλογες και μαζί δυνατές σκηνές της ταινίας. Ή το γεγονός πως ο πρωταγωνιστής περιφέρεται για την περισσότερη ώρα με τα ακουστικά του γουόκμαν περασμένα στον λαιμό, δίχως σχεδόν ποτέ να τα βάζει στα αυτιά, τουλάχιστον μέχρι το φινάλε όπου ακούμε τελικά μαζί του τι ακούει. Σαν να πρόκειται για μια αλληγορία πάνω στον χρόνο της εφηβικής ιδιοσυγκρασίας ο οποίος υπόκεινται σε δικούς του κανόνες. Δίχως να ξεχνάμε πως ο Φαμπιέτο, παρότι φανατικός οπαδός της Νάπολι, λείπει από το ιστορικό κατόρθωμα της ομάδας να κατακτήσει για πρώτη φορά στην ιστορία της το ιταλικό πρωτάθλημα.

Για να μην το πάμε ένα βήμα παραπέρα, στην παραδοξότητα δηλαδή που χαρακτηρίζει το ίδιο το μέσο και τη σημερινή εποχή. Αφού το «Χέρι του Θεού», τιμημένο με το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής και Βραβεία Ερμηνείας για τη Σαπονάντζελο και τον Σκότι στο Φεστιβάλ Βενετίας, έτοιμο να εκπροσωπήσει την Ιταλία στα προσεχή Όσκαρ, είναι ακόμα μία παραγωγή του Netflix η οποία θα κάνει ένα τυπικό πέρασμα από τις σκοτεινές αίθουσες πριν τακτοποιηθεί οριστικά στη βιβλιοθήκη μιας πλατφόρμας η οποία - για την ώρα τουλάχιστον - δεν έχει φροντίσει να προσφέρει στους συνδρομητές της προηγούμενες ταινίες του Σορεντίνο. Ή ταινίες του Φελίνι.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • The Hand of God
  • The Hand of God