Η «Ντένη Μαρκορά» δεν μένει πια εδώ - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
13:31
4/7

Η «Ντένη Μαρκορά» δεν μένει πια εδώ

Ο Χρήστος από το Ο Χρήστος δε μένει πια εδώ, αποχαιρετά την Ντένη, την Γιολάντα, την Ντίνα.

Από τον Χρήστο Πολίτη

Δεν είναι εύκολο να θέλεις να γράψεις μια ευφάνταστη κι εμπνευσμένη νεκρολογία για κάποιον που δεν υπήρξε. Σίγουρα πάντως δεν είναι ψύχραιμο. Όσοι αγάπησαν τη Ντίνα Κώνστα, μέσα κι ο γράφοντας, την ξεχώρισαν από τους ρόλους της. «Ξεχώρισαν» με την έννοια του «διαχωρίζω». Ίσως αυτό να ήταν το αξίωμά της. Επίσης, όσοι την αγάπησαν είχαν φανταστεί πως οι ρόλοι της υπήρχαν και ζούσαν την δική τους ζωή, όταν τα επεισόδια έριχναν τίτλους τέλους. Ο γράφοντας, σίγουρα.

«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευχαρίστηση στη ζωή από το να έχεις να κάνεις ένα σωρό πράγματα και να μη τα κάνεις».

Μπορεί να μην είναι η πρώτη ατάκα που σου έρχεται στο μυαλό όταν φέρνεις στο νου την Ντένη Μαρκορά στους «Δυο Ξένους», αλλά πάνω σε αυτό βάσισε η Ντίνα Κώνστα τους δυο μεγαλύτερους τηλεοπτικούς της ρόλους. Με zero effort, έπλασε την Γιολάντα Ραγιά του «Δις Εξαμαρτείν» των Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου, με το ίδιο effort έφτιαξε και την περσόνα της Ντένης Μαρκορά των «Δυο Ξένων» του Δημήτρη Αποστόλου και του Αλέξανδρου Ρήγα, αμφότερα στο Mega. Κι εκεί φαίνεται πόσο μεγάλη ηθοποιός υπήρξε, αφού χώθηκε κάτω από το πετσί των ηρωίδων και πορεύτηκε μαζί τους. Ίσως γι’ αυτό στη συνείδηση των πολλών, η μια υπήρξε το alter ego της άλλης. Σίγουρα όμως, δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και αυτά σίγουρα, αλλά όχι μόνο αυτά.

Μέσα στα 20 χρόνια που μεσολάβησαν από το φινάλε των «Δυο Ξένων», δυο γενιές καυχιούνται πως ξέρουν καλά πως να χρησιμοποιούν τις ατάκες της Ντένης Μαρκορά με τον πλέον σωστό τρόπο. Και δικαιολογημένα. Γιατί το έκαναν ακόρεστα, ιδιαίτερα όταν τα social media την έχρισαν βασίλισσά τους και οι ατάκες της έντυναν κάθε πιθανή, έκτακτη ή μη, περίσταση.

Η Ντίνα, όμως, δεν ήταν μόνο η Ντένη. Είναι και τα υπέροχα περάσματά της στην ΕΡΤ στη διασκευή των «Χρυσών Κορίτσιών», στον «Θησαυρό της Αγγελίνας», στον «Κίτρινο Φάκελο» του Μ. Καραγάτση, στο «Μινόρε της Αυγής» στις αρχές του ’80, στα «Χαϊδεμένα Παιδιά», στο (βαμπιρικό) «Φάντασμα» του Γρηγορίου Ξενόπουλου 9δίπλα στην πρωτοεμφανιζόμενη Λυδία Κονιόρδου) και - κυρίως - το ιδιαίτερα παραγνωρισμένο (και υπέροχο) «Μαμά και Γιος» δίπλα στον Αλέξανδρο Αντωνόπουλο, με έναν μειλίχιο και εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα, δυο χρόνια μετά την τεράστια επιτυχία των «Δυο Ξένων».

Κάποιοι θα τη μνημονεύουν ως Πιπεριά Φαρμακόγλωσσα, την ιδιοκτήτρια ενός πανδοχείου στην θρυλική «Φρουτοπία» του Ευγένιου Τριβιζά ή στο «Σόι μας», ως μια καπάτσα Ερασμία που τριβέλιζε τα θεμέλια μιας σουρεαλιστικής οικογένειας για λογαριασμό ξανά του Mega, στα πρώτα χρόνια του.

Η ιδία δε φοβόταν την τηλεόραση και δεν απαξιούσε την εφήμερη υπόστασή της. Ίσως γιατί είχε μάθει πως κάποιος μπορεί να αντιστρέψει τους κανόνες και να κάνει την μικρή οθόνη ένα σπουδαίο καμιόνι που την περιείχε στο όλον της. Σαν τη Ντένη Μαρκορά, που έμαθε να δίνει καθημερινά παραστάσεις, τονίζοντας στους γύρω της πόσο σημαντική ήταν η παρουσία της, χωρίς να προσπαθεί ιδιαίτερα για να το πετύχει. Σαν τη Σωτηρία Μπέλλου, την τελευταία μεγάλη θεατρική επιτυχία, που ντύθηκε μια γυναίκα που δεν έδινε σημασία στα πολλά. Σαν τη Ντίνα Κώνστα.

Κι αν θέλει κανείς να γράψει κανά δυο-τρία ακόμα για τη ζωή της, μπορεί να υπολογίσει λίγα και στιβαρά θεατρικά, δυο-τρείς επιθεωρήσεις, πολλά ηχογραφημένα μονόπρακτα για την ΕΡΤ, κι άλλα τόσα μαγνητοσκοπημένα για το «Θέατρο της Δευτέρας», ελάχιστα κινηματογραφικά (κι αυτά χαμένα στα 80s), να μιλήσει για την πολιτική της δράση ως υποψήφια με τον Συνασπισμό, να υπογραμμίσει πως ήταν ηθοποιός εκ πεποιθήσεως γιατί «ήταν αυτοκαταστροφική» και κατά του γάμου μιας και «δε γούσταρε τις δεσμεύσεις».

Από χθες, δεκάδες και βάλε, χαιρετούν την Ντίνα Κώνστα με αστεία αποσπάσματα από τους «Δυο Ξένους». Ε, νίκη είναι αυτό, να σε θυμούνται όταν φεύγεις και να γελούν.