Τα χαρακτηριστικά γαλανά μάτια του μεγάλου Ολλανδού ηθοποιού εσβησαν οριστικά, την ίδια χρονιά με αυτά του Ρόι Μπατι, του αξέχαστου ανδροειδούς που υποδύθηκε στο «Blade Runner».
«I've seen things you people wouldn't believe. Attack ships on fire off the shoulder of Orion. I watched C-beams glitter in the dark near the Tannhäuser Gate. All those moments will be lost in time, like tears in rain. Time to die.»
Ο Ρούτγκερ Χάουερ έκανε πάρα πολλά στην καριέρα του, από την Ολλανδία ακόμη όταν συνεργάζονταν στα '70s με τον Πολ Φερχόφεν και αργότερα στις ΗΠΑ. Είχε μια σκηνική παρουσία που ήταν αδύνατο να την προσπεράσεις, γι' αυτό και συχνά έπαιρνε ρόλους αντιηρώων ή «κακών», όμως το ανατριχιαστικό ως σήμερα αντίο του στο «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ είναι η πρώτη σκέψη όλων, μια στιγμή όπου θύτης και θύμα, ήρωας και δολοφόνος γίνονται ένα. Και τα μάτια του σε πείθουν πως «είδε» πράγματα ανήκουστα για εμάς τους κοινούς θνητούς.
Ο θάνατος του Χάουερ ανακοινώθηκε πριν λίγο, λίγες ώρες μετά την κηδεία του που έγινε σήμερα, καθώς ο ίδιος πέθανε αθόρυβα, με τη συντροφιά της οικογένειάς του, στις 19 Ιουλίου. Η υποκριτική του καριέρα ξεκινά στα τέλη της δεκαετίας του '60 και την ολλανδική σειρά «Floris», ενώ λίγα χρόνια αργότερα συναντά τον υποσχόμενο Πολ Φερχόφεν στο εκρηκτικό «Turkish Delight», μια επίδειξη αστείρευτης ενέργειας και έντασης (σεξουαλικής στην προκειμένη) στην οθόνη. Μετά από μια δεκαετία ανόδου και βελτίωσης που γίνεται αντιληπτή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, έρχεται το ταξίδι στις ΗΠΑ, πρώτα για τα ξεχασμένα σήμερα «Γεράκια της Νύχτας» με τον Σταλόνε και αργότερα για τον πιο χαρακτηριστικό ρόλο της καριέρας του, του ανδροειδούς Ρόι Μπάτι στο «Blade Runner» του Ρίντλεϊ Σκοτ το 1982.
Αυτή είναι μια γνώμη πάντως που εύκολα λέγεται σήμερα, καθώς η εκπληκτική του ερμηνεία στο φιλμ του Σκοτ ελάχιστα τον βοήθησε τότε, με την ταινία να μη γίνεται επιτυχία και να μην έχει ούτε κατά διάνοια το cult status που την ακολουθεί σήμερα. Ο ίδιος πάντως συνεχίζει ακάθεκτος, υπό τις οδηγίες σκηνοθετών όπως ο Σαμ Πέκινπα («Όστερμαν, το 48ωρο των κατασκόπων») και ο Νίκολας Ρεγκ («Eureka») και ένα σερί ταινιών που έχει καταναλωθεί μέχρι εξαντλήσεως και από το ελληνικό κοινό. Το «Flesh + Blood» (ξανά Φερχόφεν), ο «Λύκος και το Γεράκι» του Ντόνερ, ο σαρωτικός ρόλος στο «Ωτοστόπ του Τρόμου» (The Hitcher, 1986) και ο «Τυφλός Σαμουράι» του Φίλιπ Νόις, μια από τις πιο πολυπαιγμένες ταινίες της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης. Εκτός ΗΠΑ, μπόρεσε να δώσει μια μνημειώδη ερμηνεία ως άστεγος αλκοολικός στο «The Legend of the Holy Drinker» του Ερμάνο Όλμι.
Από τα '90ς και έπειτα ο Χάουερ σταδιακά επέστρεφε στη μεγάλη του αγάπη, το θέατρο, τα χρήματα του σινεμά τον κρατούσαν όμως κοντά στο αντικείμενο, συχνά σε ταινίες είδους, πολλές εκ των οποίων γυρισμένες για αγορές VHS και DVD. Ο ίδιος φρόντιζε να τις δίνει μεγαλύτερο κύρος, έπαιξε Δράκουλες, φαντάσματα και δολοφόνους, ήταν στο κινηματογραφικό (και αποτυχημένο) «Buffy the Vampire Slayer» και στο ενδιαφέρον τηλεοπτικό φιλμ «Fatherland», ένα what-if όπου οι Ναζί έχουν κερδίσει τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η νέα χιλιετία τον βρίσκει να δουλεύει ακατάπαυστα στο ίδιο μοτίβο με μικρά φιλμ που σπάνια βρίσκουν το δρόμο για τη μεγάλη οθόνη, με εξαίρεση το 2005 που βρίσκει ρόλους στα «Sin City» και «Batman Begins». Δε σταμάτησε να δουλεύει ως πρόσφατα, με το βαθύ μπλε των ματιών του να εξακολουθεί να μαγνητίζει και τη δουλειά του στο «Blade Runner» να έχει πια θεοποιηθεί. Καρατερίστας από τους λίγους, αφήνει πίσω του πάνω από 150 κινηματογραφικούς ρόλους, απλωμένους σε μια πορεία 50 περίπου χρόνων.
Πεθαίνει την ίδια χρονιά με αυτή του ανδροειδούς Ρόι Μπάτι, αφού το «Blade Runner» του Σκοτ διαδραματίζεται σε ένα υποθετικό 2019. Time to die...