Πέθανε ο Βόλφγκανγκ Πίτερσεν, ο σκηνοθέτης του «Das Boot» και της «Δεύτερης Ευκαιρίας» - νεα || cinemagazine.gr
12:04
17/8

Πέθανε ο Βόλφγκανγκ Πίτερσεν, ο σκηνοθέτης του «Das Boot» και της «Δεύτερης Ευκαιρίας»

Mε μια καριέρα γεμάτη από αγαπημένες στιγμές του ψυχαγωγικού σινεμά, ο Βόλφγκανγκ Πίτερσεν έφυγε από τη ζωή στις 12 Αυγουστου, όπως ανακοινώθηκε χτες το βράδυ. 

Από τον Γιάννη Βασιλείου

Σε ηλικία 81 ετών πέθανε ο Βόλφγκανγκ Πίτερσεν στις 12 Αυγούστου μετά από μάχη με τον καρκίνο, όπως ανακοίνωσε η εταιρεία παραγωγής του Radiant Productions. Στο Χόλιγουντ ο Γερμανός έχει υπογράψει σειρά από ταινίες που λάτρεψε το κοινό, πριν από αυτό, όμως, εξασκήθηκε στην τέχνη του με (πολλή) δουλειά στη γερμανική τηλεόραση.  Το ντεμπούτο του στο σινεμά έρχεται το 1974 με το «Einen von uns biden», ένα ψυχολογικό θρίλερ όπου εγκαινιάζει τη συνεργασία του με τον Γιούργκεν Πρόχνοου. Στο «Die Konsequenz» του 1977, που κυκλοφόρησε πρόσφατα σε Blu-ray, απεικονίζει δυο κυνηγημένους γκέι εραστές. Η ταινία θα «κυνηγηθεί» στην πατρίδα του, καθώς κάποιοι τηλεοπτικοί σταθμοί αρνούνται πεισματικά να την προβάλλουν .

Το 1981 έρχεται η μεγάλη του στιγμή. Δοκίμασε να αναφέρεις τον τίτλο «Das Boot» σε κάποιον που μόλις έκλεισε τα πρώτα –ηντα και θα τον δεις να κάνει μορφασμούς δέους. Αν και λιγότερο δημοφιλές σήμερα από όσο στο παρελθόν, για τους φαν της υποβρύχιας κινηματογραφικής ψυχαγωγίας η ταινία παραμένει το ιερό δισκοπότηρο. Ο Πίτερσεν τοποθετεί την δράση  εντός ενός γερμανικού υποβρυχίου επί Β' Παγκοσμίου Πολέμου και αφηγείται την καθημερινότητα, τους νεκρούς χρόνους, τις εσωτερικές (και εξωτερικές) συγκρούσεις του πληρώματος με την ηγεσία και την ιδεολογία βάσει της οποίας λειτουργεί, και, πάνω από όλα, την αγωνία και τον φόβο μήπως ο βυθός που τους περιβάλλει καταστεί ένας υγρός τάφος.

Ήταν η πιο ακριβή γερμανική παραγωγή στην εποχή της και αυτό φαίνεται στο πανί, έφτασε μέχρι τα Όσκαρ, κυκλοφόρησε σε διάφορες, μεγαλύτερες εκδοχές και αποτέλεσε πρότυπο για τις ταινίες με υποβρύχια που ακολούθησαν αλλά και το εισιτήριο του σκηνοθέτη της για το Χόλιγουντ. Το «Neverending Story», το αγγλόφωνο ντεμπούτο του, που γύρισε και πάλι στα βαυαρικά στούντιο, υπήρξε αγαπητή ταινία παιδικής φαντασίας, έχει και μια τραυματική για θεατές νεαρής ηλικίας σκηνή θανάτου την οποία δεν θα αποκαλύψουμε εδώ, για να μην χαλάσουμε την ταινία για τυχόν φρέσκους θεατές νεαρής ηλικίας που μπορεί να την αναζητήσουν. Η επιτυχία της γέννησε και δυο σίκουελ φθίνουσας ποιότητας. Ο «Εχθρός μου» (1985) με τον Ντένις Κουέιντ, που ακολούθησε, βάζει τον πρωταγωνιστή να τα βρίσκει με τον εξωγήινο εχθρό του σε μια συμφιλιωτική επιστημονική φαντασία που, όχι τυχαία, κυκλοφορεί στην καρδιά του ψυχροπολεμικού κλίματος της δεκαετίας.

Ακολούθησε διάλειμμα έξι ετών, επανέρχεται με τον ξεχασμένο «Άνθρωπο χωρίς Παρελθόν» με Τομ Μπέρεντζερ, Γκρέτα Σκάκι και Μπομπ Χόσκινς και δυο χρόνια μετά με την άλλη μεγάλη του στιγμή, τη «Δεύτερη Ευκαιρία». Ο ελληνικός τίτλος του «In the Line of Fire» συνοψίζει ένα διαρκώς επανερχόμενο μοτίβο της φιλμογραφίας του Κλιντ Ίστγουντ, εκείνο της δεύτερης ευκαιρίας και της απουσίας της, εδώ αυτή έρχεται για τον σωματοφύλακα του Τζον Φ. Κένεντι που θα έχει τη δυνατότητα να προστατεύσει έναν άλλο πρόεδρο των ΗΠΑ από ένα παρανοϊκό δολοφόνο.  Τον τελευταίο υποδύεται ο Τζον Μάλκοβιτς σε μια ερμηνεία που τον οδήγησε μέχρι τις υποψηφιότητες των Όσκαρ. Οι δύο άντρες μοιάζουν στο σκέλος της εμμονής, αυτό και η περσόνα του Ίστγουντ κάνoυν το φιλμ να ξεχωρίζει από τη μέση περιπέτεια της εποχής, όπως κι ένα υπέροχο score από τον Ένιο Μορικόνε – θα είναι η τελευταία φορά που θα ακούσουμε μουσικές του Ένιο σε φιλμ με τον Ίστγουντ.

To «Ξέσπασμα» (1995) είναι η καλύτερη από τις δυο ταινίες που ο Ντάστιν Χόφμαν επιχείρησε να συστήσει ηρωικό πρωταγωνιστικό προφίλ – η άλλη ήταν η «Σφαίρα» του Μπάρι Λέβινσον-, εδώ αγαπήθηκε στην αγορά του βίντεο και μέσα από τις συστηματικές τηλεοπτικές του προβολές, ενώ έγινε, δυστυχώς, ξανά επίκαιρο λόγω του επιδημικού του storyline. Συμπαθητική η πορεία της ταινίας στο box-office, κλείνοντας μια θέση στον Γερμανό ανάμεσα στους βασιλιάδες του box-office των ‘90s, την οποία θα επικυρώσει η επόμενη ταινία του, το εξωφρενικό «Air Force One», μία από τις μεγάλες επιτυχίες του Χάρισον Φορντ, με την ατάκα «get off my plane» να γράφει ιστορία.

Η αλλαγή της χιλιετίας φέρνει μια ωραιότατη ταινία καταστροφής και μια ιδανική ταινία για να δοκιμάζετε τις δυνατότητες του οικιακού σας ηχοσυστήματος. Η «Καταιγίδα» με τον Τζορτζ Κλούνεϊ επαναφέρει τον Πίτερσεν στη θάλασσα. Οι ψαράδες ενός αλιευτικού σκάφους βρίσκονται στο έλεος της καταιγίδας του τίτλου, ο χειρότερος φόβος εκείνων, που πατούν το πόδι τους σε πλοίο μόνο αν είναι απολύτως απαραίτητο, γίνεται πραγματικότητα και η κατάληξη του Κλούνεϊ – αξέχαστο το βλέμμα του στο τελευταίο του πλάνο- υπογραμμίζει μια βασική θεματική της φιλμογραφίας του Γερμανού, εκείνη του (εσωτερικού) καθήκοντος.

Η πολυδάπανη «Τροία» έρχεται τέσσερα χρόνια μετά με πρόθεση να καταστεί ένα αξέχαστο ιστορικό έπος με υλικό την ομηρική Ιλιάδα. Κρατάμε από αυτή τη μονομαχία Μπραντ Πιτ και Έρικ Μπάνα και την ικεσία του Πίτερ Ο’Τουλ και ξεχνάμε τα υπόλοιπα, μαζί με την ταινία που, πάντως, υπήρξε και πάλι εμπορική επιτυχία, απλά όχι τόσο μεγάλη όσο περίμενε το στούντιο, κάτι που θα κοστίσει στον σκηνοθέτη. Οι αλγεινές κριτικές οδήγησαν τον Πίτερσεν και πάλι στο στοιχείο του, το νερό. Ακολούθησε άμεσα το «Poseidon», ριμέικ του «Poseidon Adventure», με τον Κερτ Ράσελ επικεφαλής, μα αυτή τη φορά το κοινό θα πει όχι.

Κάπου εκεί τελειώνει το χολιγουντιανό ταξίδι του Πίτερσεν. Το όνομα του θα συνδεθεί κατά καιρούς με μεγάλες παραγωγές, όπως μια εκδοχή του «Batman vs Superman» στα '00s, που καμία σχέση δεν είχε με αυτή του Ζακ Σνάιντερ, οι οποίες δεν θα πάρουν ποτέ το πράσινο φως. Δέκα χρόνια μετά θα κλείσει αθόρυβα την καριέρα του πίσω στη Γερμανία με το απρόβλητο στη χώρα μας «Vier Gegen die Bank». Δεν ήταν ανάμεσα στους μεγάλους της έβδομης τέχνης, αλλά υπέγραψε μερικές πολύ αγαπημένες στιγμές του ψυχαγωγικού σινεμά και, έτσι κι αλλιώς, θα αρκούσε μόνο το «Das Boot» για να διασφαλίσει την υστεροφημία του. Ελαφρύ το χώμα.