Η Αδελφότητας της Καπνιστής Σάουνας
Savvusanna sõsarad
Σε ένα απόκοσμο δάσος της Εσθονίας, μια παρέα γυναικών βιώνει το παλαιό έθιμο της «καπνιστής σάουνας», ενόσω αναμετράται με τις εμπειρίες της στον πατριαρχικό κόσμο. Βραβείο Σκηνοθεσίας Ντοκιμαντέρ στο φεστιβάλ του Σάντανς και επίσημη υποβολή της Εσθονίας για τα προσεχή Όσκαρ. Πανελλήνια πρώτη στις 29ες Νύχτες Πρεμιέρας.
«Γυναικείες Κουβέντες» βλέπαμε πέρυσι προς τα Όσκαρ, όταν και τελικά η ταινία της Σάρα Πόλεϊ κατέκτησε και το Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου. Σε έναν κόσμο που το «να μιλάς σωστά» κατακτά μια πρώτιστη θέση στην δεοντολογία των βραβεύσεων, έπρεπε να το περιμένουμε - και το περιμέναμε. Όπως περιμένουμε και την παρουσία, τουλάχιστον, στην προεπιλογή των φετινών Όσκαρ για τις «γυναικείες κουβέντες» του παρόντος ντοκιμαντέρ. Το οποίο ακριβώς ως ντοκιμαντέρ είναι και μια ευλογότερη (από την ταινία της Πόλεϊ) παρουσία.
Σαν άλλες Δρυάδες και Ναϊάδες μαζί, οι γυναίκες του ντεμπούτου της Άννα Χιντς – είναι και αυτή μια τους – μαζεύονται σε διάφορες εποχές του χρόνου σε μια καπνιστή σάουνα στο δάσος της ΝΑ Εσθονίας (σε μια χώρα κατά ήμισυ καλυμμένη από δάσος αυτό είναι κάπως ασαφές βέβαια, αλλά έχετε την –μαγική- εικόνα) για να τελέσουν ένα παμπάλαιο έθιμο. Στην διάρκεια του οποίου οι σύγχρονες αυτές νύμφες απολαμβάνουν τη σάουνα και τα τριγύρω νερά της περιοχής, την συντηρούν, καπνίζουν κρέατα στις εγκαταστάσεις της και συζητούν. Για την ακρίβεια, μιλούν. Καθεμιά ακούει την αφήγηση της άλλης. Και στα ενδιάμεσα ψάλλουν λαϊκά τραγούδια της πατρίδας τους, σε μια διαδικασία που βαθμιαία αναλαμβάνεται σε τελετουργία εξαγνισμού – και μαζί εξορκισμού. Στο τελευταίο περιλαμβάνονται οι πατριαρχικές κατάρες που τις διαφεντεύουν ιστορικά. Αυτές, και τα οικογενειακά περιβάλλοντα που τις ανέθρεψαν.
Κρίμα από μια πλευρά που η ανθρωπότητα εξακολουθεί τόσο ανεξέλικτη, ώστε τέτοιες συζητήσεις να είναι τόσο απαραίτητες ακόμα. Ευτύχημα όμως που το σινεμά – και δη μια νέα δημιουργός – μετουσιώνει έτσι την κινηματογραφική δυνατότητα για να μας πάει μια στάλα πιο μπροστά
Προνόμιο του ντοκιμαντέρ είναι αφ’ ενός η ντοκιμαντερίστικη φύση του. Αντίθετα με την συγγενική ταινία της Πόλεϊ, όσο καλοφτιαγμένη και αν είναι επίσης, δεν πρέπει να υπόκειται κανείς σε καταγγελτικές εξομολογήσεις και τεκμηρίωση (ανεξαρτήτως δικαίου προφανώς) με το άλλοθι της διάφανης μυθοπλασίας. Το σινεμά, για τον υπογράφοντα, είναι μια τέχνη αφήγησης και τεκμηρίωσης μεν, σε ένα αισθητικό όμως περιβάλλον που κυρίως σου δείχνει αντί να σου μιλά. Αντικαθιστώντας την όραση με την ακοή, κάνοντας δηλαδή το σινεμά ραδιόφωνο, δεν προάγεται η 7η τέχνη. Οπότε, ίσως, δεν θα πρέπει να βραβεύουμε αδιακρίτως. Αλλά τέλος πάντων, κατανοητό γιατί βραβεύσαμε.
Όλα αυτά αναφέρονται, ανθεκτικά στο ότι δεν θα διαβαστούν, όχι γιατί εκκρεμούσε μια κριτική στις «Γυναικείες Κουβέντες». Αλλά γιατί η Χιντς κερδίζει το έδαφός της ακριβώς επειδή αντιλαμβάνεται την διαφορά του κινηματογράφου από το ραδιόφωνο. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαία η βράβευση της σκηνοθεσίας της στο Σάντανς. Μια σκηνοθεσία που λειτουργεί εξόχως αντιστικτικά προς την εικόνα, διόλου αντιθετικά, θεμελιώνοντας ατμοσφαιρικά και ιδεολογικά τα λεγόμενα. Τα οποία είναι μεν βγαλμένα ένα-ένα από την ατζέντα της εποχής, αλλά τι να κάνουμε που συναποτελούν μια κολοσσιαία ιστορική αμαρτία ανθρώπων απέναντι σε ανθρώπους; Όταν κάτι οφείλεται να ειπωθεί, έως ότου εκλείψει η ανάγκη που το κάνει αξιοείπωτο, πρέπει να λέγεται. Και πρέπει και να ακούγεται.
Ο φακός επιμένει λατρευτικά στην σάρκα, οι λεπτομέρειες της οποίας εκθρονίζουν τάχιστα πιθανές ενστάσεις περί «ωραιότητας» - κι αυτό το τελευταίο συνδιαλέγεται θαυμάσια και αναθεωρητικά με την νυμφική διάσταση των ηρωίδων που δύσκολο να έχει διαφύγει της προσοχής της Χιντς. Στα εκπάγλου καλλονής εσωτερικά πλάνα τα χρώματα θερμαίνονται σαν σε καμβά Φλαμανδών μετρ (αν γνώριζα Εσθονούς ίσως να είχα κάτι να προσθέσω εδώ), η φωτιά, το νερό και ο ατμός κλείνουν θεσπέσια κύκλους φυσικών καταστάσεων, ενώ το σάουντρακ δικαιούται ειδικής μνείας έτσι όπως συνδέει το σύγχρονο με το ιστορικό και, κυριότερα, όπως ανυψώνει ατμοσφαιρικά το έργο στο ύψος μιας ανθρωπο-οικολογικής ωδής.
Κρίμα από μια πλευρά που η ανθρωπότητα εξακολουθεί τόσο ανεξέλικτη, ώστε τέτοιες συζητήσεις να είναι τόσο απαραίτητες ακόμα. Ευτύχημα όμως που το σινεμά – και δη μια νέα δημιουργός – μετουσιώνει έτσι την κινηματογραφική δυνατότητα για να μας πάει μια στάλα πιο μπροστά.