Είμαι Ακόμη Εδώ - ταινιες || cinemagazine.gr

Είμαι Ακόμη Εδώ

I'm Still Here

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2024
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Βραζιλία, Γαλλία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Βάλτερ Σάλες
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Μουρίλο Χάουζερ, Χέιτορ Λορέγκα
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Φερνάντα Τόρες, Σέλτον Μέλο, Φερνάντα Μοντενέγκρο
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Αντριάν Τεϊχίντο
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Γουόρεν Έλις
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 136'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Spentzos Films
    Είμαι Ακόμη Εδώ

Mια συγκλονιστική ταινία, που ενώνει την προσωπική με την ιστορική μνήμη και κερδίζει αβίαστα το δάκρυ χάρη στην εγκράτεια της. Είμαστε πεπεισμένοι ότι θα αγαπηθεί (και) από το ελληνικό κοινό. 

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Βρισκόμαστε το 1971 στη Βραζιλία. Έχουν περάσει επτά χρόνια από το στρατιωτικό πραξικόπημα και την επακόλουθη εγκαθίδρυση δικτατορίας και οι διώξεις των πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος βρίσκονται στην κορύφωσή τους. Η Γιούνις Πάιβα είναι μητέρα πέντε παιδιών, παντρεμένη με τον πρώην βουλευτή των Εργατικών Ρούμπενς Πάιβα. Ζουν μια ήσυχη ζωή, με εξορμήσεις στην παραλία, με χορούς, τραπέζια και συναντήσεις με φίλους από το Κόμμα- τουλάχιστον όσους δεν έχουν διαφύγει στο εξωτερικό. Ώσπου μια μέρα πράκτορες εισβάλλουν στο σπίτι και παίρνουν τον Ρούμπενς μαζί τους για «μερικές ερωτήσεις». Και, κάπως έτσι, ο μπαμπάς εξαφανίζεται. Και η μητέρα, αφού περάσει κι εκείνη αρκετές μέρες στο κρατητήριο, καλείται να δραστηριοποιηθεί, να πολιτικοποιηθεί, να αγωνιστεί για να μάθει τι συνέβη στον σύζυγό της, έναν από τους μυριάδες «εξαφανισμένους» εκείνης της μαύρης περιόδου.

Δώδεκα χρόνια μετά από μια αναιμική, κατώτερη των περιστάσεων μεταφορά Κέρουακ, ο Bραζιλιάνος Βάλτερ Σάλες επιστρέφει στην πατρίδα του και παραδίδει μια σπουδαία ταινία, που δεδομένα θα κόψει πολλά εισιτήρια και θα αγαπηθεί (και) από το ελληνικό κοινό. To πρώτο της μέρος έχει μια ειδυλλιακή αύρα, αφήνει την αίσθηση μιας καρτ-ποστάλ από το παρελθόν, της παρακολούθησης ενός ιδιωτικού φιλμ super-8. Δύο λόγοι υπάρχουν γι’ αυτό: ο ένας θα αποκαλυφθεί στο (συγκλονιστικό) φινάλε της ταινίας, ο άλλος είναι ώστε να καταστεί σαφές εκείνο που κατέστρεψε το καθεστώς, πώς έμοιαζε η ζωή που σταμάτησε.

Στη συνέχεια, όσο η Γιουνίς βρίσκεται στο κρατητήριο, εκεί που άλλοι σκηνοθέτες θα εκβίαζαν το συναίσθημά μας και θα κατέφευγαν στην κατάδειξη της σκληρότητας, ο Σάλες αφήνει τη βία να ξεδιπλωθεί μέσω της ηχητικής μπάντας. Πέραν της αξιέπαινης σκηνοθετικής εγκράτειας, αυτή του η δημιουργική απόφαση ενισχύει τη δραματουργία. Βλέπεις, η Γιουνίς δεν ξέρει τι απέγινε ο σύζυγός της, άρα ούτε κι εμείς. Αν μάς δείξει ακριβώς τι συμβαίνει πίσω από τους τοίχους, αν ο φακός αποτυπώσει γλαφυρά τις φρικαλέες πράξεις που προκαλούν αυτές τις κραυγές οδύνης, τότε θα γνωρίζουμε, θα εξαφανιστεί κι εκείνη η μικρή χαραμάδα ελπίδας – που υπάρχει, ακόμα κι αν ξέρουμε την ιστορία.

Δεν αναφερθήκαμε τυχαία στην εγκράτεια, καθώς είναι η κεντρική σκηνοθετική γραμμή της ταινίας. Λόγω αυτής, όταν έρθει η ώρα, τα δάκρυα θα κυλήσουν αβίαστα, επειδή έχουν κερδηθεί. Και είναι μια εγκράτεια που διέπει όλους τους τομείς, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την κεντρική ερμηνεία της Φερνάντα Τόρες. Η Τόρες ενσαρκώνει μια αλησμόνητη κινηματογραφική μάνα, μια ηρωίδα που συνεχίζει τον δίκαιο αγώνα για την ανεύρεση του συζύγου της με υπομονή και επιμονή, προσπαθώντας παράλληλα να διασφαλίσει μια υγιή καθημερινότητα για τα παιδιά της, μεριμνώντας να μην σβήσει το χαμόγελο από τα πρόσωπα τους. Ίσως ξενίσει μερικούς αυτή η στάση της ηρωίδας – και κατ’επέκταση του Σάλες- μα, στην πραγματικότητα, είναι μια στάση βαθιά πολιτική. Βλέπεις, τα πάσης φύσεως καθεστώτα κερδίζουν τη μάχη όταν καταφέρουν να σβήσουν το χαμόγελο από τα πρόσωπα των πολιτών τους, όταν θεμελιώσουν την πεποίθηση πως δεν υπάρχει ελπίδα, όταν θεριέψει και καλύψει το πρόσωπο του ατόμου ο φόβος που πασχίζουν να φυτέψουν οι «φύλακες του κράτους» μέσα του .

Πίσω από το χαμόγελο, όμως, δεν παύουν να κρύβονται η οργή, το τραύμα και η επώδυνη ανάμνησή του. Διαχρονικά, μετά από τραυματικές ιστορικές περιόδους, θέλουμε να τελειώσει γρήγορα η μεταβατική περίοδος και να περάσουμε στην επόμενη σελίδα. Αν όμως δεν υπάρξει διαφάνεια, αν δεν δικαιωθούν οι νεκροί και οι οικείοι τους, αν ο κολασμός των υπευθύνων περιοριστεί σε εξιλαστήρια θύματα για τα μάτια του κόσμου, το έλλειμμα δικαιοσύνης και το παρεπόμενο τραύμα μεγαλώνουν, και , δεκαετίες μετά, «είναι ακόμη εδώ», όπως διαπιστώνουμε σε ένα φινάλε που συμπληρώνεται μετα-κινηματογραφικά μέσω μιας ιδιοφυούς επιλογής κάστινγκ. Ένα φινάλε που μπορεί να ερμηνευθεί κι αλλιώς, ως ανάγκη διαφύλαξης και αφομοίωσης της ιστορικής μνήμης. Με αυτό τον τρόπο ίσως κάποτε αυτή η αιώνια επιστροφή, που θεωρούσε αναπόφευκτη εκείνος ο Γερμανός φιλόσοφος, πάψει να είναι τέτοια – αιώνια.

Τέλος, οφείλουμε μια επισήμανση, επειδή το είδαμε να γράφεται αρκετά ως μειονέκτημα της ταινίας. Ναι, ο Σάλες προέρχεται από εύπορη οικογένεια. Και ναι, η οικογένεια της ταινίας είναι πλούσια, δεν χάνει όλα της τα προνόμια και βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα σε σχέση με άλλες οικογένειες «εξαφανισμένων». Όμως, όταν και τα μέλη αυτής της ανώτερης αστικής τάξης (και δη η οικογένεια ενός πρώην βουλευτή), που θεωρητικά δεν αγγίζει εύκολα ένα καθεστώς, δεν είναι ασφαλή, γίνεται σαφέστερο το εύρος και η αυταρχικότητα της ανομίας. Κι έπειτα, εκτιμούμε ότι είναι καλύτερο οι δημιουργοί να μιλούν για πράγματα και για ανθρώπους που ξέρουν, παρά να οικειοποιούνται τον πόνο και τις αγωνίες άλλων ή, ακόμα χειρότερα, να κάνουν σινεμά με αντικείμενο την εργατική τάξη μεν, αλλά με ελιτίστικη φόρμα και σκληροπυρηνικά φεστιβαλική γραφή - άρα φτιάχνοντας μια ταινία μη απευθυνόμενη σε εκείνους που (υποτίθεται ότι) ενδιαφέρει πρωτίστως.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Είμαι Ακόμη Εδώ
  • Είμαι Ακόμη Εδώ