«Το Αρκάντια υπάρχει, όπου υπάρχουν άνθρωποι»: Γιώργος Ζώης και Βαγγέλης Μουρίκης μιλούν στο ΣΙΝΕΜΑ
Λίγο πριν την κυκλοφορία της νέας τους ταινίας «Αρκάντια», ο Γιώργος Ζώης και ο Βαγγέλης Μουρίκης μίλησαν στο ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr για το δικό τους Αρκάντια, τις στοιχειωμένες εμμονές των ηρώων, την κινηματογραφική αφήγηση, τη σημασία των βραβείων και τα παπούτσια.
Όταν ο Γιάννης και η Κατερίνα κληθούν να αναγνωρίσουν το θύμα ενός αυτοκινητιστικού, θα έρθουν σε επαφή με μια πραγματικότητα που κανείς τους δεν την περίμενε. Σε τούτη τη δεύτερη, μεγάλου μήκους ταινία του ο Γιώργος Ζώης επιστρέφει με τρυφερότητα, κατανόηση και νοιάξιμο για τους καθημερινούς ήρωες της ζωής, υφαίνοντας με λεπτότητα και σπαρακτική συγκίνηση μια ιστορία για αυτούς που μένουν, για αυτούς που φεύγουν και τελικά για όλους μας.
Τι είναι το Αρκάντια για εσένα; Τι σημαίνει;
Γιώργος Ζώης: Το Αρκάντια καταρχάς είναι το όνομα μιας ταβέρνας, ενός καφέ-μπαρ στην ταινία, όπου διάφοροι παράξενοι συνοδοιπόροι συναντιούνται εκεί τα βράδια και σαν μια πράξη αλληλεγγύης και τρυφερότητας μεταξύ τους, βοηθάνε ο ένας τον άλλον να φέρουν μνήμες του παρελθόντος στο παρόν.
Το Αρκάντια είναι μια πύλη μεταξύ δύο κόσμων, του φυσικού και του μεταφυσικού, του παρελθόντος και του μέλλοντος, του τώρα και του πριν. Είναι λες και βρίσκεται σε αυτό το No man's land μεταξύ δύο κόσμων που συνυπάρχουν εκεί. Ψάχναμε όνομα για μια ταβέρνα και σκεφτόμουν ονόματα όπως το Αυστραλία, ονόματα δηλαδή που να δηλώνουν μια ήπειρο, κάτι καινούργιο. Το Αρκάντια στην ελληνική μυθολογία είναι αυτός ο τόπος που τα πνεύματα συνυπάρχουν με τους ανθρώπους, είναι μια ουτοπία. Κάπως έτσι προέκυψε και ο τίτλος για την ταινία.
Πιστεύεις ότι κάθε θεατής θα το ερμηνεύσει με έναν δικό του τρόπο; Μπορεί να σημαίνει για τον καθένα από εμάς κάτι διαφορετικό;
Σίγουρα, έτσι πρέπει να είναι και έτσι είναι κατασκευασμένη και η ταινία. Είναι φτιαγμένη με τέτοιον τρόπο ώστε να έχει διαφορετικές αναγνώσεις, έτσι ώστε ο θεατής να έρχεται και σε συναισθηματικό και σε εγκεφαλικό οργασμό. Τουλάχιστον και για τις ταινίες που μου αρέσουν εμένα και που θέλω να κάνω, είναι και αιτούμενο να υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες.
Έτσι όπως είναι χτισμένος ο κόσμος στο Αρκάντια είναι σαν να υπάρχει ένας μικρόκοσμος αυτών των ηρώων και όσων γυρνάνε γύρω τους σαν δορυφόροι, μέσα στον δικό μας μακρόκοσμο. Πώς ήταν το ρεπεράζ; Φαντάζομαι έπαιξε μεγάλο στο να βρεθούν οι κατάλληλες τοποθεσίες για να δοθεί η αίσθηση του εγκιβωτισμένου σύμπαντος.
Το θέμα της ταινίας είναι, με έναν τρόπο, το στοίχειωμα. Οπότε και οι χώροι έπρεπε να έχουν ένα στοίχειωμα δικό τους. Το φράγμα, ας πούμε, είναι αυτό που χωρίζει τη γη και το νερό, έτσι και στην ταινία συνειδητά υπάρχουν δύο κόσμοι που χωρίζονται και τέμνονται κάπου. Το ίδιο και το δάσος που βρίσκεται δίπλα στην παραλία, πάλι χωρίζει τη γη από το νερό. Το σπίτι που έχει αυτά τα πολύ μεγάλα παράθυρα και χωρίζει το μέσα και το έξω. Όλοι οι χώροι, ακόμα και τα ίδια τα κάδρα υπακούν στη λογική του διαχωρισμού. Μαζί με τη φωτογραφία, τον ήχο, τις ερμηνείες, υποσυνείδητα δημιουργείται μια μουσική στοιχειώματος που διαπνέει όλη την ταινία.
Μου δίνεις και πάσα ως προς τη μουσική. Ακούμε ένα φοβερό κομμάτι μέσα στην ταινία, το «Μόλις κοιμηθεί το κύμα» σε μια εξαιρετική εκτέλεση. Πώς επιλέχθηκε αυτό το κομμάτι και πώς χωράει δραματουργικά στην ταινία;
Αυτό το κομμάτι προέκυψε όταν γράφαμε το σενάριο με την Κωνσταντίνα (Κοτζαμάνη) και ξαφνικά το άκουσα και ένιωσα πως, με κάποιον τρόπο, αποτελούσε τον πυρήνα της ταινίας. Καμιά φορά κάνεις μια ταινία και νιώθεις ότι υπάρχει ένα μυστικό και αυτό το μυστικό μπορεί να είναι μια φωτογραφία, ένα βλέμμα, ένα τραγούδι, ένα καρέ που το κρατάς μέσα σου σαν ανάμνηση. Εδώ όλες οι ιστορίες στροβιλίζονται γύρω από αυτό το κομμάτι. Μια από τις αγαπημένες μου σκηνές που θυμάμαι από όταν ήμουν φοιτητής, ήταν αυτή του Πολ Τόμας Άντερσον στο «Μανόλια» όπου όλοι οι ήρωες τραγουδάνε το ίδιο κομμάτι και έτσι συνδέονται μεταξύ τους. Έτσι και εδώ δημιουργήθηκε αυτή η μεγάλη σεκάνς του κομματιού που φέρνει κοντά όλους τους ήρωες, γιατί οι μεν το τραγουδάνε στους δε και έτσι ενώνονται όλοι μεταξύ τους, γι’ αυτό και νομίζω πως αυτή αποτελεί μια από τις πιο καθηλωτικές και συγκινητικές σκηνές της ταινίας.
Θέλω να σε ρωτήσω για το κομμάτι το φεστιβαλικό. Η ταινία έχει πάει ήδη πολύ καλά στα φεστιβάλ και νομίζω ότι θα συνεχίσει να πηγαίνει. Πόσο σημαντικό είναι να παίρνει φεστιβαλική αναγνώριση μια ταινία; Αναγκάζεται, θεωρείς, ο δημιουργός να συμβιβάσει το όραμά του προκειμένου να χαίρει εκτίμησης από τα φεστιβάλ και να συνεχίσει να παίρνει χρηματοδοτήσεις για τις επόμενες ταινίες του;
Κοίτα, στην Ελλάδα για παράδειγμα, παρόλο που η ταινία είχε μια πολύ επιτυχημένη φεστιβαλική πορεία το Κέντρο έδωσε λεφτά, ενώ η ΕΡΤ δεν έδωσε και μάλιστα σε ένα σενάριο που το είχαν διαλέξει στις Κάννες και το Βερολίνο. Είναι πολυπαραγοντικό το ζήτημα. Προσωπικά δεν με απασχολεί καθόλου, γιατί θα βγω παραέξω, θα δω ταινίες φίλων, Ελλήνων και ξένων σκηνοθετών, ωθώ κάπως και τον εαυτό μου να βγαίνει έξω από τον ελληνικό μικρόκοσμο. Το σινεμά είναι παγκόσμια γλώσσα και πρέπει να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας. Θεωρώ πως κάθε ταινία, αν έχει πραγματικά κάτι να πει, κάπως θα βρει τον δρόμο της. Πολύ σημαντικό σε αυτό και έχω δει ότι λειτουργεί και εδώ και έξω, είναι το word of mouth. Είδα ότι έχει αρχίσει να δουλεύει και στη δική μας ταινία. Είναι πολύ σημαντικό όταν κάποιος βγαίνει από μια ταινία να προτρέπει τον φίλο του να πάει να τη δει. Όταν υπάρχει το word of mouth δεν έχουν σημασία ούτε τα φεστιβάλ, ούτε οι περγαμηνές.
Κύριε Μουρίκη, θα ήθελα να σας κάνω την βασικότερη ερώτηση από την αρχή. Αγοράζετε μόνος σας τα παπούτσια σας;
Βαγγέλης Μουρίκης: (γέλια) Πάντα μόνος! Μεγάλη θεωρία τα παπούτσια. Παλιά τα έσκιζα, τώρα τα αφήνω σε λίγο καλύτερη κατάσταση. Μικρός τα έπαιρνα και τα έκοβα, τα περιποιούμουν ιδιαίτερα.
Οπότε κάνατε δικές σας παρεμβάσεις στα παπούτσια, δεν είναι ότι χαλούσαν από το πολύ περπάτημα.
Όχι από το πολύ περπάτημα, από το πολύ τρέξιμο, ανέβαινα τοίχους και τέτοια, τα έτρωγα λίγο από εδώ, λίγο από εκεί.
Υπήρχε μια φαγούρα όσο ήσασταν πιο νέος.
Φαγούρα ναι, τέλεια λέξη η φαγούρα.
Γ. Ζώης: Με τα παπούτσια έχει και νόημα. Και γενικά η φαγούρα είναι ωραία λέξη.
Στην ταινία υποδύεστε τον Γιάννη, έναν άνδρα που προοδευτικά θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με την ανάγκη αναγνώρισης του εαυτού του. Θα τον κάνατε παρέα τον Γιάννη;
Β. Μουρίκης: Παρέα, ναι, θα τον έκανα. Ενδιαφέρομαι για αυτόν τον άνθρωπο, γιατί η ιστορία του έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον και πιο πολύ από όλα νομίζω, έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που αντιδρά. Είναι ένας ήρωας ο οποίος, ας πούμε, από τη στιγμή που καλείται να παρουσιαστεί στην ταινία, βρίσκεται μόνιμα σε μια κατάσταση αντίδρασης σε ένα εξωτερικό γεγονός το οποίο του συμβαίνει αναπάντεχα. Οπότε μπροστά σε αυτήν την γνώση σιγά-σιγά σου δημιουργείται ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί τον βλέπεις ότι είναι αρκετά ιδιαίτερος και αρκετά προσεκτικός στο πώς αντιμετωπίζει το κάθε τι καινούριο το οποίο του σκάει μπροστά του.
Ουσιαστικά, δηλαδή, είναι ένας ήρωας ο οποίος ενώ έχει σωματικά απομακρυνθεί από το επάγγελμά του, το οποίο είναι χειρουργός, εντούτοις, ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το κάθε τι καινούριο που είναι μπροστά του, είναι σαν να βρίσκεται μπροστά σε ένα χειρουργείο στο οποίο, για κάποιον άλλο λόγο, έχει αρχίσει την επέμβαση για άλλον λόγο και αλλιώς εξελίσσεται. Ουσιαστικά κάνει κι αυτός μια επέμβαση στον εαυτό του. Από αυτήν την πλευρά ενδιαφέρεσαι. Στο τέλος, έχω την εντύπωση ότι καταλήγεις να τον συμπαθείς. Συμπαθείς ή αντιπαθείς κάποιον ανάλογα με το πώς αντιδράει σε ένα γεγονός. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μας δίνει το άνοιγμα να πούμε ότι είναι συμπαθητικό τυπάκι, κάτι κάνει, ουσιαστικά δεν προσβάλλει κάποιον.
Εμένα μου έδωσε την αίσθηση ότι είναι ένας άνθρωπος ο οποίος επιχειρεί το βήμα παρακάτω. Είναι πολύ σημαντική, νομίζω και η λέξη βήμα επειδή σχετίζεται με τα παπούτσια στην ταινία. Και έτσι έρχομαι και στην επόμενη ερώτησή μου. Μπορούμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε όταν δούμε τον εαυτό μας κατάματα;
Αυτό δουλεύει απελευθερωτικά για τον ήρωα στο τέλος. Δεν φεύγει σε πένθος, δεν φεύγει σε πέσιμο, φεύγει σε μια ανάταση κατά έναν τρόπο και σε μια αναγνώριση. Φεύγει σε μια αναγνώριση και του εαυτού του και του άλλου. Δεν συνειδητοποιεί μόνο ένα θέμα το οποίο έχει να κάνει με αυτόν, συνειδητοποιεί και ένα θέμα που έχει να κάνει με τον άλλον, στην συγκεκριμένη περίπτωση με τη γυναίκα του. Μάλιστα κάνει, όπως είπες - ωραία λέξη αυτή - κάνει μεγάλο βήμα αποδοχής της κατάστασης του άλλου. Έχω την εντύπωση ότι όλη αυτή η ιστορία τον ταρακούνησε προς τη σωστή για αυτόν κατεύθυνση. Τον ταρακούνησε δηλαδή προς ένα απελευθερωτικό επίπεδο και φυσικά καταλήγεις ότι οι αποφάσεις από εδώ και πέρα είναι δικές του.
Γ. Ζώης: Ο εγκλωβισμός έρχεται πάντα και από τις εξωτερικές συνθήκες και από το πώς τις διαχειρίζεται ο κάθε ήρωας. Μου αρέσει πάρα πολύ γενικότερα, όταν οι ήρωες είναι σε μια γκρίζα ζώνη. Εδώ και οι δύο είναι ένοχοι και αθώοι ταυτόχρονα σε αυτόν τον κόσμο. Παίζει πάρα πολύ η ταινία με αυτό.
Β. Μουρίκης: Είναι μικροί άνθρωποι μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα. Αυτό είμαστε όλοι.
Γ. Ζώης: Παίζει πολύ και το θέμα της απώλειας, το οποίο πολλοί το έχουν βιώσει προσωπικά, πολλοί όμως όχι και η ταινία σε βοηθάει να μπεις σε αυτό το μονοπάτι που δεν έχεις μπει ακόμα, στο μονοπάτι της αποδοχής και της κατανόησης πως πρόκειται για κομμάτι της ζωής.
Β. Μουρίκης: Πέρα από όλα αυτά, πάντως, τα πιο συμβολικά και μεγάλα νοήματα, υπάρχει μια ωραία ιστορία που λέγεται εδώ, ένα ωραίο σενάριο. Είναι ένα ωραίο «τι θα γινόταν εάν».
Νομίζω πως από το σινεμά πλέον λείπουν οι ιστορίες. Πολλοί κυνηγούν την εικόνα και η αφήγηση περνάει σε δεύτερη μοίρα.
Γ. Ζώης: Ήταν συνειδητή επιλογή όταν γράφαμε την ταινία με την Κωνσταντίνα, είπαμε θα κάνουμε storytelling, θα πούμε μια ιστορία για πραγματικούς ανθρώπους που έχουν πραγματικά κίνητρα.
Πώς ήταν η συνεργασία σας με την Αγγελική Παπούλια; Γιατί από χημεία και από συνταίριασμα κινηματογραφικό, παίρνετε άριστα δέκα.
Β. Μουρίκης: Άρα απαντήσατε μόνη σας για το πως ήταν η συνεργασία μας! Η Αγγελική ήταν μόνιμα στο ζητούμενο, γιατί σαν χαρακτήρες δεν είχαμε άμεση επαφή. Το αποτέλεσμα το οποίο περιέγραψες πριν, νομίζω δείχνει και τη σχέση. Είναι μια ταινία από αυτές που λες, εδώ έχεις κάποιον ο οποίος φροντίζει την κατάσταση των πραγμάτων και δεν μπορούσε να γίνει κι αλλιώς σε μια τέτοια ταινία όπου τα πάντα είναι μετρημένα στο ακριβώς. Οπότε έχει φροντίσει και για τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους. Έχω την εντύπωση ότι όλοι οι ήρωες ανταποκρίνονται ο ένας τον άλλο με έναν πολύ ωραίο τρόπο. Οι σχέσεις είναι ζωντανές, τρέχει αίμα από κάτω.
Για εσάς τι σημασία έχουν τα βραβεία; Λάβατε το βραβείο Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Χονγκ Κονγκ.
Β. Μουρίκης: Εγώ έχω καταλήξει ότι δεν βραβεύεται ένας, αλλά βραβεύεται η ταινία σαν σύνολο και άλλοι τόσοι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτήν την ταινία.
Γ. Ζώης: Τα βραβεία είναι εύκαιρα, θα έπρεπε να είναι από πάγο και σιγά σιγά να λιώνουν.
Β. Μουρίκης: Νομίζω πως το πιο σημαντικό σε μια τέτοια είδους διάκριση, είναι το γιατί δίνουν αυτό το βραβείο, το σκεπτικό πίσω από αυτό, γιατί από αυτό το σκεπτικό θα μάθεις και εσύ που το παίρνεις. Σου ανοίγουν μια πόρτα για να δεις κάτι παραπέρα από αυτό που είδες εσύ. Στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για πολιτισμικό άλμα, το γεγονός δηλαδή ότι το βραβείο ήταν από την Ασία. Σημαίνει ότι έχεις επικοινωνήσει ένα μεγάλο κομμάτι του έργου σου και του έργου στο οποίο ανήκεις.
Γιώργος Ζώης, Αγγελική Παπούλια και Βαγγέλης Μουρίκης στην επίσημη πρεμιέρα της ταινίας
Αν το Αρκάντια ήταν υπαρκτό στον δικό μας κόσμο, τι μαγαζί θα ήταν για εσάς;
Β. Μουρίκης: Θα ήταν μια έκπληξη. Κατά την άποψή μου θα μπορούσε να είναι οτιδήποτε, κάτι διαφορετικό κάθε φορά. Σημασία έχει αυτό που γίνεται μέσα στο μαγαζί. Μακάρι να δούμε και να βρούμε τους φίλους μας, τους οποίους ακόμα ψάχνουμε.
Γ. Ζώης: Το Αρκάντια υπάρχει όπου υπάρχουν άνθρωποι. Οι άνθρωποι κουβαλάνε τις εμμονές τους, πράττουν σύμφωνα με αυτές, τους στοιχειώνουν. Εδώ ο Γιάννης έρχεται φοβερά αντιμέτωπος με τις εμμονές του και το εγώ του. Είναι ένα διπλό σοκ που μπορεί να τον κάνει να αλλάξει παπούτσια.
Β. Μουρίκης: Αλλάζει το βήμα του, είναι μεγάλη ιστορία αυτή.
Γ. Ζώης: Η ταινία βάζει, πάντως, πολλά ερωτήματα και νομίζω αυτά τα ερωτήματα φυτεύονται και είναι ωραίο μετά να βγεις από την προβολή με την ταινία να σε ακολουθεί τις επόμενες μέρες και να βλέπεις πια τα πράγματα με μια μικρή μετατόπιση.
INFO
Η ταινία «Αρκάντια» κυκλοφορεί στις αίθουσες την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου από την Tanweer.