Μια Μέρα στη Σαγκάη - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Μια Μέρα στη Σαγκάη

A Day in the Life of a Teddy Bear

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2020
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ελλάδα, Κίνα
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βασίλης Ξηρός
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Βασίλης Ξηρός
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Δημήτρης Μοθωναίος, Του Χούα, Ζανγκ Ζεν
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Νίκος Πλατύραχος
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 105'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Feelgood Entertainment
    Μια Μέρα στη Σαγκάη

Μια ευγενής προσπάθεια στο είδος του ρομαντικού δράματος, η οποία διεκδικεί τον χώρο για ένα ελληνικό σινεμά που αποτελεί περισσότερο συναισθηματική, παρά διανοητική κατασκευή.

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Αν επιχειρήσεις μια χαρτογράφηση του ελληνικού σινεμά της τελευταίας δεκαετίας, θα παρατηρήσεις την στροφή μιας γενιάς νεότερων δημιουργών σε ένα weird κινηματογραφικό συντακτικό, το οποίο παραμένει, ασφαλώς, προτιμότερο από τα δημιουργικά απόνερα του ΝΕΚ κι από κωμωδίες τηλεοπτικής αισθητικής. Εξηγείται επειδή μεγάλωναν παράλληλα με το ξέσπασμα αυτού του αισθητικού ρεύματος – με τα όσα παρακλάδια του και τις όποιες ενστάσεις των σκηνοθετών για την ύπαρξή του. Εξηγείται, επίσης, και επειδή αυτό ζητούσαν (και ενίοτε επιβράβευαν) τα φεστιβάλ του εξωτερικού, αλλά και του εσωτερικού. Κάπως έτσι το κενό στο αφηγηματικό σινεμά και στο σινεμά των ειδών παρέμεινε.

Γράφοντας για το «Μια Μέρα στη Σαγκάη» μπορείς να σταθείς στην ένδεια της παραγωγής, στον όχι πάντα άψογο χρονισμό μεταξύ του πρωταγωνιστικού διδύμου, στην απουσία του αιχμηρού ρεαλισμού και του σύνθετου διαλογικού μπρα-ντε-φερ της τριλογίας «Before» του Λινκλέιτερ, που είναι και το πρότυπο αναφοράς του έργου. Μπορείς, από την άλλη, να αναγνωρίσεις τα προτερήματα μιας ευγενούς προσπάθειας στο είδος, καθώς και την διεκδίκηση του χώρου (και) για ένα ελληνικό -όχι απαραίτητα ελληνόφωνο- σινεμά που αποτελεί περισσότερο συναισθηματική, παρά διανοητική κατασκευή.

Ως διεθνής γλώσσα, η μουσική θα γεφυρώσει τη σύγκρουση πολιτισμών, αλλά και χαρακτήρων, θα καταστεί ένας κοινός τόπος για τον ευγενικά διαχυτικό και παρορμητικό Πάνο και την πιο μαζεμένη και πειθαρχημένη Τζίνξι.

Στο ντεμπούτο του Βασίλη Ξηρού, η Τζίνξι, μια νεαρή βιολονίστα, αποξενωμένη από τον πατέρα της και έτοιμη να φύγει για το εξωτερικό, συναντά τον Πάνο, έναν νεαρό αρχιτέκτονα που ζει και εργάζεται στη Σαγκάη. Ένα αρκουδάκι πεταμένο στο πεζοδρόμιο θα γίνει το εργαλείο για το «meet cute», τη χαριτωμένη συνάντηση δηλαδή, που θα σταθεί η αφορμή για την ανάπτυξη ρομαντικής διάθεσης ανάμεσά τους. Το αρκουδάκι γίνεται παρατηρητής, αλλά και μέσο για την έκφραση των συναισθημάτων διαφορετικών χαρακτηρων– απολύτως κατάλληλη η επιλογή του αντικειμένου, καθώς ένα αρκουδάκι είναι συνώνυμο της στοργής. Οι δύο νέοι περπατούν στα σοκάκια της πόλης, συζητούν περί έρωτα και άλλων δαιμονίων και έρχονται πιο κοντά σε μια σκηνή, όπου μοιράζονται τη μουσική τους. Ως διεθνής γλώσσα, η μουσική θα γεφυρώσει τη σύγκρουση πολιτισμών αλλά και χαρακτήρων, θα καταστεί ένας κοινός τόπος για τον ευγενικά διαχυτικό και παρορμητικό Πάνο του Δημήτρη Μοθωναίου και την πιο μαζεμένη και πειθαρχημένη Τζίνξι της Του Χούα.

Θα υπάρξουν κι άλλες τρυφερές στιγμές, όπως μια φαντασιωτική σεκάνς που μεταφέρει το ζεύγος σε έναν άλλο τόπο, ώσπου η νύχτα να τυλίξει τη Σαγκάη κι αυτή η «σύντομη συνάντηση» να λάβει τέλος, αφήνοντας μια σημαντική, ονομαστική καταχώριση στο  ημερολόγιο αναγνώρισης «αγίων» και των δύο. Το φινάλε θα βρει τους δύο ήρωες να περιμένουν όχι τον Γκοντό, το όνομα του οποίου αναγράφεται σε μια πέτρινη κολώνα, αλλά ένα μέλλον απροσδιόριστο μεν, λιγότερο δυσοίωνο δε, επειδή έχουν κατακτήσει στο μεταξύ την πιο ωφέλιμη εμπειρική γνώση: εκείνη των ιαματικών ιδιοτήτων της ανθρώπινης επαφής.  

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Μια Μέρα στη Σαγκάη
  • Μια Μέρα στη Σαγκάη