Αφού επανεφηύρε τον εαυτό του με την τριλογία του «Άνδρα στο Δωμάτιο», Ο Πολ Σρέιντερ επιστρέφει στο διαγωνιστικό των Καννών με μια ταινία για την αλήθεια, το ψέμα, τις τύψεις, τον Έρολ Μόρις και το θάνατο.
Ένα μικρό κινηματογραφικό συνεργείο στήνει ένα αυθόρμητο πλατό στο σπίτι του ετοιμοθάνατου φημισμένου σκηνοθέτη ντοκιμαντέρ, Λέοναρντ Φάιφ. Στόχος τους είναι να γυρίσουν μια συνέντευξη με τον πάλαι ποτέ μέντορά τους στο στυλ που ο ίδιος καθιέρωσε, για τις ανάγκες μιας ταινίας αφιερωμένης στη ζωή και το έργο του. Ο Φάιφ κάθεται απέναντι απ' την κάμερα, ζητάει να έρθουν κοντά οι δικοί του και υπόσχεται μια τελευταία εκ βαθέων εξομολόγηση.
Δεδομένης της πρόσφατης περιπέτειας που είχε ο Πολ Σρέιντερ με την υγεία του, οι συνειρμοί έρχονται σχεδόν αυτόματα. Κι όντως, το «Oh Canada» είναι μια περισυλλογή πάνω στην έννοια της θνητότητας και το επικείμενο τέλος. Μια σπουδή που καταλήγει στις τύψεις για όσα έμειναν κρυμμένα στο παρελθόν και μας κάνουν να μετανιώνουμε.
Ο Σρέιντερ συναντά τον ήρωά του στο τέλος του βιολογικού του νήματος, ουσιαστικά λίγες ώρες πριν πεθάνει όπως μας αφηγείται στην εισαγωγή ο γιος του. Ο Φάιφ καλείται από τους, βραβευμένους με Όσκαρ πλέον, πρώην μαθητές του να το ξετυλίξει και να το πιάσει απ' την αρχή. Η κατάστασή του όμως σε συνδυασμό με τη φαρμακευτική αγωγή ίσως θολώνουν το μνημονικό του. Το νήμα μπλέκεται σε διάφορα περιστατικά ήσσονος σημασίας, αλλάζοντας πρόσωπο στους πρωταγωνιστές τους και εξαφανίζοντας σταδιακά τον ειρμό από τη διήγησή του. Από την άλλη ο Φάιφ μπορεί να ξέρει ακριβώς τι κάνει κι απλά δεν θέλει να τον διακόπτουν.
Ο Σρέιντερ επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά πως είναι πολύ καλύτερος σεναριογράφος από σκηνοθέτης
Αυτό είναι και το βασικότερο συγκρουσιακό στοιχείο του σεναρίου, έργο ενός αδιαμφισβήτητα κορυφαίου σεναρίστα, που εκδηλώνεται με ένα συνεχές ανακάτεμα στους χρόνους κι έχει ως αποτέλεσμα τους Ρίτσαρντ Γκιρ και Τζέικομπ Ελόρντι να εναλλάσσονται στο ρόλο του Φάιφ, κάποιες φορές μέσα στην ίδια σκηνή. Σενάριο επίσης απατηλό και δόλιο, ειδικά αν αναλογιστούμε πως χτίζει την τραγωδία ενός ανθρώπου που σ' όλη του τη ζωή υπερασπίστηκε μέσω του ντοκιμαντέρ την αντικειμενική αλήθεια του - τώρα που το ντοκιμαντέρ είναι η ζωή του μοιάζει εντελώς ανίκανος γι' αυτήν. Σενάριο κι αφήγημα τέλος δαιμόνιο, γιατί ο Σρέιντερ έχει την ικανότητα με μία μεταθανάτια σεκάνς να ανατρέψει την τραγωδία σε ύβρη ατιμώρητη.
Το ίδιο εύρημα όμως αποδεικνύεται και απροσπέλαστος σκόπελος για τη σκηνοθεσία του, καθώς όσο στενεύουν τα περιθώρια της λογικής στις αφηγήσεις του Φάιφ, άλλο τόσο πληγώνεται η ακολουθία μιας ταινίας που από κάπου ξεκινά κι όντως θέλει κάπου να καταλήξει. Είναι τέτοιο το μπουρδούκλωμα κι ιδίως, τόσο ουτιδανό το αποτέλεσμα της περιπλάνησης στη μνήμη και τη λήθη, που το φιλμ μένει μετέωρο σε ένα άβολο συναίσθημα πως όλο αυτό το βεβιασμένα αντιγραμμικό του «Oh Canada» δεν άξιζε τον κόπο.
Κρατάμε ωστόσο την ζεστή εικαστική διεύθυνση που εναλλάσσεται μεταξύ έγχρωμου κι ασπρόμαυρου, σύγχρονου κι εποχής, μίνιμαλ και βίντατζ. Όπως και το ότι ίσως αποτελεί ένα φορτισμένο και σε κάθε περίπτωση αξιοπρεπή επίλογο σε μια μοναδική καριέρα. Λίγο νωρίτερα ο ίδιος ο Σρέιντερ είχε δηλώσει: «(κατάλαβα πως) αν ήταν να κάνω μια ταινία για το θάνατο, καλύτερα να βιαστώ».
Το cinemagazine ταξιδεύει στο 77ο Φεστιβάλ Καννών με την ευγενική υποστήριξη της Aegean Airlines.