Λατρεύω να σε Μισώ
Anyone but You
Ο αδύναμος προγραμματισμός και η ρομαντική λειψυδρία της εποχής βοήθησαν το «Anyone but You» να μετατραπεί σε success story των αμερικανικών ταμείων, παρά το αναιμικό άνοιγμά του. Ενάμιση μήνα μετά την προβολή του εκεί, έρχεται και στη χώρα μας, πάνω στην ώρα για να αποτελέσει πρόταση προς ερωτoχτυπημένα ζεύγη για τον εορτασμό του Οσίου Βαλεντίνου.
Με το «Anyone but You» τα στούντιο ανακαλύπτουν ξανά την πυρίτιδα και οι αναλυτές δείχνουν εντυπωσιασμένοι που ο συνδυασμός μιας ρομαντικής συνταγής με ένα φωτογενές δίδυμο πρωταγωνιστών μπορεί να ενδιαφέρει το κοινό. Το ξεχνάμε ενίοτε, μα το σινεμά είναι τέχνη (και) προσώπων, χρειάζεται πρόσωπα μαγνητικά, όχι απαραίτητα όμορφα, αλλά αρκετά γοητευτικά ώστε να τραβήξουν το ενδιαφέρον σου σε αυτό που συμβαίνει – μια αλήθεια που αναγνωρίζουν ακόμα και θιασώτες του κοινωνικού ρεαλισμού σαν τον Κεν Λόουτς και τους Νταρντέν και αγνοούν τυχάρπαστοι φεστιβαλικοί μιμητές τους.
Φυσικά δεν αρκούν μόνο τα πρόσωπα, δεν πας πολύ μακριά με μοναδικό όπλο σταρ με πρωταγωνιστικό χάρισμα. Όλα ξεκινούν από το σενάριο και όταν μια ρομαντική ταινία παραπέμπει στο screwball, όπως αυτό ενσωματώθηκε στο είδος της rom-com των ‘90s και των ‘00s, που αποτελεί σημείο αναφοράς της ταινίας, χρειάζεται σπινθηροβόλους διαλόγους κι έναν άλλο, ταχύτερο ρυθμό στην εκφορά τους. Χρειάζεται να χτίσει το ερωτικό σασπένς, να διαθέτει μικρά ρομαντικά ή/και κωμικά επεισόδια, τα οποία προωθούν τη σχέση των ηρώων, όχι ν βρίσκονται εκεί απλά για να γεμίσουν τον χρόνο.
Η ταινία του Γουίλ Γκλακ έχει ελάχιστα από τα παραπάνω και στηρίζεται στην καλή θέληση (των δημιουργών και των θεατών της), στη λάμψη του πρωταγωνιστικού διδύμου, οι οποίοι ως μονάδες τώρα καλλιεργούν το πρωταγωνιστικό τους χάρισμα, αλλά μαζί «αστράφτουν», καθώς και σε ένα ύφος που παραπέμπει σε καλύτερες μέρες του είδους - τουλάχιστον για το κοινό στο οποίο απευθύνεται.