Ταινία της Εβδομάδας: Πώς η απληστία διαφθείρει την πολιτική εξουσία και το ντεμπούτο-όνειρο του «Azor» - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
8:58
27/1

Ταινία της Εβδομάδας: Πώς η απληστία διαφθείρει την πολιτική εξουσία και το ντεμπούτο-όνειρο του «Azor»

Στο Μπουένος Άιρες του 1980, καταφθάνει ένας Ελβετός ιδιωτικός τραπεζίτης, για να αντικαταστήσει τον μυστηριωδώς εξαφανισθέντα προκάτοχο - και συνέταιρό του. Υποδειγματικό θρίλερ διαλόγων, σουαρέ κι εν γένει δραστηριοτήτων της ανέγγιχτα ( ; ) υψηλής τάξης, που μας γνωρίζει έναν δημιουργό για τον οποίον, αν όλα πάνε κατ' ευχή, έχουμε να περιμένουμε πολλά.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Η μια εκ των δύο συναρπαστικότερων σκηνοθεσιών των 27ων Νυχτών Πρεμιέρας, κατά τη γνώμη του υπογράφοντος πάντα, συνιστά μία από τις ωραιότερες υποσχέσεις της χρονιάς που πέρασε, ξαναγράφοντας, όχι μεταμοντέρνα (ευτυχώς), σχεδόν άπταιστα τη φόρμα του διαλογικού θρίλερ, πολιτικού περιεχομένου και διατριβής επί του ανθρώπινου χαρακτήρα και της ιστορίας που αυτός γράφει απαρέγκλιτα (και χωρίς ελπίδα σωτηρίας) εδώ και λίγες εκατοντάδες χρόνια.

Στην καρδιά του ντεμπούτου του Αντρέας Φοντάνα, εκτός από το έρεβος που με σαφήνεια υποδεικνύεται στο τελικό κεφάλαιο του έργου (που έχει και σαρκαστικά συμβολική ονομασία), έτσι καθώς κλείνει το μάτι και στον Τζόζεφ Κόνραντ, υπάρχει μια πραγματεία της χείριστα εννοούμενης ενηλικίωσης της ανθρωπότητας σε σχέση με την δυνατότητά της να παράγει χρήμα δίχως την παραμικρή ηθική ενόχληση για τις συνέπειες του χρήματος αυτού.

Από την εμφανή πλευρά του δράματος, συναντούμε τον Ιβάν και την Ινιές ντε Βιελ, το ζευγάρι που έρχεται από την Ελβετία ως εκπρόσωπος του παμπάλαιου ευρωπαϊκού χρήματος. Ο Ιβάν είναι γόνος οικογένειας που ίδρυσε την ιδιωτική τράπεζα που τώρα εκπροσωπεί. Η σύζυγός του ισχυρίζεται ότι «οι δυο μας είμαστε ένα, αυτός», αλλά στην πράξη είναι μια μακμπεθική αρωγός-υποκινήτρια του συζύγου της.

Ως ντεμπούτο αποτελεί πράγματι κάτι το εκπληκτικό

Στην σκοτεινή πλευρά καραδοκούν μέλη της αργεντίνικης χούντας του 1976, εκ των οποίων ο κληρικός Τατόσκι (μια εκπληκτική φιγούρα βγαλμένη από τους Βοργίες ή και το Βατικανό του 3ου «Νονού» - ο ηθοποιός δεν έχει ξαναπαίξει πουθενά!) είναι η καρδιά του σκότους αυτού - και μια αλησμόνητη διαλογική σκηνή θα το πιστοποιήσει. Το σκότος έγκειται στην σύλληψη της στιγμής που η πολιτική και η εκκλησιαστική εξουσία, οι εγκατεστημένοι με κάποιου είδους «δημοκρατικότητα» άρχοντες της ανθρωπότητας, μεταβαίνει από το επίπεδο της λαϊκής διοίκησης σε αυτό της απόλυτης πρυτανείας του ατομικού συμφέροντος. Με άλλα λόγια, η ταινία φωτογραφίζει πώς διαφθείρεται πρακτικά η πολιτική εξουσία από την απληστία.

Την ίδια στιγμή, ακόμα πιο διακριτικά, σε ακόμα λιγότερο επεξηγηματικό φως, αχνοφαίνεται η διαβρωμένη ενηλικίωση του παλαιού ευρωπαϊκού χρήματος, η στιγμή δηλαδή που το Χρήμα (οι φορείς του δηλαδή) συνειδητοποιεί τους καιρούς που αλλάζουν, ξεχνάει τους «τρόπους» του και ενδίδει και αυτό ολόψυχα στη νέα εποχή της ρεμούλας, του σφετερισμού κάθε λαϊκής (όπου «λαός» οτιδήποτε έξω από τους διαδρόμους της εξουσίας) οικονομικής αυτονομίας. Πιο απλά, ο Φοντάνα έχει φτιάξει μια παραβολή πάνω στην ιστορία του πρακτικού καπιταλισμού, το πώς η Τράπεζα συνεργάζεται με την Πολιτική ώστε να ευδοκιμούν οι δυο τους. Ακόμα πιο απλά, και καθόλου επιτηδευμένα μαρξιστικά, η ταινία μιλά για τον λόγο που το είδος μας βρίσκεται στην δεινή θέση που βρίσκεται πλέον - έστω κι αν οι πιο πολλοί δεν το αισθανόμαστε άμεσα στο πετσί μας.

Υπό το φως της μεσολαβούσης «Εξουσίας του Σκύλου», ο Φοντάνα φτιάχνει επίσης μια τρομερή ταινία φαντάσματος (που κάθε μεγάλη ταινία διαθέτει), στην οποία η Πατριαρχία δεν έχει την «απλή», διακριτή μορφή της ταινίας της Κάμπιον, αλλά περιλαμβάνει καθέναν, ανεξαρτήτως φύλου, που συμμετέχει στους τρόπους της. Ο «Σκύλος» εδώ, αντί για τον Μπρόνκο που ποδηγετεί τον Φιλ της ταινίας της Κάμπιον, είναι το διπλό φάντασμα του προκατόχου του Ιβάν και του κόσμου που ο ίδιος ψηλάφησε (θραύοντας έτσι την ως τότε λογική του παλαιού τραπεζικού χρήματος) αλλά μυστηριωδώς δεν ολοκλήρωσε - για λόγους που θα φανταστείτε βλέποντας το έργο. Όμως είναι το φάντασμα του απόντος προκατόχου που κυριαρχεί πάνω στον Ιβάν, είναι αυτό που κάνει την γυναίκα του να του πει, εντελώς μακμπεθικά, πως «είναι ο φόβος σου που σε κάνει μέτριο».

Ο Ελβετός Φοντάνα, γόνος ο ίδιος ιδιωτικού τραπεζίτη (ουδεμία σχέση με τον συγγενή μας στην τυπική τράπεζα που σκεφτόμαστε), δείχνει να γνωρίζει εξονυχιστικά όχι μόνο τους «ανθρώπους από τη Γενεύη», αλλά και την υψηλή τάξη της Αργεντινής εκείνης της εποχής, που πέρα και πάνω από καθεστώτα «μολύνεται» τελειωτικά από την Χούντα (η οποία άλλωστε αποτελείται από τους Ιζνογκούντ του κόσμου μας, δηλαδή...εμάς) και αποτελεί επίσης μια οντότητα που καλείται να ενηλικιωθεί - μόνο που οι γηραιοί της δεν μπορούν να το κάνουν, ο κόσμος τους έχει εκλείψει.

Ταυτόχρονα με το ψυχογράφημα της κερδοσκοπίας, την οποία γεννά «έτσι απλά» η συνάντηση της απληστίας με τα ατομικά συμπλέγματα, στήνει έναν σκηνοθετικό ορισμό του διαλογικού σασπένς, έχει εξαιρετική βοήθεια στην σκηνογραφία, ενώ πλην του κάπως τσιμπημένα επεξηγηματικού φινάλε, που δεν διαθλά όμως ποτέ τον έρποντα ρυθμό και τον μελανό τόνο του έργου, χαρακτηρίζεται από την διαύγεια και την κατευθυντική βεβαιότητα δημιουργού με φτασμένο προσωπικό ύφος και στόχευση. Ως ντεμπούτο αποτελεί πράγματι κάτι το εκπληκτικό.