Fast X - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Fast X

Fast X

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2023
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: ΗΠΑ
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Λουί Λετεριέ
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Ντα Μαζό, Τζάστιν Λιν
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Βιν Ντίζελ, Μισέλ Ροντρίγκεζ, Τζέισον Μομόα, Σαρλίζ Θερόν
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Στίβεν Γουίντον
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Μπράιαν Τάιλερ
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 141
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Tanweer
    Fast X

Ένα χαρακτηριστικό δείγμα επίκλησης της σοσιομιντιακής (μη) αφήγησης, μια ανερμάτιστη συρραφή από σκηνές που δεν εξυπηρετούν τίποτε άλλο πέρα από το fan service. Οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του franchise ίσως περάσουν καλά, αν φυσικα δεν έχουν την απαίτηση να παρακολουθήσουν μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος.

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Χρειάζεται κανείς μια απόσταση, περισσότερα δείγματα και μια πιο εκτεταμένη χρονική περίοδο, για να προβεί σε σχετική εκτίμηση, αλλά ίσως να βιώνουμε το τέλος της αφήγησης. Ένα τέλος οριστικό και γενικό, αν είσαι πεσιμιστής ή ένα τέλος της αφήγησης όπως την ξέραμε, αν βλέπεις το ποτήρι μισογεμάτο. Η ουσία είναι ότι μια ολόκληρη γενιά μεγαλώνει αυτή τη στιγμή μαθαίνοντας ότι «ιστορίες» αποκαλούμε μια σειρά από ασύνδετα μεταξύ τους βίντεο που προβάλλονται το ένα μετά το άλλο στην οθόνη του κινητού της. Ο πεσιμιστής μέσα μας φοβάται ότι, αν όντως επιβεβαιωθεί η «αποκαλυπτική» μυθοπλασία και έρθει μια μαζική καταστροφή,  εκείνοι οι λίγοι που θα επιβιώσουν, ακόμα κι αν θέλουν να αφηγηθούν την ιστορία μας, δεν θα έχουν πια τα εργαλεία. Και μαζί με ό,τι κακό, που πρέπει να διατηρηθεί ζωντανό ώστε να μην επαναληφθεί, θα χαθεί για πάντα και ό,τι ωραίο μπορέσαμε.

Κάποιος πιο αισιόδοξος θα έρθει να μας πει ότι απλά αλλάζει ο τρόπος της αφήγησης. Η δύναμη και η δυναμική της εκάστοτε μεμονωμένης εικόνας και η αβαρή φύση της κατατροπώνει την παραδοσιακή αφηγηματικότητα. Η οσκαρική επικράτηση του «Everything, Everywhere, All at Once», όπου θα μπορούσες να βάλεις στο shuffle τα πλάνα του μεγαλύτερου μέρους της τρίτης πράξης και δεν θα άλλαζε απολύτως τίποτα, πιστοποιεί αυτή τη μεταβολή, αλλά με έναν αστερίσκο: σε εκείνη την ταινία η συγκεκριμένη αισθητική εξυπηρετούσε κάτι ευγενές που έπρεπε να ειπωθεί για τους κερματισμένους καιρούς μας – ο υπογράφων δεν ανήκει στους πολέμιους του έργου, εκτιμά αυτό που κάνει κι ας μην του αρέσει, απαραίτητα, αλλά αν αποκτήσει επιγόνους που θα υιοθετούν αυτή την αισθητική, δίχως η τελευταία να εξυπηρετεί τις θεματικές τους, ζήτω που καήκαμε.

Όλα αυτά, για να πούμε ότι το «Fast X» μπορεί να είναι πολλά πράγματα για το (αριθμητικά διόλου ευκαταφρόνητο) κοινό του, από την «αρχή του τέλος μιας επικής saga» ως «το έργο που ξεχωρίζουν οι άντρες από τα ποντίκια» - η macho mentalite είναι παραδοσιακά απροκάλυπτη κι εδώ αγγίζει το απόγειο της, όταν ο κατά τα άλλα απολαυστικός Τζέισον Μομόα ενσαρκώνει τον πιο σατανικό χαρακτήρα που είδαμε ποτέ στο franchise και ένα δομικό χαρακτηριστικό του είναι η queer ιδιοσυγκρασία του, η οποία «απειλεί» εκείνες του  Ντομ Τορέτο και της παρέας του, χωρίς καμία διάθεση αυτοπαρωδίας ή αποδόμησης του επιδεικτικά straight συμπεριφορικού προτύπου. Κι άλλα πολλά μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι είναι το «Fast X», αλλά σινεμά ΔΕΝ είναι. Και δεν είναι, ακριβώς επειδή η αισθητική του ακολουθεί το προαναφερθέν σοσιομιντιακό πρότυπο.

Το φιλμ απαρτίζεται από μια άτσαλη συρραφή σκηνών, δίχως αιτιώδη σύνδεσμο μεταξύ τους και με μοναδικό τους έρεισμα το επονομαζόμενο fan service, το οποίο εδώ εκδηλώνεται με έναν κυνισμό που ούτε στις χειρότερες στιγμές της  Marvel δεν έχουμε συναντήσει. Εμφανίζεται κάποιος χαρακτήρας, που έχει υπάρξει κάποτε μέρος του franchise. και μετά εξαφανίζεται για ώρα, για να επανεμφανιστεί σαν από μηχανής θεός όταν τον χρειαστούμε ξανά ή να χαθεί για πάντα, σαν να μην υπήρξε ποτέ μέρος του έργου. Οτιδήποτε συμβαίνει στο παρόν του δράματος, δεν έχει καμία σημασία στο άμεσο μέλλον του, 2-3 σκηνές μετά έχει ξεχαστεί, από την εμφάνιση της Ρίτα Μορένο και την καταστροφή της μισής Ρώμης, μέχρι επώδυνους θανάτους και «σοκαριστικές» σεναριακές εξελίξεις.

Θα ήθελες να σε παρηγορούσαν τα set-pieces, μα ο Λουί Λετεριέ, που αντικατέστησε τον Τζάστιν Λιν ενώ τα γυρίσματα είχαν ξεκινήσει – άραγε οι δημιουργικές διαφωνίες που οδήγησαν στον χωρισμό να είχαν να κάνουν με τη μη αφήγηση;- επιστρέφει σε μια αλά ‘00s, χαοτική κατάδειξη της δράσης, που καμία σχέση δεν έχει πχ. με τη χορογραφία του Γκρίνγκρας , αν και θα το ήθελε πολύ. Μόνο σε κάποιες μάχες σώμα με σώμα και στην τελική αυτοκινητιστική καταδίωξη, όπου η γεωγραφία της δράσης είναι πιο ευκρινής, κατορθώνει κάπως να διασκεδάσει τις εντυπώσεις. Υπάρχουν και μερικές επικλήσεις στο λαϊκό αίσθημα ικανές να αγγίξουν και τον μη σκληροπυρηνικό οπαδό, από την εμφάνιση του Στέιθαμ, που δείχνει στους υπόλοιπους πώς γίνεται  σωστά η «δουλειά» – εννοείται, όμως, ότι δεν έχει καμία επίδραση σε όσα την ακολουθούν, είπαμε, fan service και άγιος ο Θεός- ως ένα γερό χαστούκι στον Πιτ Ντέιβιντσον, που αρκετοί έχουν θελήσει κάποτε να δώσουν.

Μην μας παρεξηγήσετε, το «Fast X» δεν είναι ακριβώς το χειρότερο μπλοκμπάστερ που είδαμε τελευταία, αν και, εντός του franchise, ίσως να βρίσκεται μόλις λίγο πιο πάνω από το «2 Fast 2 Furious» στην κατάταξη και σίγουρα ωχριά μπρος στο «Fast Five», με το οποίο συνδέεται άμεσα. Απλά, θα το ξαναγράψουμε, σινεμά δεν είναι, αποτελεί περισσότερο ένα λυπηρό σημείο των καιρών, ένα γνήσιο τέκνο της σοσιομιντιακής (μη) αφηγηματικής γλώσσας, που επιχειρεί να καλύψει την προχειρότητα και την απουσία σεναριακού, αφηγηματικού, δραματουργικού και, κατά βάση, κινηματογραφικού έρματος, ζητιανεύοντας την υποστήριξη των οπαδών με easter eggs, καθρεφτάκια, χάντρες και χαϊμαλιά – δεν πρόκειται για μομφή προς τους φαν, αλλά προς τον τρόπο που τους αντιμετωπίζει η ταινία. Ακόμα και οι τελευταίοι, όμως, ίσως δυσκολευτούν να χωνέψουν το cliffhanger με το οποίο κλείνει, θυμίζοντας μέτριες τηλεοπτικές σειρές. Και επειδή υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος, όταν η αισθητική σου επιχειρεί να δώσει στον «πελάτη» θέαμα συγγενούς λογικής με εκείνο που παρακολουθεί στην οθόνη του smartphone του, μην απορήσεις αν αργά ή γρήγορα επιλέξει να περιμένει να το δει εκεί.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Fast X
  • Fast X