Λένι Εϊμπραμσον: o υποψήφιος για όσκαρ σκηνοθέτης του «Δωματίου» μιλά στο cinemag

2016-02-10 17:51:14
Συνέντευξη στην Άντα Δαλιάκα

Ο Λένι Έϊμπραμσον, ο σκηνοθέτης που εκτόπισε τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και τον Ρίντλεϊ Σκοτ από την οσκαρική πεντάδα, μιλά στο cinemag και αποκαλύπτει μερικά από τα μυστικά που τον οδήγησαν στην πρώτη του “χρυσή” υποψηφιότητα.

Όταν τον περασμένο Οκτώβριο συναντήσαμε τον Λένι Εϊμπραμσον στα πλαίσια του Φεστιβάλ του Λονδίνου, ο θρίαμβος στο Τορόντο όπου το Δωμάτιο βραβεύτηκε με το Βραβείο Κοινού, ήταν ακόμα νωπός και η οσκαρική φιλολογία γύρω από την ταινία αφορούσε κυρίως την πρωταγωνίστρια Μπρι Λάρσον.

Ποιος θα το έλεγε ότι τέσσερις μήνες μετά, ο 49χρονος Ιρλανδός θα κατάφερνε να εκτοπίσει από τις υποψηφιότητες της Ακαδημίας στην σκηνοθεσία ιερά τοτέμ σαν τους Στίβεν Σπίλμπεργκ και Ρίντλεϊ Σκοτ. Ανέλπιστος άθλος οι τέσσερις οσκαρικές υποψηφιότητες του φιλμ (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, διασκευασμένου σεναρίου και α' γυναικείου ρόλου) έφεραν στο προσκήνιο όχι μόνο το αξιέπαινο μπεστ-σέλερ της Έμα Ντόναγκιου αλλά και έναν αθόρυβα προσηλωμένο στην τέχνη του σκηνοθέτη.

Ο Έϊμπραμσον είχε κάνει αίσθηση στο Σάντανς λίγο καιρό πριν, το 2014, με την εκκεντρική μουσική δραμεντί “Frank” (αντικαθιστώντας το πρόσωπο του Μάικλ Φασμπέντερ με ένα τεράστιο κεφάλι -μάσκα) όμως τα Όσκαρ ήταν ένα μακρινό όνειρο.

Στην “προφητική” συνέντευξη του Λένι Έϊμπραμσον στο cinemag αποκαλύπτονται μερικά από τα μυστικά που τον οδήγησαν στην πρώτη του “χρυσή” υποψηφιότητα.

Γιατί θελήσατε να μεταφέρετε αυτή την ιστορία στο σινεμά;

Με συγκίνησε πολύ το βιβλίο όταν το διάβασα. Ένας από τους λόγους ήταν ο γιος μου που τότε ήταν σχεδόν τεσσάρων χρονών βάζοντάς με σε πολλές σκέψεις γύρω από τις ευθύνες της ανατροφής ενός παιδιού. Το να έχεις παιδί είναι καμιά φορά διπλή εμπειρία γιατί επανέρχονται οι αναμνήσεις της δικής σου παιδικής ηλικίας με τους δικούς σου γονείς. Έχοντας αυτό στο μυαλό μου σκέφτηκα ότι θα ήταν συναρπαστικό και έξυπνο να ειπωθεί η ιστορία του εγκλεισμού της Μα και του Τζακ με έμφαση στην λειτουργικότητα της κατάστασης αντί των δυσκολιών της.

Μια τέτοια ιστορία μπορεί να πει πολλά για την ικανότητα των παιδιών να χτίσουν κάτι ακόμα και από το πιο περιοριστικό περιβάλλον όπως και για όλο το φάσμα της παιδικής ηλικίας από τη στιγμή που έχουν μια στέρεη σχέση. Το κίνητρο για εμένα ήταν ένας συνδυασμός πραγμάτων: ο ενθουσιασμός για το επίτευγμα του μυθιστορήματος, ο συναισθηματικός του αντίκτυπος και η ίδια η πρόκληση μιας ταινίας που να λειτουργεί γύρω από αυτή την ιστορία. Αν κάποιος μπορούσε να το κάνει, θα έπρεπε να επιτύχει μια πολύ συναισθηματική εμπειρία. Έτσι, άρχισα να γράφω σημειώσεις και τις έστειλα στην Έμα Ντόναχιου.

Θυμάστε την πρώτη πρόταση που της γράψατε;

Νομίζω ότι απλά είπα “ασε με να κάνω το βιβλίο ταινία!” (γέλια). Όχι, αλήθεια της περιέγραψα πόσο πολύ με είχε συνεπάρει το μυθιστόρημά της και της εξήγησα ακριβώς πως θα μπορούσε να γίνει ταινία. Ήξερα ότι επειδή είμαστε και οι δύο Ιρλανδοί θα συνεννοούμασταν χωρίς να χρειαστεί να υπερβάλλω. Απάντησε στην επιστολή μου και εκεί ξεκίνησαν όλα.

Υπάρχουν αναφορές στην υπόθεση Φριτζλ στην Αυστρία;

Η υπόθεση Φριτζλ ενέπνευσε το βιβλίο. Η Έμα μελέτησε την περίπτωση μικρότερου παιδιού των Φριτζλ που δεν είχε βγει ποτέ έξω στο φως της ημέρας καθώς και για τη διαδικασία ένταξής του στην κοινωνία που ακολούθησε. Ολοι ζούμε στη φούσκα – αν είμαστε τυχεροί - που οι γονείς δημιουργούν για εμάς προστατεύοντάς μας από τις σκοτεινές όψεις του κόσμου.

Κι όμως αυτή η φούσκα δεν είναι αδιαπέραστη. Καθώς μεγαλώνεις οι σκιές πέφτουν. Το ζητούμενο για την Έμα ήταν ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς διαχειρίζονται το ταξίδι των παιδιών τους στα σκοτεινά μέρητης ενηλικίωσης. Έγραψε μια ιστορία που είναι σε κάθε της λεπτομέρεια διαφορετική από την υπόθεση Φριτζλ, με πολλές προοπτικές.

Δικό της το βιβλίο, δικό της το σενάριο, πώς το πήρατε πάνω σας;

Υπάρχουν κάποιες διαφορές ανάμεσα στο σενάριο και το βιβλίο. Αυτό που κάναμε ήταν να αναμορφώσουμε το δεύτερο μέρος. Ένα από τα στοιχεία του βιβλίου είναι ότι βλέπουμε τη μητέρα μέσα από τη φωνή του παιδιού, χωρίς εκείνη να καθορίζεται ποτέ. Το χτίσιμο του χαρακτήρα της και η ενίσχυση της σχέση της με τη δική της μητέρα ώστε να έχουμε δύο σχέσεις μητέρας-παιδιού, ήταν δική μου ιδέα. Αισθανόμουν, επίσης, ότι η δεύτερη φάση του μυθιστορήματος που είναι μεγαλύτερη αναλογικά με το πρώτο μέρος, δεν θα κρατούσε στην ταινία.

Στο βιβλίο ο συγγραφέας έχει το ελεύθερο να εκτραπεί, να τονίσει το επιχείρημά του και ο αναγνώστης να απολαύσει την υπέροχη γλώσσα του αλλά ένα φιλμ είναι αμείλικτο αξιώνοντας την ένταση για να πάει παρακάτω τον θεατή. Επινοήσαμε, λοιπόν, την επιστροφή της μητέρας στο σπίτι ώστε να έχουμε ένα πιο ουσιώδες δεύτερο μέρος και να μελετήσουμε τις διαφορετικές έννοιες της “φυλακής”.

Ποιες ήταν οι παγίδες που έπρεπε να αποφύγετε και οι επιλογές που είχατε σαν σκηνοθέτης διασκευάζοντας το βιβλίο ώστε να επιτύχετε τον απαιτούμενο ρεαλισμό.

Μία από τις παγίδες ήταν αρχικά η τεχνική που θα αντικατόπτριζε την αφήγηση του παιδιού σε πρώτο πρόσωπο. Κάποιοι σκηνοθέτες είχαν προτείνει στην Έμα το animation ή την πραγματική του άποψη. Όλες υπέροχες ιδέες όμως εγώ πίστευα ότι στην περίπτωσή μας έπρεπε να υιοθετήσουμε μια ντελικάτη προσέγγιση, μη παρεμβατική, ώστε η οπτική των καταστάσεων να μην είναι πομπώδης και το κοινό να αισθάνεται ότι ανακαλύπτει πράγματα και να συγκινείται από αυτά.

Για μένα είναι καλύτερα αν ο σκηνοθέτης δεν σου τρίβει στο πρόσωπο τι πρέπει να αισθανθείς και τι όχι. Το άλλο που έπρεπε να κάνουμε ήταν να αφαιρέσουμε δευτερεύοντα στοιχεία από το δεύτερο μέρος του βιβλίου - την πρώτη εμπειρία του Τζακ στο εμπορικό κέντρο, ας πούμε – ώστε να καταστήσουμ τη σχέση της μητέρας με το παιδί αυστηρά το κέντρο της ταινίας από την αρχή ως το τέλος.

Η συγγραφέας απέφυγε στο βιβλίο τις μελοδραματικές οδούς που συνήθως προσφέρονται. Το ίδιο κάνατε κι εσείς.

Ήμουν πολύ κοντά στο μελόδραμα γιατί όσα συμβαίνουν στο βιβλίο είναι τρομερά δραματικά. Ένας από τους καλύτερους τρόπους να αποφύγεις το μελόδραμα είναι ο υπαινιγμός. Στα μελοδράματα που μου αρέσουν εμένα και θα με ενδιέφερε να κάνω ταινίες, επιλέγεις σκοπίμως στιγμές ανάμεσα στα δραματικά κομμάτια της ζωής. Δεν δείχνεις τη μεγάλη στιγμή απλώς εξάγεις επίτηδες το μελό. Εδώ έχουμε μια διαφορετική ιστορία.

Με ένταση, με σασπένς στο οποίο πρέπει να ανταποκριθείς και να φανείς άξιος των προσδοκιών του κοινού. Βεβαίως, η οπτική του παιδιού υπονομεύει το δράμα. Τα παιδιά αποδέχονται οποιονδήποτε κόσμο τους προσφέρεται το οποίο βρίσκω εξαιρετικά συγκινητικό. Ακόμα και η αφήγηση του Τζακ ποτέ δεν περιγράφει αυτό που βλέπει ο θεατής, αντίθετα αναφέρεται σε ένα φαινομενικά άσχετο στοιχείο του δικού του κόσμου.

 

Εχετε ασχοληθεί σε προηγούμενες ταινίες σας με το θέμα του κοινωνικού αποκλεισμού. Θα το αναγνωρίζατε κι εδώ ανάμεσα στις μεταφορικές έννοιες της ιστορίας;

Είναι ένα θέμα που με απασχολεί γενικά όχι όμως ιδιαίτερα σε αυτή την ταινία. Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες αναγνώσεις της ιστορίας είναι ότι υπάρχει μια σκοτεινή πλευρά στο να είσαι γονιός καθώς είναι μια σχέση που μπορεί να γίνει πολύ κλειστοφοβική και για τις δύο πλευρές. Κατά κάποιο τρόπο “κολλάει” ο ένας με τον άλλον.

Κάποιες φορές είναι το ωραιότερο πράγμα και κάποιες άλλες, ένας εφιάλτης. Υπάρχουν, επίσης, αναφορές στα χειρότερα είδη γάμου που μπορούν να προκύψουν (η σχέση του απαγωγέα και της Μα) και φυσικά, στην ενηλικίωση, την πολυπλοκότητα του κόσμου των ενηλίκων σε σχέση με το σύμπαν των παιδιών.

Η σκηνή της απόδρασης έχει μεγάλη αγωνία και ένταση. Πώς την προσεγγίσατε;

Ήταν μια σκηνή που παρουσίαζε πολλές προκλήσεις. Πώς εναλλάσσεις την πρώτη φάση του δράματος με τη δεύτερη έχοντας στη μέση μια σκηνή απόδρασης που τυπικά ανήκει σε άλλο κινηματογραφικό είδος; Προετοιμαστήκαμε πολύ στο τεχνικό κομμάτι πριν τη γυρίσουμε εντός και εκτός στούντιο. Νομίζω όμως ότι η περισσότερη δουλειά έγινε στο μοντάζ όπου μπορέσαμε να πειραματιστούμε με τη μουσική μέχρι να βρούμε αυτή που να τονίζει την αρχή του νέου ταξιδιού του Τζακ.

Συνήθως, αν πηγαίνεις για κάτι πολύ δυνατό σαν «καρύκευμα» σε μια σεκάνς όπως στη δικιά μας που έχει σασπένς, πρέπει να είναι απολύτως εναρμονισμένο με τη σκηνή. Γιατί ο θεατής ενδιαφέρεται γι’αυτό το παιδί, θέλει να είναι ασφαλές και φοβάται ότι δεν θα είναι. Κανονικά, συναισθήματα σαν κι αυτά τον κατακλύζουν και ίσως αρκούν. Και όμως, το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι η μουσική ανυψώνει και ταυτόχρονα πριμοδοτεί το σασπένς. Δουλέψαμε πολύ στο μοντάζ τον ήχο ώστε και τα δύο στοιχεία να συνυπάρξουν...

Ξεκινήσατε τη σταδιοδρομία σας σχετικά αργά. Εσείς ο ίδιος έχετε πει ότι αν είσαι σκηνοθέτης κανείς δεν δίνει σημασία σ’αυτό γιατί θεωρείσαι νέος ακόμα και στα 40 σου. Πλησιάζοντας τα 50, είστε ικανοποιημένος με την επαγγελματική σας διαδρομή;

Εχω πάντα αντιφατικά συναισθήματα για όλα. Όποια απόφαση κι αν πάρω πάντα σκέφτομαι και την παράλληλη επιλογή. Ζω την φανταστική βερσιόν της ζωής μου που είναι το αντίθετο! Αλλά τα πράγματα έχουν αρχίσει να προχωρούν προς το καλύτερο και σίγουρα αυτή το Δωμάτιο έχει τραβήξει την προσοχή πολλών και ανοίξει πολλές πόρτες σε πιο φιλόδοξα σχέδια που έχω. Σχέδια που είναι πλέον εφικτό να χρηματοδοτηθούν. Τα νέα είναι ενθαρρυντικά ωστόσο πρέπει να μείνω πιστός στο όραμά μου για τις ταινίες που θέλω να κάνω.

Δουλεύω 12 χρόνια, δεν θα βιαστώ ξαφνικά. Είμαι ευτυχισμένος που αυτή τη στιγμή στην καριέρα μου βιώνω πράγματα που με εξιτάρουν για να συνεχίσω. Εάν είχα ξεκινήσει νεότερος ή αν η πρώτη μου ταινία ήταν επιτυχία, νομίζω πως δεν θα ήξερα να το χειριστώ. Τώρα ξέρω τι με ενδιαφέρει και πως η προσωπική μου ανέλιξη θα με βοηθήσει να κάνω περισσότερες ταινίες. Ακόμα κάνω τους υπολογισμούς στο μυαλό μου πως αν έχω έτοιμη μια ταινία κάθε 18 μήνες προλαβαίνω να κάνω 16-17 πριν τα βαθιά γεράματα και είμαι εντάξει μ’αυτό! Με παρηγορεί.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ
ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ