Παγίδα
Trap
Η σχέση μπαμπά-κόρης μπροστά και πίσω από τον φακό είναι το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της νέας ταινίας του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, που κατά τα 2/3 της κατάφερε να μας διασκεδάσει.
Στο «Trap» πατέρας πηγαίνει με την κόρη του σε συναυλία της αγαπημένης της pop τραγουδίστριας, πληροφορείται ότι πίσω από τη συναυλία βρίσκεται μια γιγάντια επιχείρηση ώστε να συλληφθεί ένας αιμοσταγής serial killer, και βρίσκεται ξαφνικά παγιδευμένος, επειδή ο serial killer είναι... ο ίδιος. Υπήρξαν κάποιες διαμαρτυρίες για το τρέιλερ της ταινίας, καθώς οι φαν θεώρησαν ότι αποκαλύπτει το twist της ταινίας, ωστόσο δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Ο Σιάμαλαν θέλει να ξέρουμε την ταυτότητα του ήρωα, αλλιώς δεν θα λειτουργούσε ο επιχειρούμενος χιτσκοκισμός. Που δεν συνοδεύεται από ανάλογη βιρτουοζιτέ μεν, αλλά εκτελείται επαρκώς, με ανέλπιστα γρήγορο ρυθμό και περισσότερα και μικρότερα πλάνα – να μια αισθητική πρωτιά για τον δημιουργό.
Με λίγη εξωκινηματογραφική βοήθεια, η ταινία αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Όπως ο ήρωας (;) πρέπει επινοήσει τρόπους για να ξεφύγει από την αστυνομία και να συνεχίσει το διαβολικό έργο του, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να εκτελέσει τα πατρικά του καθήκοντα και να σταθεί στο πλευρό της κόρης του για τη συναυλία, έτσι και ο ίδιος ο Σιάμαλαν, πίσω από τον φακό, θέλει να βάλει τον πρωταγωνιστή Τζος Χάρτνετ σε περισσότερες δοκιμασίες για χάρη του σασπένς, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να «επιστρέψει» στη συναυλία, καθώς στη σκηνή βρίσκεται η πραγματική του κόρη, Σαλέκα Σιάμαλαν. Τα νούμερα του show και τα τραγούδια ίσως χαλάνε λίγο το momentum, αλλά σπάνε και την «τεχνητότητα» του κινηματογραφικού σύμπαντος του Σιάμαλαν – για πρώτη φορά υπάρχει ζωή μέσα στο κάδρο του, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν γράφουμε για να στηλιτεύσουμε την στατικότητα και την κλινική γραφή του, στοιχεία που μας έκαναν να τον αγαπήσουμε στο παρελθόν άλλωστε.
Για όποιον θέλει να δει κάτι παραπάνω στην ταινία, θα μπορούσε να το εντοπίσει σε αυτή τη σχέση μπαμπά-κόρης μπροστά και πίσω από τον φακό, σε συνδυασμό με τη συζυγική δυσφορία που προκύπτει στην τρίτη πράξη, δυστυχώς σαν από άλλη ταινία – και για αυτό μπορούμε να κάνουμε λόγο για χαμένη ευκαιρία. Κύριο μέλημα του Σιάμαλαν, όμως, είναι η εξυπηρέτηση του είδους. Οπως και στο (πολύ καλύτερο) «The Visit» το οικογενειακό δράμα μοιάζει σαν μεταγενέστερη σκέψη, προκύπτει μη οργανικά στο φιλμ. Όσο ο Ινδοαμερικανός σκηνοθέτης αφήνει τον απολαυστικό Τζος Χάρτνετ να προσπαθεί να ελιχθεί στο στάδιο και πασπαλίζει την προσπάθεια του με σαρδόνιο χιούμορ, δεν έχουμε μεγάλο παράπονο. Όταν ξεμένει από ιδέες και αρχίζει τις βιαστικές επινοήσεις, τις αυθαιρεσίες και τις pop ψυχολογικές ερμηνείες – δεν κάνει να πούμε περισσότερα- η ταινία εκτροχιάζεται, ευτυχώς χωρίς να προκληθεί κινηματογραφικό δυστύχημα. Το μόνο δυστύχημα είναι ότι το αστέρι του σινεμά του φανταστικού φαίνεται να έχει χάσει λίγο την έμπνευση του και να προσπαθεί να την ανακτήσει μέσω της εργασιοθεραπείας, αντί να πάρει τον χρόνο και τις αποστάσεις του, ώστε να επιστρέψει με περισσότερες ιδέες και με μια δημιουργία πιο συγκροτημένη.