Τζέιν Φόντα: Η σταρ των αντιθέσεων - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
8:29
21/12

Τζέιν Φόντα: Η σταρ των αντιθέσεων

Από μια βιομηχανία διασημότητας που έχει παράγει έναν στόλο μυθιστορηματικών «ιστοριών», η ζωή της Τζέιν Φόντα (που σήμερα γίνεται 86) δεν είναι μόνο η πιο μυθιστορηματική, η πιο γεμάτη από απίθανες αντιθέσεις, είναι και η μόνη γυναίκα που δια πυρός και σιδήρου μπορεί να ισχυριστεί ένα μεγαλοπρεπές «my way». Και να σ’ αφήσει να διαλευκάνεις το δικό της rosebud.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Αυτά φυσικά δεν είναι για μας, είναι για εκείνους που οπωσδήποτε κάποια στιγμή θα καταπιαστούν με το biopic μιας απίθανης ζωής. Κόρη του Χένρι Φόντα, όσο κι αν δεν αρέσει σε μας που τον προτιμούμε, επισκίασε τον πατέρα της. Με μια καριέρα που διασχίζει επτά δεκαετίες, περιέχει αναρίθμητες κυριολεκτικά βραβεύσεις και υποψηφιότητες (Τόνι, Έμι, δύο Όσκαρ, πάμπολλες Σφαίρες και η λίστα δεν τελειώνει) και μερικές ερμηνείες βασικές σε ταινίες που σημάδεψαν εποχές, η Φόντα διέπρεψε και κατακεραυνώθηκε.

Λογάριασε: Μια κοκκινομάλλα κούκλα που ξεκινά με Ροζέ Βαντίμ (που ήταν και ο πρώτος γάμος της), διασκευή στο «La Ronde» (που πρωτύτερα είχε φτιάξει κοτζάμ Οφίλς), «Τυχοδιώκτης του Μόντε Κάρλο» του Κλεμάν δίπλα στον Ντελόν, «Κατ Μπαλού» με Λι Μάρβιν, «Καταδίωξη» ανάμεσα σε Μπράντο και Ρέντφορντ (η πρώτη από τις τέσσερεις συνεργασίες τους), θρυλική «Μπαρμπαρέλα», «Ξυπόλητοι στο Πάρκο» (η δεύτερη) κι ένας στυλιστικά μυθικός ρόλος στις «Ιστορίες Μυστηρίου» στο σπονδυλωτό των Βαντίμ (εδώ παίζει), Μαλ και Φελίνι και η δεκαετία του ’60 έλεγες είχε φέρει την αμερικάνικη απάντηση στην Μπριζίτ Μπαρντό.

Όχι. Κάπου εκεί η Φόντα τρελαίνεται με το Βιετνάμ, φρίττει με τον Νίξον, αλλάζει άρδην προφίλ, ταξιδεύει στις αρχές του ’70 στο Βόρειο Βιετνάμ, γίνεται η «Ανόι Τζέιν», η Αμερική τη μισεί, το Χόλιγουντ τη λατρεύει, αυτή φωτογραφίζεται πάνω σε βιετναμέζικο αντιαεροπορικό, καταλαβαίνεις τι γίνεται (χρόνια μετά θα δηλώσει μεταμέλεια για το περιστατικό – αργά ήταν), το κορίτσι της κεντρικής σελίδας έχει μεταμορφωθεί σε ακτιβίστρια περιωπής και ποιος θα την μαζέψει. Κανείς.

Η Φόντα συνεχίζει να κάνει σινεμά και διαδηλώσεις το ’70, γίνεται η πρώτη μούρη της αντικουλτούρας της εποχής, ξεσηκώνει αντιδράσεις με το παραμικρό, παραστέκεται στους Ινδιάνους, αλλά τι να τη κάνεις που παίζει σ’ ένα «Klute» - και παίρνει το πρώτο της όσκαρ – κάνει μια ιψενική Νόρα στο «Κουκλόσπιτο» του Λόουζι, παίζει σε αμερικανοσοβιετική παραγωγή καταμεσίς του Ψυχρού Πολέμου (με γυρίσματα στη Μόσχα και το, τότε, Λένινγκραντ), φτιάχνει τη «Τζούλια» με τον Τσίνεμαν (εδώ που πήρε το όσκαρ η Ρεντγκρέιβ και βγήκε θαρραλέα σε φουλ αντισιωνιστική διάθεση να πάρει το βραβείο και τη γιουχάιζαν όλο το βράδυ), κάνει και το «Coming Home» που είχε βγει στα μπαλκόνια να υποστηρίζει εναντίον του (αντιδραστικού, έλεγε) «Ελαφοκυνηγού» και από την πολλή φωνή να παραλάβει ένα Όσκαρ ακόμα – άλλη έπρεπε να το πάρει.

Και μετά ξημέρωσε το ’80. Και η ακτιβίστρια κάνει μια βιντεοκασέτα με αερόμπικ και ξεχνάς ν’ ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου με συγχρονισμό που λέει κι ο Γούντι Άλεν, από πού προέκυψε (πλην του προφανούς, ιδιοφυούς μάρκετινγκ) κάτι τέτοιο κανείς δεν κατάλαβε ποτέ. Οι ταινίες δεν είναι καλές, παρότι στο «Επόμενο Πρωϊνό» του Λιούμετ (μπορεί και η χειρότερη ταινία του) είναι μια αβανταδόρικη αλκοολική (υποψηφιότητα άρα), στη «Χρυσή Λίμνη» τα ξαναβρίσκει με τον μπαμπά της (κι άλλη υποψηφιότητα) και στην «Αγνή του Θεού» είναι δυνατή δίπλα στην Αν Μπάνκροφτ.

Η φοβερή στροφή ολοκληρώνεται στις αρχές του ’90 όταν μετά από εισπρακτικές αποτυχίες και κτηνώδη έσοδα με τις βιντεοκασέτες, παντρεύεται τον κύριο CNN, δεν πίστευες στ’ αυτιά σου τότε, η «Ανόι Τζέιν» με τον μιντιακό βαρώνο Τεντ Τέρνερ, ανταύγειες και δισεκατομμύρια, απομάκρυνση για μια 15ετία από το σινεμά και απώλεια κάθε ιδεολογικού κύρους.

Χωρίζοντας με τον Τέρνερ στις αρχές του 2000, η Φόντα επέστρεψε στον ακτιβισμό (Παλαιστινιακό, Ιράκ, δικαιώματα γυναικών, αξίζει να θυμίσουμε τις τέσσερις σύλλήψεις της το 2019 σε διαμαρτυρίες για την κλιματική αλλαγή), που ταιριαστά άρμοσε πάνω και στο κινηματογραφικό comeback.

Στην εποχή αυτή, που διαρκεί ως σήμερα, η Φόντα βασίζεται σε όμορφη εικόνα (αποτέλεσμα απολύτως επιτυχημένης χειρουργικής και μιας άριστης fit ζωής), συνεντεύξεις και συγγραφές - αναπλάσεις μιας ζωής και πρεστίζ παρουσιών σε ταινίες που ως επί το πλείστον είναι κακές αλλά την περιλαμβάνουν.

Κι εδώ είναι η ουσία που κρατάς από την Τζέιν Φόντα: Είναι μια θαυμάσια ηθοποιός βλέμματος, εκπληκτικά λιτή, που μπορεί να αιμοδοτήσει ακόμα και χαρακτήρες αδειανούς με μια προσωπικότητα εκρηκτική, συναισθηματικά ταξιδεμένη και εκφραστικά καίρια. Και μόνο γι’ αυτό κάθεται σ’ έναν θρόνο που δεν μοιράζονται παρά μετρημένες στα δάχτυλα ενός χεριού συνάδελφοί της.

Δεν της δόθηκε τυχαία η ευκαιρία να είναι η πρώτη που δίνει το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας σε μία διεθνή παραγωγή.