Η Τελευταία Νύχτα με τις Μάσκες
Halloween Ends

Ο Μάικλ Μάγιερς επιστρέφει στο Χάντονφιλντ, όπου τον περιμένει η Τζέιμι Λι Κέρτις για μία τελευταία νύχτα αίματος, στο κάκιστο κλείσιμο της «Halloween» τριλογίας που υπογράφει ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν.
Γρήγορο κουίζ: πόσα Halloween έχουν γυριστεί; Το ότι πιθανότατα δεν ξέρετε την απάντηση ακόμα κι αν λατρεύετε την πρώτη «Νύχτα με τις Μάσκες» του Κάρπεντερ, δε σημαίνει πως είστε γιαλαντζί φαν του slasher. Σημαίνει ότι ένα-δυο αχρείαστα σίκουελ αρκούν για να διακόψουν τη σχέση με το franchise, σαν σχέση από την οποία μετά το χωρισμό κρατάτε πλέον μόνο τα θετικά. Και η περίπτωση του «Halloween» είναι από αυτές όπου έχει προ πολλού παραγίνει το κακό με την ψυχαναγκαστικά εμπορική ανακύκλωση, η οποία καταλήγει τέρμα αντιπαραγωγική.
Στην «Τελευταία Νύχτα με τις Μάσκες» (μέχρι την επόμενη), ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν κλείνει την προσωπική του τριλογία μετά τα «Halloween» (2018) και «Halloween Kills» (2021), με ένα φινάλε που αντί για αναβίωση καταντά ταλαιπωρία του μύθου. Εξίσου ταλαίπωρος είναι πλέον και ο Μάικλ Μάγιερς έπειτα από το καψάλισμα που έφαγε στο κλείσιμο του φιλμ του ‘18 κι ένα λιντσάρισμα στο προηγούμενο, αφού πλέον αποτελεί περισσότερο μια φιγούρα κρυμμένη στις σκιές, ένας κομπάρσος στο ίδιο του το σύμπαν.
“ένα φινάλε που αντί για αναβίωση καταντά ταλαιπωρία του μύθου”
Όπου σύμπαν, επιστρέφουμε στο Χάντονφιλντ για να συναντήσουμε ξανά την Τζέιμι Λι Κέρτις ως Λόρι Στρόουντ, τέσσερα χρόνια μετά τα γεγονότα του «Halloween Kills», η οποία ζει πλέον ήρεμα παρέα με την 21χρονη εγγονή της Άλισον (Άντι Μάτιτσακ) καθώς ολοκληρώνει τη συγγραφή των απομνημονευμάτων της. Η τελευταία ξεκινά να βγαίνει με τον Κόρεϊ (Ρόχαν Κάμπελ), έναν νεαρό που παραμένει κοινωνικά στιγματισμένος, έπειτα από το θανάσιμο ατύχημα όπου είχε στα χέρια του ένα αγοράκι που πρόσεχε μια νύχτα του Χάλογουιν, τρία χρόνια πριν. Το στίγμα δεν ακολουθεί μονάχα τον νεαρό που αθωώθηκε μεν στο δικαστήριο - όχι όμως και στη συνείδηση των συμπολιτών του, αλλά και τη Λόρι, αφού κάποιοι εξακολουθούν να θεωρούν πως η παρουσία της στο Χάντονφιλντ προκάλεσε κάποτε τον μπαμπούλα να επιστρέψει. Ο οποίος φυσικά και θα επιστρέψει, για μία τελευταία φορά και σε νέα έκδοση.
Η μεταμοντέρνα πινελιά του victim blaming μαζί με τα πιο «παραδοσιακά» στοιχεία της σειράς, αυτά του ακατάβλητου μπαμπούλα και του ανεπούλωτου τραύματος, θα μπορούσαν να λειτουργήσουν εποικοδομητικά, αν ο σκηνοθέτης και οι σεναριογράφοι έδιναν τη δέουσα προσοχή στην ιστορία τους. Ατυχώς συμβαίνει το αντίθετο, μιας και είναι σπάνιο να έχει προκύψει τέτοια συναστρία αστοχίας που να περιλαμβάνει έναν τόσο κακογραμμένο χαρακτήρα (αυτόν του Κόρεϊ), ένα ρομάντζο εντελώς από το πουθενά (παλιά θα γράφαμε για έλλειψη χημείας μεταξύ Άλισον και Κόρεϊ) και μια περίπτωση miscast που αφορά στον Ρόχαν Κάμπελ, ο οποίος δυστυχώς παίζει καταλυτικό ρόλο στην πλοκή.
Η εισαγωγική αφήγηση της Λόρι που με πρόσχημα τα απομνημονεύματά της μας προσφέρει μια βολική «επανάληψη των προηγουμένων» σε λογική σειράς, θα μπορούσε να συγχωρεθεί σε μια εποχή που το κινηματογραφικό προϊόν νιώθει όλο και πιο άνετα να λειτουργεί με όρους τηλεοπτικούς, αν δεν υπήρχε το ανελέητο exposition με χαρακτήρες να εξηγούν διαρκώς τι τους συμβαίνει. Όσο για το καταρχήν υποσχόμενο στοιχείο του Κόρεϊ ως νέου babysitter ο οποίος επίσης στοιχειώνεται από τον Μάικλ Μάγιερς, ιδιότητα που παραπέμπει φυσικά στις απαρχές της αδιαφιλονίκητης πρωταγωνίστριας της σειράς, Λόρι, θα είχε νόημα να συζητηθεί αν δε λειτουργούσε σαν φτηνό τέχνασμα, σαν ένα άψυχο άβαταρ του απόλυτου Κακού που ενσαρκώνει ο μασκοφόρος μακελάρης.
Στην τελική, αν εξαιρέσουμε μερικές τιμής ένεκεν ευθείες αναφορές στο πρωτότυπο «Halloween» και το «Ψυχώ», αν βγάλουμε από την εξίσωση τα μακελέματα και το αίμα που και πάλι ρέει άφθονο, «Η Τελευταία Νύχτα με τις Μάσκες» κλείνει δίχως να καταγράφει μία έστω αξιομνημόνευτη σκηνή. Στο πρώτο μέρος της τριλογίας είχαμε αν μη τι άλλο μια στρατηγικά στημένη γυναικεία ρεβάνς απέναντι στην επίμονη τρομοκρατία της ανδρικής βίας, και στο δεύτερο μια σκηνή λιντσαρίσματος που γυρνάει μπούμερανγκ στην κοινότητα, σε κάτι που θα μπορούσε να εκληφθεί σαν μια επίκαιρη παραβολή απέναντι στην ψυχολογία του (σοσιαλμιντιακού) όχλου. Εδώ, βολευόμαστε με μία νεκρική πομπή κονιορτοποίησης της απειλής που απεικονίζεται εντελώς ψυχρή, έξω από κάθε έννοια κορύφωσης ή λύτρωσης και, σε κάθε περίπτωση, κενή νοήματος.