[Κριτική] Το ρολόι του κόσμου χτυπά μεσάνυχτα στο «Midnight Sky» του Τζορτζ Κλούνεϊ - νεα || cinemagazine.gr
12:05
30/12

[Κριτική] Το ρολόι του κόσμου χτυπά μεσάνυχτα στο «Midnight Sky» του Τζορτζ Κλούνεϊ

Δύο ταινίες στη συσκευασία μίας, αφήγηση τηλεοπτικής λογικής και νωχελικοί ρυθμοί στη νέα σκηνοθετική δουλειά του Τζορτζ Κλούνεϊ που, όπως και στην περίπτωση του κόσμου μας, δεν μπορούν να σώσουν μόνο οι καλές προθέσεις

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Από το τέλη των ‘90s μέχρι σήμερα το σινεμά έχει εντείνει τις προετοιμασίες μας για το τέλος του κόσμου. Σημαδιακές ημερομηνίες, όπως το 2000 ή το 2012, και δυσοίωνες εξελίξεις, όπως η διόγκωση της τρομοκρατικής δραστηριότητας, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η άνοδος της ακροδεξιάς ή οι διχαστικές παρενέργειες των social media τροφοδότησαν τη φαντασία των κινηματογραφιστών και οδήγησαν σε σωρεία (μετα)αποκαλυπτικών οραμάτων, όχι ακριβώς προφητικού χαρακτήρα, όταν τόσο συχνά ερχόμαστε μπροστά σε εικόνες και καταστάσεις που αποδεικνύουν ότι το μέλλον είναι τώρα. Η πρόσφατη πανδημική συγκυρία δεν βεβαίωσε μεν την εγγύτητα του τέλους του κόσμου, απέδειξε όμως ότι το τέλος της (δυτικής) ευημερίας, που έχουμε υπερβολικά δεδομένη για να λογαριάσουμε ως τέτοια, δεν είναι μόνο ένα κινηματογραφικό σενάριο. 

Η έβδομη σκηνοθετική δουλειά του Τζορτζ Κλούνεϊ τοποθετεί τη δράση σε μια ακόμα εκδοχή του επικείμενου τέλους, το οποίο δεν μαθαίνουμε πώς ακριβώς ήρθε, παρά μόνον ότι οφείλεται σε οικολογικούς παράγοντες και κατέστησε τη διαβίωση ανθρώπων και λοιπών έμβιων όντων ανέφικτη στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. Είκοσι λεπτά στο έργο αρκούν για να διαπιστώσεις ότι θα παρακολουθήσεις όχι δύο παράλληλες ιστορίες, αλλά δύο διαφορετικές ταινίες, σχεδόν ανεξάρτητες μεταξύ τους. Ο Κλούνεϊ και ο σεναριογράφος του Μαρκ Λ. Σμιθ (της φήμης του Revenant) δεν μπόρεσαν να λύσουν τον αφηγηματικό γόρδιο δεσμό, οι μεταβάσεις από τη μία ταινία στην άλλη γίνονται άνευ αιτιοκρατίας, με καθαρά τηλεοπτική λογική, δίνουν στο έργο έναν αποσπασματικό χαρακτήρα και καθιστούν την συναισθηματική εμπλοκή με τα δρώμενα – που ο Κλούνεϊ επιθυμεί, γι’ αυτό και αναφέρω- προϊόν καλής θέλησης. 

Εκτιμάς την ενσυναισθητική, ανθρωπιστική του στάση, εκτιμάς και τις προθέσεις του

Η μία ταινία, που εκτυλίσσεται επί γήινου εδάφους, είναι ένα επιβιωτικό δράμα με τον Κλούνεϊ σε γνώριμο ρόλο εσωστρεφούς αρσενικού που τρώγεται από ενοχές και κυριεύεται από το αίσθημα της μετάνοιας, έχει μια φωτογενέστατη ανήλικη συμπρωταγωνίστρια που παίζει σαν ανήλικη – ανεκτίμητη αυτή η αρετή, πραγματική αποκάλυψη η μικρή Kέιλιν Σπρίνγκαλ-, έχει τον εξαιρετικό γερμανό διευθυντή φωτογραφίας Μάρτιν Ρούε («Control», «The American»), που θα βρει πάντα ένα ενδιαφέρον πλάνο του μονότονου, παγωμένου τοπίου, έστω και με την αρωγή των φηφιακών εφέ, έχει και τον Αλεξάντρ Ντεσπλά σε μια έξαρση μελωδικότητας – για μένα η καλύτερη δουλειά του.  

Η άλλη ταινία είναι μια βραδυφλεγής διαστημική περιπέτεια με ετερόκλητο καστ ανύπαρκτης χημείας, το οποίο καλείται να υποδυθεί σχήματα αντί για χαρακτήρες. Από αυτή ξεχωρίζει μόνο μια σεκάνς που ξεκινά με ένα χωκσικό στιγμιότυπο ένωσης της συντροφιάς, συνεχίζεται με μια επιδρομή αστεροειδών αλά «Gravity» (2013) και καταλήγει σε έναν λυρικό θάνατο. Είναι καλοσκηνοθετημένη αν τη δεις μεμονωμένα, ωστόσο ενταγμένη στο σύνολο απλώς ενισχύει περαιτέρω την ανισότητα και την αποσπασματικότητά του .  

Και οι δύο ταινίες παραπέμπουν σε (πολύ) καλύτερες αντίστοιχες της πρόσφατης μνήμης κι επειδή νωρίς αντιλαμβάνεσαι ότι κάποτε θα ενωθούν και μόνο τότε θα λάβεις απαντήσεις για τη στοχοθεσία του θεάματος, απλά περιμένεις υπομονετικά ώσπου να συμβεί. Αυτό συμβαίνει στο φινάλε, που φορτσάρει συγκινησιακά, αλλά συνοδεύεται από ένα twist που καταλύει την εσωτερική λογική της «γήινης» ταινίας. Eκεί το αρσενικό παρελθόν, το οποίο μέσα στην αυτοαπορρόφησή του δεν μπόρεσε να αποτρέψει την καταστροφή, δίνει την σκυτάλη σε ένα γυναικείο μέλλον που κυοφορεί την ελπίδα και ίσως μπορέσει να χτίσει με στοργή έναν καλύτερο κόσμο. Σε πείσμα της εποχής, ο Κλούνεϊ ούτε φιλιππικό χτίζει απέναντι στο πρώτο, ούτε καλωσορίζει μετ’ εμβατηρίων το δεύτερο. Εκτιμάς την ενσυναισθητική, ανθρωπιστική του στάση, εκτιμάς και τις προθέσεις του. Ακόμα κι αυτό το φινάλε, όμως, παραπέμπει σε μια δημιουργία υπέρτερη σε όλα τα επίπεδα, το «Children of Men» (2005) του Αλφόνσο Κουαρόν. Και δεν είναι υπέρ της ταινίας να σκέφτεσαι καθ’ όλη τη διάρκεια της άλλες που ίσως και να προτιμούσες να παρακολουθείς στη θέση της.  

Βαθμολογία: ★★

INFO:
Το «Midnight Sky» προβάλλεται στην χώρα μας από το Netflix.