Μπελ: Ο Δράκος και η Πριγκίπισσα - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Μπελ: Ο Δράκος και η Πριγκίπισσα

Belle

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2021
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ιαπωνία
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Μαμόρου Χόσοντα
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Μαμόρου Χόσοντα
    ΜΕ ΤΙΣ ΦΩΝΕΣ ΤΩΝ: Κάχο Νακαμούρα, Ρίο Ναρίτα, Σότα Σομετάνι, Τίνα Ταμασίρο
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Μανάμπου Καντούνο, Γιούμι Λι, Τέτσου Ματσίντα
    ΜΟΥΣΙΚΗ: Γιούτα Μπάντο, Λούντβιγκ Φόρσελ, Μίχο Χαζάμα, Ταϊσέι Ιβασάκι
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 121'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Neo Films
    Μπελ: Ο Δράκος και η Πριγκίπισσα

H Σούζου, μια εσωστρεφής έφηβη που έχει χάσει τη μητέρα της, εφευρίσκει ένα άβαταρ που γνωρίζει τεράστια απήχηση στο U, ένα metaverse 5 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Όμως εκεί υπάρχει κι ένας Δράκος, που σκορπίζει φόβο, αλλά της κεντρίζει και το ενδιαφέρον. Φαντασμαγορική anime μεταγραφή της «Πεντάμορφης και του Τέρατος» για την γενιά Ζ (κι εντεύθεν) που έχει 1-2 ωφέλιμα πράγματα να πει και περισσότερα κλισέ να ανακαινίσει.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Ο Μαμόρου Χοσόντα δεν είναι καινούργιο όνομα για τους θιασώτες των anime – ούτε και για την παρέα μας εδώ στις Νύχτες Πρεμιέρας. Μόνο πρόσφατα, τόσο το παρόν, όσο και το προηγούμενό του, «Η Μιράι του Μέλλοντος», προβλήθηκαν με επιτυχία στο φεστιβάλ της Αθήνας. Ο Χοσόντα, παινεμένος από την Α.Μ. τον Χαγιάο Μιγιαζάκι στο ξεκίνημά του, και μια φορά κι έναν καιρό ανερχόμενος των στούντιο Γκίμπλι, είναι αυθύπαρκτη διάνοια, ιδιότροπη με την καλύτερη έννοια, έστω και αν η σχεδιαστική σκιά του Μιγιαζάκι είναι βαριά πάνω από τις εικόνες του.

Η -πλέον- προπέρσινη δημιουργία του υπήρξε τεράστια εμπορική επιτυχία στην Ιαπωνία και επαρκής στον υπόλοιπο κόσμο, ενώ η κριτική περίπου σύσσωμα στάθηκε στο πλευρό του. Και από μια πλευρά είναι δύσκολο να αντισταθείς στην πληθωρικότητα του σκίτσου, στην ευφυΐα της μεταγραφής της κλασικής ιστορίας, στο πώς ενσωματώνεται στην μετα-Matrix κουλτούρα των metaverses και world building που μας περικυκλώνουν, και στο πώς θέλει να περάσει στο πατρόν του ρομαντισμού της το ανθρωπολογικό σχόλιο της σοσιομιντιακής εποχής και την κοινωνική καταγγελία (η παιδική κακοποίηση).

Από την άλλη, είναι ευκολότατο να της αντισταθείς αν η αισθητική της δεν σε καλύπτει (εικαστικά η εκλέπτυνση, η πλαστικότητα και η χάρη σκίτσου και animation του Μιγιαζάκι είναι μακριά, το ίδιο και η ανθρωπιστική τους λεπτότητα), αν τα τραγούδια σου ακούγονται σαν γιουροβιζιονικές ανθυπομεταλλάξεις και αν οι ιδέες περιέχουν ένα σκληρό φάουλ που απορείς πως δεν κέντρισε τον φεμινιστικό Τύπο: Κάπου στη μισή ώρα η ιστορία της Σούζου διακόπτεται από την ιστορία του Δράκου, και μαζί της έχουμε την κλισέ εισβολή του (βυρωνικού) αρσενικού δράματος, που υφαρπάζει την ταινία της Σούζου. Η οποία από εκείνη τη στιγμή κι έπειτα πρόκειται να υποστεί το παράδοξο του να υποδύεται την κεντρική ηρωίδα της…ταινίας «της», μόνο που σε αυτήν το βασικό ερώτημα που κινεί την πλοκή είναι η ταυτότητα ενός άρρενος Δράκου.

Βέβαια, επειδή ο Χοσόντα θέλει να πειράξει την αρχική πρώτη ύλη, συμβαίνουν οι ενέσεις αυτοπραγμάτωσης της Σούζου (όταν ας πούμε κατακτά την πραγματική της ταυτότητα – μιας ευφυής πολιτικά σύλληψη/σχόλιο πάνω στον κόσμο ανωνυμίας των social), ωστόσο αυτός ο θεατής, ακόμα και τότε, δεν μπόρεσε να αποτινάξει την déjà vu αίσθηση μιας ταινίας που φορά τα ρούχα της αλλιώς για να διηγηθεί μια στερεοτυπική ιστορία με όλα τα «ανέγγιχτα» στη θέση τους – όπως για παράδειγμα το πόσο όμορφοι είναι οι πρωταγωνιστές – κι όλες τις αναρτημένες στο φύλο αξίες άθικτες. Απλώς αντί για την προς διάσωση «κόρη σε κίνδυνο», πήγαμε σε γιο. Είναι κι αυτό μια ενδυνάμωση, το αρχέτυπο όμως μένει ακέραιο. Δεν είναι σώνει και καλά αρνητικό, είναι όμως δραματουργικά εύκολο – και απογοητευτικά τρέχον.

Αν σε αυτά προσθέσει κανείς τις κοιλάδες ρυθμού που φέρνει η «πλευρά μιούζικαλ», με τις γυμναστικές επιδείξεις εκθαμβωτικού animation και την αδυναμία του Χοσόντα για στοιχειώδη οικονομία ή/και απέκκριση κάποιου εκ των μιούζικαλ-καταγγελία-παραμύθι-αστυνομικό-ρομάντζο-sci-fi στοιχείων στην τελικά μακροσκελή δημιουργία του, τότε ένα μένει να απαντηθεί: αν ως θεατής αναπαύεσαι στην (δεδομένη) φαντασμαγορία, τον ιδεολογικά ορθό μαξιμαλισμό και τον αναπλασμένο ρομαντισμό της, ή ζαλισμένος γυρίζεις την πλάτη σε μια ταινία που σχεδόν ηθικοπλαστικά (παιδαγωγικά θα πει ο υπέρμαχος) συμπληρώνει κουτάκια θεάματος, concept και ιδεολογικών καταναγκασμών.

Δείτε που προβάλλεται η ταινία μεταγλωττισμένη.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Μπελ: Ο Δράκος και η Πριγκίπισσα
  • Μπελ: Ο Δράκος και η Πριγκίπισσα