Φτερά και Πούπουλα - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Φτερά και Πούπουλα

Feathers

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2021
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Γαλλία, Αίγυπτος, Ολλανδία, Ελλάδα
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Ομάρ Ελ Ζοχαϊρί
    ΣΕΝΑΡΙΟ: Αχμάντ Αμέρ, Ομάρ Ελ Ζοχαϊρί
    ΗΘΟΠΟΙΟΙ: Ντεμιάνα Νάσαρ, Σάμι Μπασούνι, Μοχάμεντ Αμπντ Ελ Χαντί
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Καμάλ Σαμί
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 112'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Cinobo
    Φτερά και Πούπουλα

Η ιστορία επιβίωσης μιας γυναίκας και των τριών παιδιών της στην σημερινή Αίγυπτο, της οποίας η ούτως ή άλλως δυσχερής θέση και κατάσταση παίρνει αναπάντεχη τροπή μετά από ένα σουρεαλιστικό συμβάν που της στερεί τον σύζυγό της. Δύο βραβεία στο περσινό Φεστιβάλ των Καννών και επιτυχημένη βραβευτικά διαδρομή σε διεθνή φεστιβάλ.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Το σμίξιμο του νεορεαλισμού και του σουρεαλισμού δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο μεν, δεν είναι όμως και κάτι σύνηθες. Στην ταινία του Ομάρ Ελ Ζοχαϊρί η σύντηξη έρχεται νωρίς και μοιάζει ευλογία. Στο πάρτι γενεθλίων ενός εκ των τριών παιδιών του, ο δεσποτικός και μακάρια περήφανος για την σύναξη σύζυγος, προσθέτει ένα ακόμα, μάλλον ανέλπιστο, βάρος στη ζωή της πάμφτωχης, γεμάτης χρέη οικογένειάς του και ειδικά της χαμηλοβλεπούσας, πάντα σκυθρωπής συζύγου του: Μετά από ένα ιδιαίτερα πειστικό τρικ μαγείας, μεταμορφώνεται σε κοτόπουλο. Με αφετηρία το σουρεαλιστικό αυτό εύρημα, εκκινεί ο κάθετης κλίσης Γολγοθάς της συζύγου, σε ένα περιβάλλον που την εκμεταλλεύεται ποικιλοτρόπως.

Ένα σινεμά που δεν είναι για έξω από τις φεστιβαλικές οθόνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα βρει αριθμημένους θιασώτες και δεν θα συμβάλλει σε κάποια γονιμότερη μελλοντική μετενσάρκωση

Ας πούμε εδώ δυο λόγια για την έννοια της «φεστιβαλικής ταινίας», έννοια που κακώς και καταχρηστικά χρησιμοποιείται με αρνητική χροιά από μέρος της κριτικής, όταν περιγράφεται μια ταινία ιδιότροπη, καλλιτεχνικών προθέσεων και φειδωλή στην παραδόξως -και λίαν αυθαιρέτως- χρησιμοποιούμενη έννοια της «απόλαυσης του θεατή». Η φεστιβαλική ταινία έχει δύο όψεις. Η μία αφορά στην καλλιτεχνική ταινία, την από φύσεως ιδιότροπη και από θέσεως απευθυνόμενη σε ένα κοινό που ενδιαφέρεται και για κινηματογραφικές όψεις επιθετικά υποσιτιζόμενες, ειδικά στην αμερικανοτραφή πραγματικότητα των τελευταίων περίπου 30 ετών. Και εδώ είναι όλα καλά. Για την ακρίβεια είναι ευτύχημα που υπάρχει αυτό το σινεμά, το προφανώς απευθυνόμενο αρχικά στο φεστιβαλικό περιβάλλον. Χωρίς αυτό το σινεμά η κινηματογραφική έκφραση θα υπολείπονταν. Είναι, αν θέλετε, κάτι σαν τα γκραν πρι και τους αγώνες ταχύτητας για τα αυτοκίνητα. Δίχως αυτούς, η τεχνολογία θα καθυστερούσε ή δεν θα εξελισσόταν, και τα αυτοκίνητα της αγοράς δεν θα ευνοούνταν από την πρόοδο αυτή προς όφελος των οδηγών. Το φεστιβαλικό σινεμά, προσωπικό, σχετικά ελεύθερο και ανεμπόδιστο από τον πέλεκυ των εισιτηρίων, είναι η εγκαθιδρυμένη αιμοδοσία, το πεδίο δοκιμών της καλύτερης εκδοχής του κινηματογράφου κυρίως ρεύματος (μιας επίσης παρεξηγημένης έννοιας, πάντως). Κάποιες φορές είναι και αυθύπαρκτο, ολοκληρωμένο σινεμά, συντελεσμένη καλλιτεχνική πρόταση. Από το αυστηρά φεστιβαλικό σινεμά, εκείνο δηλαδή που κατά βάση δεν έχει τύχη αγοράς από την διανομή δηλαδή, δεν περιμένεις «αριστούργημα». Περιμένεις ιδέες, αναζήτηση, καλές προθέσεις και ορθή εκτέλεση σε όσο το δυνατόν περισσότερα επίπεδα. Η εξέλιξη, η συνοχή, το σμίλεμα (και η τύχη) θα δώσουν στο μέλλον την αρτιότητα.

Η άλλη όψη του φεστιβαλικού σινεμά, η λιγότερο θετική (αλλά όχι και αρνητική σε βαθμό περιττότητας) είναι εκείνη που κρύβει τις αδυναμίες της πίσω από την ασφάλεια της φεστιβαλικής αιγίδας, που αυτοθωπεύεται στην ιδιαιτερότητά της, δίχως να φροντίζει την ουσία της - και μαζί με αυτήν την πιθανότητα αντιπαράθεσης με το πραγματικό κοινό, το απροπόνητο, όχι δηλαδή το εγκλιματισμένο σώμα ενός φεστιβάλ. Κατά την αυτοκινητιστική αναλογία, σα να βγάζεις στο εμπόριο ένα αυτοκίνητο που τρέχει πολύ, ή είναι εύσχημο, αλλά δεν στρίβει στην εντέλεια, ή δεν φρενάρει παραδειγματικά. Δεν είναι επικίνδυνο, αλλά έπρεπε να δοκιμαστεί λίγο/πολύ περισσότερο.

Το «Φτερά και Πούπουλα» έπρεπε να δοκιμαστεί περισσότερο. Ο κύριος λόγος, δυστυχώς, είναι ότι το σουρεαλιστικό εύρημα καταλήγει τετριμμένη αφορμή δραματουργίας, που υποτάσσει ενοχλητικά (και κάπως ψευδεπίγραφα) τον σουρεαλισμό σε έναν τελικά καταγγελτικό ρεαλισμό δόκιμης αντιπατριαρχικότητας. Με άλλα λόγια, ενώ η υπόσχεση της πρώτης μισής ώρας-40 λεπτών, είναι αυτή μιας ιδιοσυγκρασιακής κομεντί με πικρό πολιτικό υπόστρωμα, φόρμα που θα περνούσε απολαυστικά και αποτελεσματικά τον λόγο της, σύντομα το έργο εκπίπτει σε μια τονική επιλογή που πρακτικά απεμπολεί κι εξαϋλώνει το σουρεαλιστικό εύρημα.

Εξωραΐζοντας πάντως μια επιλογή που δεν μπορεί παρά να αξιολογηθεί επί της αρχής, ο Ζοχαϊρί λιβανίζει τα φεστιβαλικά γένια που τον στεγάζουν με έναν γενικά πολύ ενδιαφέροντα σκηνοθετικό τρόπο, έστω και αν λίγη περισσότερη οικονομία δεν θα έβλαπτε τον κάποτε κωματώδη ρυθμό. Στα αποφασιστικά σταθερά πλάνα, στις προσεγμένες λεπτομέρειες της εικόνας και των ειρωνειών του κάδρου μέσα στο κάδρο (ειδικά στην κορνίζα του παραθύρου του ασφυκτικού διαμερίσματος), στον ωφέλιμα αναερόβιο περιορισμό της απόστασης του φακού από τα δρώμενα και στην αντιστικτική (ή άλλοτε σύμφωνη) χρήση του ήχου, βρίσκει κανείς ένα δομημένης αισθητικής σινεμά, που έχει ιδέες, έχει πολιτικό θάρρος, έχει και μια περιστασιακή σκωπτικότητα που κρατά εν μέρει τα μπόσικα στην κατήφεια που επεφύλασσε το βασικό πρόβλημα που αναφέραμε προηγούμενα.

Με άλλα λόγια ένα σινεμά που δεν είναι για έξω από τις φεστιβαλικές οθόνες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα βρει αριθμημένους θιασώτες και δεν θα συμβάλλει σε κάποια γονιμότερη μελλοντική μετενσάρκωση. 

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Φτερά και Πούπουλα
  • Φτερά και Πούπουλα