Ταινία της Εβδομάδας: Το «Scarlet» του Πιέτρο Μαρσέλο θα το ζήλευε κι ο Ζακ Ντεμί - νεα || cinemagazine.gr
9:22
16/3

Ταινία της Εβδομάδας: Το «Scarlet» του Πιέτρο Μαρσέλο θα το ζήλευε κι ο Ζακ Ντεμί

H ταινία που άνοιξε το περσινό «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» των Καννών και το αθηναϊκό κοινό είχε τη δυνατότητα να δει πρώτο στις 28ες Νύχτες Πρεμιέρας, είναι ένα πρωτότυπο ρομαντικό παραμύθι που συνδυάζει τις πολιτικές ανησυχίες του Πιέτρο Μαρσέλο, με το μιούζικαλ και μια αυθεντικά μοντέρνα ματιά σε μια κλασική ηρωίδα,

Από τον Θοδωρή Καραμανώλη

Στη δεύτερη μεγάλου μήκους μυθοπλασία του ο Πιέτρο Μαρσέλο εγκαταλείπει την πατρίδα του για τη Γαλλία, δεν απομακρύνεται ωστόσο από το ύφος του «Μάρτιν Ίντεν». Συνεχίζει στην ίδια κατεύθυνση κι απαλλαγμένος από το βάρος ενός αδιαπραγμάτευτου κλασικού όπως το βιβλίο του Λόντον, μας (επανα)συστήνει ένα καθαρά προσωπικό στυλ, που συνδυάζει την αφηγηματική έλλειψη με τη μυθιστορηματική πληθωρικότητα ενός minor epic ή μιας ρομαντικής περιπέτειας όπως τα «Πορφυρά Πανιά» του Αλεξάντρ Γκριν.

Επιστρέφοντας σπίτι του μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου, ένας μεγαλόσωμος ξυλουργός μαθαίνει πως έχει γίνει πατέρας ενός γλυκύτατου κοριτσιού, της Ζιλιέτ. Παράλληλα μυστικά που δεν θέλουν και πολύ για να βγουν στην επιφάνεια, γεννούν εντάσεις που βάζουν τον ίδιο και την οικογένειά του στο στόχαστρο της τοπικής κοινωνίας. Μετά το θάνατο της γυναίκας του, αναλαμβάνει να μεγαλώσει μόνος την Ζιλιέτ, με μόνο στήριγμα τη σπιτονοικυρά του. Παρίας για τους ντόπιους, θησαυρός για τους οικείους της, η μικρή εξελίσσεται σε μια δυναμική όσο και χαρισματική κοπέλα. Μια μέρα η τρελή του χωριού θα τη βρει στη λίμνη και θα της πει πως κάποτε θα έρθουν να την πάρουν τα πορφυρά πανιά για να την οδηγήσουν σε μια καλύτερη ζωή. Κι η Ζιλιέτ από τότε περιμένει...

Το «Σκάρλετ» είναι ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας φτιαγμένος με μετρημένους φακούς και σελιλόζη

Τα πρώτα είκοσι λεπτά της ταινίας έχουν ελάχιστα έως τίποτα να κάνουν με τα «Πορφυρά Πανιά» του Γκριν (ή τουλάχιστον την ομότιτλη κινηματογραφική εκδοχή μέσα από την οποία το γνωρίσαμε). Η δράση έχει μεταφερθεί στη Γαλλία του Μεσοπολέμου, ο πρωταγωνιστής έχει γίνει από ψαράς ξυλουργός, ενώ μέχρι να φτάσουμε στην ιστορία της Ζιλιέτ, έχει μεσολαβήσει μια μακρά, εξόχως αφαιρετική εισαγωγή που αρχικά μοιάζει να οριοθετεί το πεδίο της επερχόμενης σύγκρουσης. Η πρώτη εντύπωση από την ταινία είναι ο μονότονος χτύπος μιας πένθιμης καμπάνας πάνω από αρχειακά πλάνα εργατών. Μέχρι να συναντήσει την πλοκή του πρωτότυπου η ιστορία του Μαρσέλο έχει ανοίξει τουλάχιστον 2-3 διαφορετικά μονοπάτια. Αυτά τα πρώτα λεπτά θα μπορούσαν να είναι το πρελούδιο για ένα εργατικό μελό, ένα PTSD δράμα ή μια ιστορία εκδίκησης για έναν τύπο που παίζει μόνος του ακορντεόν στο λιβάδι όσο η κάμερα ξεζουμάρει στο άπειρο.

Από τη στιγμή που φτάνουμε όμως στην κυρίως πλοκή, ο ήχος της καμπάνας γίνεται ένας μακρινός αντίλαλος που χάνεται στα κατάστιχα ενός -με την καλύτερη δυνατή έννοια- ανάλαφρου επιμύθιου στο ρομαντισμό. Με τη βοήθεια της χειραφετημένης σπιτονοικοκυράς τους (η καλύτερη εμφάνιση της Νοεμί Λβόβσκι εδώ και πολύ καιρό), ο πατέρας (Ραφαέλ Τιερί) βρίσκει γαλήνη φτιάχνοντας ξυλόγλυπτα παιχνίδια με τα γαργάντια χέρια του, κι η Ζιλιέτ (η πρωτοεμφανιζόμενη Ζιλιέτ Ζουάν) κατακτά τη δύναμη να βλέπει και να δείχνει το δικό της κόσμο, εξωτερικεύοντάς τον μέσα από σχέδια, ποιήματα και τραγούδια. Η τύχη θα προσγειώσει στην αυλή τους έναν γοητευτικό τυχοδιώκτη (Λουί Γκαρέλ) και με τον έρωτα στο κατώφλι, πλέον όλα τα κομμάτια του παραμυθιού είναι στη θέση τους.

Ο Μαρσέλο εξακολουθεί να είναι τρομερά οικονομημένος, όχι απλά παραλείποντας τα ευκόλως εννοούμενα, αλλά με έναν πολύ πιο ουσιαστικό τρόπο. Επιμένει πλέον στις στιγμές που οξύνουν την καλλιέπεια. Το στυλ του από ντοκιμαντερίστικο και νατουραλιστικό, γίνεται αιθέριο. Η ταινία μεταμορφώνεται με τρόπο ορθολογικά ρομαντικό, μέσα από τη δύναμη της αγάπης κι αυτό το ίσως για κάποιους κλισέ, δεν θα λειτουργούσε τόσο καλά αν δεν υπήρχε αυτή η τόσο μεθοδικά πλασμένη και αντιφατικά αντίθετη εισαγωγή.

Υπάρχει επίσης το θέμα της ηρωίδας του παραμυθιού, που εδώ δεν περιμένει τον πρίγκιπα να τη βοηθήσει, αλλά σώζει για να σωθεί. Δίνει μόνο σε όσους θέλει και έρχεται στα χέρια με αυτούς που της ζητάνε άκομψα κι επίμονα. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης ακόμη και πριν την πρεμιέρα της ταινίας στο περσινό φεστιβάλ των Καννών, είχε αναφερθεί εκτεταμένα στην απόπειρά του να εκμοντερνίσει την ιστορία. Εδώ όμως δεν μιλάμε απλά για μια ευτυχώς εκμοντερνισμένη εκδοχή, στα μέτρα και τα σταθμά της εποχής μας...

Το «Σκάρλετ» είναι ένας ιμπρεσιονιστικός πίνακας φτιαγμένος με μετρημένους φακούς και σελιλόζη, που παρά τη βαριά μπορντούρα του αφηγείται την πιο γλυκιά ιστορία. Δεν προσπαθεί να κρύψει τις αδυναμίες του, αλλά αποπειράται να τις κάνει κομμάτι της αισθητικής του. Όπου επιλέγει να είναι κλασικό δεν εξαντλείται στα πρότυπα, αλλά τα επαναπροσδιορίζει αλλάζοντας τους πρόσημο και διάθεση. Ξεκινάει από το σκοτάδι, αλλά με το βλέμμα καρφωμένο ψηλά. Κι εν τέλει απογειώνεται, μιας και τα «Πορφυρά Πανιά» αυτή τη φορά έρχονται απ' τους αιθέρες. Είναι μια μικρή αλλά υπέροχη ιστορία, που κρύβει μέσα της πολύ σινεμά και την πεμπτουσία του μοντέρνου.