[Κριτική] Το «Sound of Metal» είναι το outsider που αξίζει κάθε υποψηφιότητα την οποία θα πάρει στα φετινά Όσκαρ - νεα || cinemagazine.gr
0:44
15/3

[Κριτική] Το «Sound of Metal» είναι το outsider που αξίζει κάθε υποψηφιότητα την οποία θα πάρει στα φετινά Όσκαρ

Έχοντας διαγωνιστεί στο 26ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας για τη Χρυσή Αθηνά, το δυναμικό σκηνοθετικό ντεμπούτο του Ντάριους Μάρντερ με τον εκπληκτικό Ριζ Άχμεντ στο ρόλο ενός ντράμερ που χάνει την ακοή του, ακούγεται όλο και πιο δυνατά για τις επερχόμενες οσκαρικές υποψηφιότητες. Απολύτως δίκαια, θα έρθουμε να προσθέσουμε.

Από τον Νεκτάριο Σάκκα

Το είδαμε στις 26ες Νύχτες Πρεμιέρας, απέκτησε γεωμετρικά αυξανόμενη φήμη στο φεστιβαλικό κύκλωμα και αυτή τη στιγμή κατευθύνεται ολοταχώς για τις οσκαρικές υποψηφιότητες, προεξάρχοντος του πρωταγωνιστή του, Ριζ Άχμεντ («Rogue One: A Star Wars Story», «The Night Of»). Ο λόγος για το «Sound of Metal», ένα από τα πιο ηχηρά σκηνοθετικά ντεμπούτα της περασμένης σεζόν που φέρει την υπογραφή του Ντάριους Μάρντερ, συν-σεναριογράφου του «Στο Τέλος του Δρόμου» του Ντέρεκ Σιανφράνς.

Πριν από οτιδήποτε άλλο, το «Sound of Metal» αποτελεί τον ερμηνευτικό θρίαμβο του Ριζ Άχμεντ

Πριν από οτιδήποτε άλλο, το «Sound of Metal» αποτελεί τον ερμηνευτικό θρίαμβο του Ριζ Άχμεντ στο ρόλο του Ρούμπεν, ενός Αμερικανού ντράμερ ο οποίος, εν μέσω περιοδείας με το heavy metal ντουέτο που διατηρεί με τη σύντροφό του (Ολίβια Κουκ), χάνει ξαφνικά μεγάλο μέρος της ακοής του. Το ανάχωμα στην καριέρα μπαίνει αυτόματα στο κάδρο, ο αντίκτυπος στη σχέση του με τη Λου επίσης, όπως και η τοξικοεξάρτηση με την οποία ο ήρωας έχει αναμετρηθεί στο πρόσφατο παρελθόν.

Προτεραιότητα όμως εδώ έχει η δύσβατη διαδρομή του Ρούμπεν προς την αυτοαποδοχή, καλούμενος να προσαρμοστεί σε μια ριζικά διαφορετική πραγματικότητα. Και ο Άχμεντ είναι αληθινά καθηλωτικός και αφοσιωμένος στο να πλάσει έναν χαρακτήρα που καθρεφτίζει διαρκώς σε βλέμμα, λόγο και σώμα το ακραία μεταβαλλόμενο ηχοτοπίο που τον περιβάλλει.

Μιλώντας για ηχοτοπία, η δουλειά στον ήχο είναι τέτοιας καθοριστικότητας που τον ανάγει σε ισότιμο πρωταγωνιστή, αποτελώντας μάλιστα σύμφωνα με τις μέχρι τώρα προβλέψεις το πρώτο διαβατήριο της ταινίας για τα Όσκαρ. Έχουμε να κάνουμε, άλλωστε, με ένα φιλμ που εστιάζει στον ήχο και την απουσία αντίληψής του. Το σοκαριστικό πέρασμα από τον κόσμο της ακοής σε εκείνον της σιγής διοχετεύεται οργανικά στον θεατή, χάρη σε μια επιμελή ηχητική προσομοίωση της υποκειμενικής συνθήκης που βιώνει ο Ρούμπεν, γεμάτη από φυσικούς ήχους βουτηγμένους στη σίγαση και το βόμβο, κομμένες συχνότητες και μεταλλικές νότες, όλα τους υποδειγματικά δεμένα μεταξύ τους.

Η διαπραγμάτευση του Ρούμπεν με την απώλεια της ακοής παραπέμπει στα λεγόμενα στάδια του πένθους, συμπεριλαμβανομένης της άρνησης καθώς και της διαπραγμάτευσης γύρω από το ενδεχόμενο μιας σωτήριας θεραπείας. Όσο όμως και αν μιλάμε για μία εξ ορισμού απομονωτική κατάσταση που προκρίνει την αφηγηματική επιλογή του πορτρέτου, το «Sound of Metal» μόνο αδιάφορο δε στέκει ως προς τους χαρακτήρες που πλαισιώνουν τον Ρούμπεν. Η Κουκ έχει ένα καταρχήν ερμηνευτικό προβάδισμα εδώ, λόγω της εγγύτητας της Λου με τον Ρούμπεν αλλά και από τις νύξεις ψυχολογικής αστάθειας που και η ίδια κουβαλά. Ωστόσο, είναι ο Πολ Ρέισι τελικά εκείνος που κλέβει τις εντυπώσεις στο ρόλο του Τζο, μιας πατρικής φιγούρας που προσφέρει στον Ρούμπεν την προοπτική ενός νέου ανήκειν σε μία κλειστή δομή κωφαλάλων. Την ίδια στιγμή, ο άνισος Ματιέ Αμαλρίκ εμφανίζεται εκτός τόνου, υποδυόμενος τον πατέρα της Λου.

Η δουλειά στον ήχο της ταινίας είναι τέτοιας καθοριστικότητας που τον ανάγει σε ισότιμο πρωταγωνιστή

Μακριά ωστόσο από λογικές ενός τυπικού φιλμ ερμηνειών ή τεχνικών αρετών που τείνουμε συνήθως να επισημάνουμε για μπλοκμπάστερ τα οποία έχουν αποτύχει προηγουμένως σε όλα τα πραγματικά σημαντικά, το «Sound of Metal» έχει ξεκάθαρα σκηνοθέτη. Ο Μάρντερ ενορχηστρώνει άρτια τις συνεχείς μεταβάσεις από το υποκειμενικό του ήρωα στο γενικό και τούμπαλιν. Επιλέγει πλάνα που υπογραμμίζουν το καταρχήν πρωτόγνωρο της απομόνωσης, που γεννούν αβίαστη ενσυναίσθηση και είναι ξέχειλα από μία ένταση η οποία πηγάζει όχι μόνο από την μποέμικη ιδιοσυγκρασία ενός rolling stone ήρωα, αλλά πρωτίστως από το παζάρεμά του με τη νέα πραγματικότητα και την αναπηρία. Και όλα αυτά, πατούν σε ένα στιβαρό σενάριο (εδώ συνδράμει και ο Σιανφράνς) με σαφέστατη κατεύθυνση από την αρχή ως το τέλος.

Ως κατασκευή, το «Sound of Metal» βρίσκεται πολύ κοντά στη χρυσή τομή που όλο και πιο σπάνια συναντάμε πλέον στο αμερικανικό σινεμά. Θυμίζει κάτι από το ευρισκόμενο σε έλλειψη πια αμερικανικό φιλμ μεσαίου μεγέθους, το οποίο διατηρεί μεν τις επιρροές και τον αέρα του ανεξάρτητου, έχοντας ωστόσο τα φόντα να απασχολήσει σοβαρά τα Όσκαρ. Το πόσο σοβαρά, θα φανεί πολύ σύντομα.

Σκηνοθεσία: Ντάριους Μάρντερ Σενάριο: Ντάριους Μάρντερ, Έιμπραχαμ Μάρντερ Φωτογραφία: Ντανιέλ Μπουκέ Μουσική: Έιμπρχαμ Μάρντερ, Νίκολας Μπέκερ Πρωταγωνιστούν: Ριζ Άχμεντ, Ολίβια Κουκ, Πολ Ρέισι, Λόρεν Ρίντλοφ, Ματιέ Αμαλρίκ Διάρκεια: 120'

Βαθμολογία: 3.5/5