Ταινία της Εβδομάδας: Η σπουδαία «Φυγή» είναι το φιλμ για το προσφυγικό που πρέπει όλοι να δουν
Πρώτη ταινία στην ιστορία των Όσκαρ που ήταν υποψήφια στις κατηγορίες Καλύτερου Ντοκιμαντέρ, Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας και Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων, η «Φυγή» είναι ένα εξαίσιο animation ντοκιμαντέρ το οποίο επαναφέρει το προσφυγικό ζήτημα στις αντικειμενικές και προσωποπαγείς διαστάσεις του, μέσα από την δραματική πορεία ενός Αφγανού προσφυγόπουλου.
Η πολυβραβευμένη, υποψήφια για Όσκαρ «Φυγή» ξετυλίγει την οδύσσεια του Αμίν (το όνομά του δεν είναι αληθινό, η ιστορία του όμως είναι) που ξεκινά από το Αφγανιστάν των 80s το οποίο εγκατέλειψε παιδάκι όταν οι Μουτζαχεντίν κατέλαβαν την Καμπούλ, για να καταλήξει στη σημερινή Δανία σε ηλικία 36 ετών, με τον ίδιο να είναι πλέον αναγνωρισμένος ακαδημαϊκός, έτοιμος να παντρευτεί τον σύντροφό του. Τα καλά κρυμμένα μυστικά μιας δραματικής πορείας σχεδόν τριών δεκαετιών, χαραγμένων από την προσφυγιά και την απώλεια του αγνοούμενου πατέρα, τη λαχτάρα για επανένωση μιας οικογένειας σε διασπορά, τον μόνιμο φόβο της απέλασης, την εκμετάλλευση των διακινητών αλλά και το ταμπού της σεξουαλικότητας, θα αναδυθούν δειλά δειλά, μέσα από μία συνέντευξη-εκμυστήρευση που αποτελεί τον αφηγηματικό άξονα του φιλμ.
Το ντοκιμαντέρ του Γιόνας Πόερ Ρασμούσεν είναι το πρώτο φιλμ στην ιστορία των Όσκαρ που βρέθηκε ταυτοχρόνως υποψήφιο στις κατηγορίες του Ντοκιμαντέρ, της Διεθνούς Ταινίας και της Καλύτερης Ταινίας Κινουμένων Σχεδίων. Σε μία μακρά φεστιβαλική διαδρομή που ξεκίνησε από το Σάντανς του 2021, η «Φυγή» έγινε ένα από τα κορυφαία animation της πρόσφατης μνήμης που σάρωσε τις διακρίσεις και κέρδισε παντού τις εντυπώσεις, (ξαν)ανοίγοντας παράλληλα ένα ζήτημα το οποίο η Δύση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει με κυνισμό.
Σε καιρούς που το προσφυγικό ζήτημα εξακολουθεί να μας χτυπά επίμονα την πόρτα ενόσω εμείς επιδιδόμαστε σε μικροπολιτική διαχείριση με κόστος ανθρώπινες ζωές, ένα animation ντοκιμαντέρ έρχεται να υπενθυμίσει απλά και ρητά, δίχως ίχνος ωραιοποίησης ένεκα των κινουμένων σχεδίων που το συνθέτουν, κάτι από τις αντικειμενικές και προσωποπαγείς διαστάσεις του δράματος. Όπως τα αληθινά ονόματα των πρωταγωνιστών παραμένουν κρυμμένα χάριν της ασφάλειάς τους, έτσι και τα πρόσωπά τους μασκάρονται πίσω από χειροποίητα σκίτσα άλλοτε πιο ρεαλιστικά, άλλοτε πλημμυρισμένα από μία ρευστή, ιμπρεσιονιστική εκφραστικότητα.
Δε λησμονεί να υπενθυμίζει τις ανεπανόρθωτες επιπτώσεις ενός ανήκειν που βρίσκεται διαρκώς σε εκκρεμότητα
Κάτι η τεχνική animation που χρησιμοποιείται κυρίως εδώ (η οποία λανθασμένα συγχέεται με την τεχνική του rotoscoping), κάτι η περιστασιακή χρήση αρχειακού υλικού που δένει το ιστορικό πλαίσιο της πορείας του Αμίν, κάνουν τη «Φυγή» να φέρνει αρκετά στο μοναδικό «Βαλς με τον Μπασίρ» του Άρι Φόλμαν. Άλλωστε και για τα δύο φιλμ μπορούμε να βρούμε τουλάχιστον ένα κοινό σημείο εκκίνησης. Μία εκμυστήρευση που μοιάζει πολύ με ψυχαναλυτική συνεδρία, και που είναι συνδεδεμένη με ένα βαθύ προσωπικό τραύμα που αφορά την επαφή με τον πόλεμο και την απώλεια σε νεαρή ηλικία, την ώρα που οι ποπ μουσικές αναφορές λειτουργούν σαν σανίδα σωτηρίας του μυαλού του εκάστοτε αφηγητή. Εκεί όμως που το «Βαλς με τον Μπασίρ» χτίζει στρατηγικά τις ψυχεδελικές παγίδες του με απώτερο σκοπό το αντάμωμα του θεατή με το απόλυτο σοκ του φινάλε, η «Φυγή» δεν καταφεύγει ποτέ στην επιλογή του escapism. Γιατί η ίδια η ιστορία του Αμίν δεν έχει ανάγκη από τέτοιου είδους μυστικά και υπεκφυγές. Έχει ήδη να διαχειριστεί τα δικά της.
Για τον Αμίν, όλα όσα έχει περάσει ως προσφυγόπουλο σε ξένους τόπους αποτελούν μέρος της ζωής του. Σταθμοί δικοί του. Μπορεί όχι εξαρχής ορατοί σε εμάς που παρακολουθούμε την ταινία, σίγουρα όμως απολύτως γνώριμοι στον ίδιο. Και το ντοκιμαντέρ του Ρασμούσεν, ώριμο και απολύτως εναρμονισμένο με τον πρωταγωνιστή του, του αφιερώνει το στιβαρό του τέμπο ώστε να συμπληρώσει ο ίδιος τα κενά της οδύσσειάς του που, ανεξαρτήτως έκβασης, δε λησμονεί να υπενθυμίζει τις ανεπανόρθωτες επιπτώσεις ενός ανήκειν που βρίσκεται διαρκώς σε εκκρεμότητα, όταν η ελευθερία, η αυτοδιάθεση και η αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου παραμένουν επί μακρόν υπό αίρεση.