Η Ιστορία της Γυναίκας Μου - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Η Ιστορία της Γυναίκας Μου

The Story of My Wife

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2021
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ουγγαρία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ίλντικο Ενιέντι
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Ίλντικο Ενιέντι
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Λεά Σεντού, Χάις Νάμπερ, Λουί Γκαρέλ, Σέρτζιο Ρουμπίνι
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μάρτσελ Ρεβ
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Αντάμ Μπαλάς
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 169'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Strada Films
    Η Ιστορία της Γυναίκας Μου

Η ιστορία της σχέσης ενός καπετάνιου που νυμφεύεται «την πρώτη γυναίκα που θα περάσει την πόρτα» και περνά μεγάλο μέρος της υπόλοιπης ζωής του προσπαθώντας να καταλάβει αν του ήταν άπιστη ή τον αγάπησε. Το ομώνυμο βιβλίο του Μίλαν Φουστ δίνει την ευκαιρία για μια σκηνοθετική καλλιγραφία ευρωπαϊκής ευαισθησίας της οποίας η βαθύτερη σκόπευση χάνεται στην ομίχλη του τελικού αποτελέσματος.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Αν θέλουμε να επιτεθούμε στην κινηματογραφική κριτική (όπως είναι της μόδας και πάλι λόγω λίστας Sight & Sound), η Ενιέντι είναι ένα από εκείνα τα παραδείγματα μιας απερίσκεπτης κριτικής παλίρροιας που ενίοτε ανεβάζει σε δυσθεώρητα ύψη δημιουργούς των οποίων το συνολικό έργο δεν τεκμηριώνει την τιμή. Βεβαίως, τόσο «Ο Εικοστός Αιώνας Μου» όσο και το πρόσφατο  «Η Ψυχή και το Σώμα», παρότι απέχοντα μεταξύ τους κοντά 30 χρόνια (1989 και 2017 αντίστοιχα), δικαιολογούν συγκεκριμένους επαίνους και είναι «καλές» ταινίες. (Διευκρίνιση: Καλές είναι οι ταινίες που σαλπάρουν προς μια κατεύθυνση και φτάνουν ακέραιες, ή δαφνοστεφείς, στον προορισμό τους. Σημαντικές είναι αυτές των οποίων ο προορισμός πραγματεύεται αυτά που καθορίζουν τη σχέση μας με τον κόσμο. Οι ορισμοί, αυτονόητα, ποικίλλουν ανάλογα με τον δημιουργό τους). Ωστόσο, για να κλείσουμε, το έργο της Ενιέντι δεν συντίθεται από ταινίες που να δικαιολογούν ερευνητικές μονογραφίες για την εμβέλειά της.

Αν λοιπόν ξεφορτωθεί κανείς τα μπαγκάζια των προσδοκιών, που συγκεκριμένες κύκλοι γέννησαν, «Η Ιστορία Της Γυναίκας Μου» δεν είναι όσο κακή ταινία γράφει μάλλον απαξιωτικά ο διεθνής Τύπος. Υπέρ της είναι το σίγουρο χέρι της Ενιέντι στην θωπευτική περιγραφή ενός ρομαντικοποιημένου Μεσοπολέμου, η ανακουφιστική (για αυτόν τον θεατή) καλλιτεχνική απεικόνιση δια μέσω μιας πολυτελούς ευρωπαϊκής «λογικής κι ευαισθησίας», η αναπόφευκτα συμβάλλουσα σκηνογραφία και φωτογραφία και το μελετημένο κάστινγκ – μαζί με την σκηνοθέτησή του.

Πάντως οι θεατές μιας ηλικίας υποσιτισμένης σήμερα σε κινηματογραφική καλαισθησία και ευρωπαϊκές νότες, μπορούν να αναπαυθούν σε μια ζεστή κινηματογραφική αίθουσα σίγουροι πώς η ταινία δεν θα τους εξαπατήσει ποτέ

Εδώ κατοικεί άλλο ένα προσόν της ταινίας. Ο Χάις Νάμπερ, με το τίμιο πρόσωπο, το μονοκόμματο στιλ και το «εύληπτο» βλέμμα του είναι η ωφέλιμη δραματική αντίθεση στην υγρή, αδιαπέραστη και ως εκ τούτου ακατάπαυστα γοητευτική Λεά Σεντού. Ο ναυτικός και η νύφη του, ο συνηθισμένος άντρας και μια εντελώς ασυνήθιστη, για τον κόσμο του, γυναίκα, είναι το δίπολο που καθορίζει την ιστορία και την αφήγηση. Η όψη και τα παίξιμο των δύο ηθοποιών, υπό την ευφυώς «ανδρική» οπτική που επιλέγει η Ενιέντι, φτιάχνουν ένα είδος ρομαντικού νουάρ, με τον αρσενικό να μοιάζει με έναν Ρόμπερτ Μίτσαμ απέναντι σε μια Τζέιν Γκριρ στο «Out of the Past» του Ζακ Τουρνέρ, με έναν άντρα που πιστεύει πώς είναι ικανότερος από όσο είναι, και μια γυναίκα σε ολότελα δικό της μήκος κύματος, ανεξήγητο στα ανδρικά μάτια που πασχίζουν να διακρίνουν κατανοητές μορφές και ευοίωνες συμπεριφορές.

Ατυχώς εδώ, και ενώ η προδιάθεση και οι δυνατότητες του καστ υπάρχουν, η Ενιέντι πλέει σε πελάγη απολύτου νηνεμίας τόσο δραματουργικής όσο και επιλογών. Η ταινία αμβλύνει αντί να οξύνει τις σκηνές της, η ένταση παραδίδεται σε ακαδημαϊκά ψήγματα και, ίσως το κυριότερο, η φυλετική ένταση απουσιάζει επιμένοντας να παρατηρεί με τις ανδρικές παρωπίδες την σύζυγο. Ιδεολογικά ντεμοντέ όσο κι αν ακούγεται αυτό, δεν συνεπάγεται απαραίτητα πρόβλημα, χρειαζόταν όμως να συνέβαινε μέσα από διάλογο, κάποια δράση και ορισμένα σκηνοθετικά υπονοούμενα – μιας και η Σεντού είναι μανούλα στο παίξιμο αυτό. Αντ’ αυτών το αίνιγμα της συζύγου, που επιλύεται κιόλας στο ρομαντικό twist του τέλους – επαφίεται στην έλλειψη πληροφορίας κι όχι στα διφυή που σε μια καλύτερη ταινία θα καραδοκούσαν. Επίσης να πούμε ότι ο αμερικανόφωνος διάλογος σε ένα πανευρωπαϊκό περιβάλλον, είναι εμπορικά αναγκαία μεν αλλά αισθητικά  όχι αρμοστή επιλογή.

Κι έτσι πάντως, ειδικά οι θεατές μιας ηλικίας υποσιτισμένης σήμερα σε κινηματογραφική καλαισθησία και ευρωπαϊκές νότες (το λιμάνι της Μάλτας, το Αμβούργο, η Βουδαπέστη, ο Μπαχ και το F Minor κονσέρτο του στην πιανιστική του εκδοχή, αρωματίζουν το έργο), μπορούν να αναπαυθούν σε μια ζεστή κινηματογραφική αίθουσα σίγουροι πώς η σχεδόν τρίωρη ταινία δεν θα τους εξαπατήσει ποτέ.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Η Ιστορία της Γυναίκας Μου
  • Η Ιστορία της Γυναίκας Μου