Πώς λένε στα σουηδικά το «καλό σινεμά»; - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
16:10
1/2

Πώς λένε στα σουηδικά το «καλό σινεμά»;

Γιορτάζοντας αισίως τα τριακοστά έκτα του γενέθλια, το πανέμορφο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Γκέτεμποργκ διανύει φέτος την πιο πετυχημένη του χρονιά. Το www.cinemagazine.gr βρίσκεται εδώ και μεταφέρει εντυπώσεις.

Από τον Λουκά Κατσίκα

O καινούργιος Ρόι Αντερσον («Τραγούδια από τον Δεύτερο Οροφο») δεν θα είναι έτοιμος για τις φετινές Κάννες και θα έχει τον απίθανο τίτλο-σιδηρόδρομο «A Pigeon Sat on a Branch Reflecting on Existence», ο επόμενος Τόμας Αλφρεντσον («Και ο Κλήρος Επεσε στον Σμάιλι») θα συνεργαστεί ξανά με τον συγγραφέα του «Ασε το Κακό να Μπει», ο Λούκας Μούντισον («Λίλια για Πάντα») επιστρέφει για λογαριασμό του επερχόμενου φιλμ του πίσω στον κόσμο της νεαρής ηλικίας που πρωτοεπισκέφτηκε το 1998 με το «Fucking Amal».

Με τέτοιες ενδιαφέρουσες πληροφορίες και με την παρέα τριών πολύ σημαντικών παραγόντων της Σουηδικής κινηματογραφίας ξεκίνησε σήμερα το πρωί, σε ένα παγωμένο Γκέτεμποργκ που ξύπνησε καλυμμένο με ένα ελαφρύ στρώμα χιονιού, από τις πυκνές νιφάδες που έπεσαν στην διάρκεια της νύχτας.

Η ώρα είναι οκτώ και μισή, οι τρεις ευγενικοί συνομιλητές συνδυάζουν ένα ελαφρύ πρωινό γεύμα με μερικές άκρως κατατοπιστικές διευκρινίσεις σχετικά με την (υποδειγματική) λειτουργία του εγχώριου φιλμικού μηχανισμού και άλλη μια μέρα στη μεγαλύτερη κινηματογραφική διοργάνωση ολόκληρης της Σκανδιναβίας έχει μόλις αρχίσει.

Την πρώτη χρονιά λειτουργίας του, το 1979, το Φεστιβάλ του Γκέτεμποργκ πρόβαλλε μόλις δέκα ταινίες σε τρεις αίθουσες και το κοινό που συγκεντρώθηκε για να τις παρακολουθήσει έφτασε τους τρεις χιλιάδες θεατές. Αισίως στην 36η χρονιά της, η εκδήλωση έφτασε φέτος να φιλοξενεί πάνω από 500 φιλμ που με τη σειρά τους εκπροσωπούν τις περισσότερες χώρες στον πλανήτη (ανάμεσά τους και την δική μας, διάβασε τις λεπτομέρειες εδώ), ο αριθμός των θεατών ανέρχεται πλέον στους 35 χιλιάδες και τα εισιτήρια που αναμένεται να κοπούν θα ξεπεράσουν τα 140 χιλιάδες. Δεν είναι άδικο, λοιπόν, που το ετήσιο σινεφίλ ραντεβού στο Γκέτεμποργκ θεωρείται πλέον ως ένα από τα πιο ενδιαφέροντα στον κινηματογραφικό χάρτη.

Μπαινοβγαίνοντας τις τελευταίες μέρες σε κάποιες από τις φροντισμένες αίθουσες της πόλης, βλέποντας ταινίες και παρατηρώντας τον κόσμο, που κυμαίνεται σε ένα ηλικιακό εύρος μεταξύ των είκοσι και των πενήντα ετών και έχει τη συνήθεια να παρακολουθεί την οθόνη με αξιοσημείωτη προσήλωση, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι βρίσκεται στο μέσο μιας εκδήλωσης που πραγματικά αγαπά το σινεμά και φαίνεται να το γνωρίζει καλά.

Δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, άλλωστε, σε ένα φεστιβάλ το οποίο δίνει ελάχιστη σημασία στο να κυνηγά επώνυμους καλεσμένους και χολιγουντιανές πρεμιέρες. Αντίθετα προσπαθεί να χωρέσει σε δέκα μέρες ένα πανόραμα της εγχώριας και παγκόσμιας παραγωγής, όπως αυτό απλώνεται σε δώδεκα διαφορετικά τμήματα, συνδυάζει πολυσυζητημένες καλλιτεχνικές δημιουργίες της χρονιάς πλάι σε πρώτες προβολές ολόφρεσκων σουηδικών και νορβηγικών τίτλων και μπορεί άνετα να συμπεριλάβει υψηλά προσδοκώμενες ταινίες όπως το «Zero Dark Thirty» της Κάθριν Μπίγκελοου ή το «Hitchcock» δίπλα σε πιο πειραματικές σκηνοθετικές απόπειρες.

Σταθερή μασκότ των βραβείων που θα απονεμηθούν αύριο στην επίσημη τελετή λήξης του φεστιβάλ, και τα οποία συνοδεύονται συνήθως από δελεαστικό χρηματικό ποσό, είναι ένας χρυσός δράκοντας, τον οποίο έχουν παραλάβει στο παρελθόν δημιουργοί όπως η Σουζάν Μπίερ, ο Στέφαν Γιάρλ, ο Ντάγκουρ Κάρι, ο Τόμας Αλφρεντσον και ο Τομπίας Λίντχολμ (σεναριογράφος στο «Κυνήγι» του Τόμας Βίντερμπεργκ).

Το ποιος αναμένεται να αποκτήσει αυτή τη φορά τον Χρυσό Δράκοντα της 36ης διοργάνωσης ίσως δεν έχει τόση σημασία. Σημαντική είναι η γλυκιά επίγευση που σου αφήνει η εμπειρία του να βρίσκεσαι σε ένα τέτοιο ανεπιτήδευτο φεστιβάλ. Η συναναστροφή σου με τους φιλόξενους κατοίκους της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης σε όλη την Σουηδία. Τα χαμογελαστά πρόσωπα των θεατών που βλέπεις γύρω σου. Η ζεστασιά των αιθουσών που μοιάζουν με καταφύγιο από τον κρύο χειμώνα εκεί έξω. Η αίσθηση μιας πόλης απολύτως συγχρονισμένης στον παλμό μιας κινηματογραφόφιλης οργάνωσης.