House of Hamaguchi: Το cinemagazine μιλά με τον σπουδαίο Ιάπωνα σκηνοθέτη του «Drive my Car» και του ολοκαίνουργιου «Ο Διάβολος δεν Υπάρχει» - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
7:17
15/2

House of Hamaguchi: Το cinemagazine μιλά με τον σπουδαίο Ιάπωνα σκηνοθέτη του «Drive my Car» και του ολοκαίνουργιου «Ο Διάβολος δεν Υπάρχει»

Μετά τη διεθνή καλλιτεχνική αναγνώριση του «Drive my Car», και σε συνέχεια μιας σταθερά γοητευτικής φιλμογραφίας, ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες αυτή τη στιγμή στο σινεμά επιστρέφει με καινούργια ταινία και μιλά γι' αυτήν, για τις επιρροές και για τον εαυτό του στο cinemagazine gr.

Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

Αφού τιμήθηκε με την Αργυρή Άρκτο του Φεστιβάλ Βερολίνου, τρία χρόνια πριν, χάρη στο αφηγηματικό γαϊτανάκι του «Ιστορίες της Τύχης και της Φαντασίας» και απέκτησε αμέσως μετά το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας με το «Drive my Car», ο Ριουσούκε Χαμαγκούτσι συνεχίζει τη θριαμβευτική καλλιτεχνική του πορεία κερδίζοντας τον περασμένο Σεπτέμβρη το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής του Φεστιβάλ Βενετίας και το βραβείο της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών για το «Ο Διάβολος δεν Υπάρχει». 

Αιφνίδια αλλαγή θεματικής και στυλιστικής πλεύσης για τον Ιάπωνα σκηνοθέτη, η μινιμαλιστική νέα ταινία του ξεπήδησε από την αρχική πρόθεση του Χαμαγκούτσι να συνεργαστεί με τη συνθέτρια του «Drive my Car», Έικο Ισιμπάσι, σε ένα βουβό φιλμ μεσαίου μήκους ντυμένο εξ ολοκλήρου με την υποβλητική μουσική της. Μόλις όμως ο σκηνοθέτης συνειδητοποίησε ότι το υλικό του τον καλούσε να δουλέψει σε έναν ευρύτερο καμβά, προέκυψε κάτι άλλο: ένα υποβλητικό δράμα για την ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και φύσης που κορυφώνεται σε ένα φινάλε άξιο να συζητηθεί.

Σκηνή από την ταινία

«Αντιλαμβάνομαι τον κινηματογράφο ως σκηνοθέτης με τον ίδιο τρόπο που τον αντιλαμβάνομαι ως θεατής: θέλω οι ταινίες να με προκαλούν και να με εκπλήσσουν»

 

Θα λέγατε ότι η καινούργια σας ταινία ήταν για εσάς ένας ήρεμος και εντελώς χαμηλόφωνος τρόπος να κρατήσετε αποστάσεις από τις αυξημένες απαιτήσεις που δημιούργησε για εσάς η διεθνή επιτυχία που γνωρίσατε με το «Drive my Car»;

Αντιλαμβάνομαι τον κινηματογράφο ως σκηνοθέτης με τον ίδιο τρόπο που τον αντιλαμβάνομαι ως θεατής: θέλω οι ταινίες να με προκαλούν, να με εκπλήσσουν, να μου γεννούν απορίες. Προσπαθώ κάθε φορά να εξερευνώ και κάτι διαφορετικό. Και μια τέτοια ευκαιρία μου παρουσιάστηκε από την Έικο Ισιμπάσι πριν από περίπου τρία χρόνια. Είχα τελειώσει το «Drive My Car», ήδη ξεκινούσε την κυκλοφορία της στις αίθουσες κι υπήρχε πολλή δουλειά η οποία σχετιζόταν με την προώθηση της ταινίας και δεν γινόταν να περιμένει. 

Ήμουν αρκετά κουρασμένος από τις υποχρεώσεις αυτές και ταυτόχρονα αναρωτιόμουν με τι θα μπορούσα να καταπιαστώ μετά. Είχα επιπλέον την ανάγκη να κάνω κάτι διαφορετικό κι όταν προέκυψε αυτή η ευκαιρία ένιωσα την ανάγκη να της αφοσιωθώ. Γιατί, όταν δούλεψα με την Έικο για λογαριασμό του «Drive My Car», αγάπησα πραγματικά τη μουσική της και σκέφτηκα ότι ίσως αυτή θα μπορούσε να με οδηγήσει σε κάτι νέο και διαφορετικό. Κι αν αυτό το νέο και διαφορετικό σήμαινε να ξεφύγω εντελώς από την όποια πίεση μπορεί να μου είχε δημιουργήσει η επιτυχία του «Drive my Car», τότε ακόμη καλύτερα.

Με τη μουσική να αποτελεί την αφετηρία και τη βασική έμπνευση πώς τρύπωσε στην ταινία η ιστορία μιας τουριστικής κατασκευής που αναμένεται να φέρει ανατροπή στη ζωή μιας ήρεμης κοινότητας ανθρώπων;

Αρχικά αναρωτιόμουν πολύ για το τί θα μπορούσα να κάνω για αυτή την ταινία κι έτσι πήγα εκεί που ζούσε και εργαζόταν η Έικο, εντυπωσιάστηκα από το φυσικό τοπίο που περιβάλλει την περιοχή κι ένιωσα ότι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η κίνηση μέσα στη φύση, ο άνεμος, το νερό, τα δέντρα, το φως, όλα αυτά τα στοιχεία εναρμονίζονταν πολύ καλά με το είδος της μουσικής που κάνει η Έικο. 

Παρ' όλ' αυτά, ένιωσα ότι το να απαθανατίσω μόνο πανέμορφες εικόνες οπωσδήποτε δεν θα μου ήταν αρκετό, συνεπώς έπρεπε να βρω κάποιο είδος ανθρώπινου δράματος. Και τότε ήταν που έμαθα για τις επεκτατικές στρατηγικές εταιρειών που προσπαθούν να επέμβουν σε φυσικές τοποθεσίες ανέγγιχτες μέχρι πρότινος και να τις αξιοποιήσουν τουριστικά, χωρίς να συλλογίζονται πόσο καταλυτικά και ενδεχομένως ολέθρια επεμβαίνουν σε αυτές.  

Παρόλο που είναι πολύ μικρό το περιστατικό που προσεγγίζω, μέρος αυτής της τόσο μικρής ιστορίας αντικατοπτρίζει την κοινωνία μας κατά κάποιο τρόπο και το πώς ένα πρόχειρο σχέδιο μπορεί, αν μεγεθυνθεί, να έχει μακροπρόθεσμα πολύ βλαβερές συνέπειες για τις ανθρώπινες ζωές. 

Θα συμφωνούσατε ότι ο τίτλος της ταινίας σας (η πρωτότυπη ξένη ονομασία είναι «Το Κακό δεν Υπάρχει») αποτελεί στην ουσία μια παραδοχή του πώς στην πραγματικότητα τίποτα δεν είναι μόνο μαύρο ή άσπρο, αλλά κυρίως αποχρώσεις του γκρι; 

Χαίρομαι πολύ που το λέτε αυτό γιατί επιθυμώ ο τίτλος να βοηθήσει κάπως να προχωρήσει η σκέψη και ο προβληματισμός των θεατών. Πραγματικά δεν ξέρω αν το κακό υπάρχει ή όχι, ωστόσο νομίζω ότι είναι δύσκολο να πεις ότι δεν υπάρχει μετά την παρακολούθηση αυτής της ταινίας. Κι έτσι, αυτό που πραγματικά ήθελα είναι ο τίτλος και η ίδια η ταινία να δημιουργήσουν νευρικότητα και ένταση μεταξύ τους.

«Αν χρειαζόμουν να κάνω μια ταινία που θα μπορούσε να έχει απήχηση σε ένα πιο ευρύ κοινό τότε ίσως ένα κομμάτι του εαυτού μου θα έπρεπε να το αποχωριστώ»

 

Η ζωή κάθε σκηνοθέτη ανατρέπεται ευχάριστα και επηρεάζεται αναπόφευκτά όταν κερδίσει ένα βραβείο Όσκαρ. Οπότε θα ήθελα να σας ρωτήσω πώς επηρεάστηκε η δική σας ζωή από τότε που αποκτήσατε το Όσκαρ για το «Drive my Car»; 

Για να είμαι ειλικρινής η ζωή μου δεν έχει αλλάξει τόσο πολύ. Για την ακρίβεια, αν ερχόταν κανείς να δει πού μένω ή πώς είμαι στην καθημερινότητά μου, το πιθανότερο θα ήταν να απογοητευτεί. Παρ' όλ' αυτά, αν αποφασίσω κάποια στιγμή να δουλέψω σε μεγαλύτερου κόστους ταινίες, με πολυάριθμο συνεργείο και μεγάλο καστ, θα το κάνω διότι αναγνωρίζω ότι υπάρχει μια χαρά στη σκηνοθεσία τέτοιου είδους. 

Ωστόσο, μιλώντας επί της ουσίας, υπάρχει και μια πλευρά που δεν βρίσκω το ίδιο ελκυστική. Κι αυτή έχει να κάνει με το γεγονός ότι όσο μεγαλύτερος γίνεται ο προϋπολογισμός μιας ταινίας τόσο περισσότερους θεατές χρειάζεται να προσελκύσει ώστε να μπορέσει να κάνει απόσβεση. Υπάρχει μια εμπορική παράμετρος σε όλο αυτό με την οποία δεν θέλω να ασχοληθώ. Οπότε καταλαβαίνω ότι αν χρειαζόμουν να κάνω μια ταινία που θα μπορούσε να έχει απήχηση σε ένα πιο ευρύ κοινό τότε ίσως μερικά ιδιαίτερα κομμάτια και χαρακτηριστικά του εαυτού μου θα έπρεπε να τα αποχωριστώ. 

Έχετε αναφέρει συχνά τον Τζον Κασσαβέτη και τον Ρομπέρ Μπρεσόν ως πολύ ισχυρές επιρροές στη δουλειά σας. Αναρωτιόμουν ποια ήταν η επίδραση που είχαν επάνω σας, εκτός από το γεγονός ότι πιθανώς θέλετε να δουλέψετε με τους ηθοποιούς με τον ίδιο ανορθόδοξο τρόπο που δούλευαν εκείνοι. 

Για μένα αυτές οι δύο φιγούρες έχουν πολλά κοινά σημεία - υποθέτω ότι το ένα είναι η ανορθόδοξη προσέγγιση των ηθοποιών τους. Θεωρώ πολύ σημαντικό ωστόσο το ότι και οι δύο προσπαθούν να αποτυπώσουν με τις ταινίες τους κάτι ενδότερο, κάτι πιο εσωτερικό. Ο Μπρεσόν το αντιλαμβάνεται συχνά ως μια προσπάθεια να συλλάβει και να ερμηνεύσει την ανθρώπινη ψυχή και νομίζω ότι κάτι παρόμοιο πρέπει να ενέπνευσε και τον Κασαβέτη και κάτι τέτοιο προσπαθώ να κάνω κι εγώ. Γι' αυτό ίσως αισθάνομαι τους δυο αυτούς σκηνοθέτες τόσο κοντά σε μένα. 

INFO
Η ταινία «Ο Διάβολος δεν Υπάρχει» προβάλλεται ήδη στις ελληνικές αίθουσες από την Ama Films