Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ντοκιμαντέρ επιλέγουν τις αγαπημένες τους ρομαντικές σκηνές και ταινίες - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:11
19/5

Οι υποψήφιοι δημιουργοί για ΙΡΙΣ ντοκιμαντέρ επιλέγουν τις αγαπημένες τους ρομαντικές σκηνές και ταινίες

Εμπνευσμένοι από το φετινό σύνθημα της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου «Είμαστε ο Έρωτας» γιορτάζουμε την κινηματογραφική επιθυμία για ελληνικό σινεμά!

Από τον Πάνο Γκένα

Έτοιμοι/ες να ερωτευτείτε ξανά το ελληνικό σινεμά;

Λίγες εβδομάδες πριν την 13η Τελετή Απονομής των βραβείων ΙΡΙΣ, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου οργανώνει προβολές των υποψήφιων ταινιών και το ΣΙΝΕΜΑ cinemagazine.gr παρουσιάζει τους δημιουργούς τους μέσα από τις αγαπημένες τους ρομαντικές ταινίες! Σήμερα δημοσιεύουμε το πρώτο μέρος του αφιερώματος με τις προτάσεις των δημιουργών που διεκδικούν ΙΡΙΣ Ταινίας Ντοκιμαντέρ (Μικρού και Μεγάλου Μήκους).

Μην χάσετε τις προβολές των ταινιών στο φυσικό τους περιβάλλον, την κινηματογραφική αίθουσα, από το Σάββατο 21 Μαΐου έως την Τετάρτη 1η Ιουνίου στους κινηματογράφους Δαναός, Τριανόν και Άνεσις.

Ενημερωθείτε για το αναλυτικό πρόγραμμα προβολών εδώ.

Ευχαριστώ όλους/-ες τους/τις δημιουργούς που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, την Νατάσσα Πανδή και την Ιωάννα Ραμπαούνη από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου για την βοήθεια.

Νίκος Ζιώγας

Υποψήφιος για Βραβείο Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Ενθύμιον». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό την Κυριακή 22 Μαΐου στις 18:00.

Ο Τούρκος Ozkan Alper έχει σκηνοθετήσει μία πολύ αγαπημένη μου ρομαντική σκηνή, στο «Φθινόπωρο» (Sonbahar, 2008), μια ταινία που είναι και αυτή - ίσως εξαιτίας της σκηνής αλλά όχι μόνο - μία από τις αγαπημένες μου.

Ύστερα από μια μεγάλη περίοδο στην φυλακή ως πολιτικός κρατούμενος και με προβλήματα υγείας, ο Γιουσούφ επιστρέφει στο πατρικό του σπίτι, σε μια επαρχία της ανατολικής Τουρκίας, για να ζήσει με την μητέρα του. Εκεί, δυσκολεύεται να επικοινωνήσει με τους περισσότερους γύρω του, νιώθοντας πως κανείς δεν τον καταλαβαίνει. Γνωρίζει την Έκα, μια πόρνη από την Γεωργία και ο έρωτας μπαίνει στην ζωή και των δύο.

Στο ποιητικό σημείο της συνάντησής τους, την προβλήτα του λιμανιού, η Έκα εξομολογείται στον Γιουσούφ την επιθυμία της να εγκαταλείψει τα πάντα και να ξεκινήσει μαζί του ένα μεγάλο ταξίδι. Με λιτό τρόπο, χωρίς περιττές πληροφορίες και φλυαρία, ο σκηνοθέτης αποτυπώνει την σάρκα του έρωτα. Την ευκαιρία, το όνειρο που έχει πιθανότητες και την νίκη ενάντια στα στερεότυπα, ορίζοντας αντιφατικά ως τη μόνη διέξοδο προς την ζωή που ονειρεύονται η Έκα και ο Γιουσούφ, το αδιέξοδο της προβλήτας. 

Ο Γιουσούφ θέλει να φύγουν μαζί, το αποφασίζει και δίνουν ραντεβού. Πηγαίνει να την συναντήσει μα η Έκα δεν είναι εκεί, έχει περάσει μόνη της τα σύνορα για την Γεωργία. 

Στην στιγμή που ο Γιουσούφ περιμένει στην προβλήτα, ο σκηνοθέτης έχει καταφέρει να ενορχηστρώσει τα πρόσωπα, την μουσική και την φύση σε μια αριστουργηματική σκηνή αιώνιου έρωτα. Ενός έρωτα που δεν ολοκληρώνεται, λόγω φόβου, ωστόσο συνεχίζει να υπάρχει μέσα στην ερώτηση: «Μένουν οι ανεκπλήρωτοι έρωτες για πάντα ζωντανοί;».

Ακόμα και χωρίς happy ending, η σκηνή μας προτρέπει να ζούμε τους έρωτες μας!

Δομίνικος Ιγνατιάδης

Υποψήφιος για Βραβείο Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Γαβριέλα - Η Γερμανίδα με το ποδήλατο». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 22:00.

H ταινία Gegen die Wand («Μαζί, ποτέ!») ή αγγλιστί «Head-On» του σκηνοθέτη Φατίχ Ακίν είναι αυτή που με εξέπληξε, γιατί ο ρομαντικός έρωτας εδώ είναι σαν να ψάχνεις βελόνα μέσα σε αχυρώνα. Σε αυτό το αριστούργημα, ο έρωτας παίρνει την πραγματική του υπόσταση. «Μπορείς επίσης να βάλεις τέλος στη ζωή σου χωρίς να αυτοκτονήσεις», ψιθυρίζει ένας γιατρός.

Πέρα ​​από το απεικονιζόμενο γερμανοτουρκικό περιβάλλον, πάνω από όλα είναι μια ιστορία ριζοσπαστικής αγάπης χωρίς ψεύτικο συναισθηματισμό. Είναι η εκ φύσεως τρελή αγάπη ανάμεσα στη Sibel και τον Cahit , ανάμεσα στην «ομορφιά και το τέρας», που δεν μπορεί να συλληφθεί με τα αστικά πρότυπα. Γνωρίζονται στην ψυχιατρική κλινική και αποφασίζουν να παντρευτούν αντί να αυτοκτονήσουν όπως είχαν προγραμματίσει (η απόπειρα δεν πραγματοποιήθηκε με επιτυχία). 

Ο Cahit, ενδόμυχα νεκρός βλέπει τον εαυτό του σε ένα παράλληλο σύμπαν, δεν νοιάζεται για τον γάμο. Η Sibel αντιθέτως τον χρησιμοποιεί ως δικαιολογία για να ξεφύγει από το σπίτι και να κοιμηθεί με όποιον θέλει. Δεδομένου ότι ο Aκίν, του οποίου τα πρότυπα είναι ο Scorsese και ο Cassavetes, θέλει πάντα το μεγαλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, το rock'n'roll στις εικόνες, στέλνει τους χαρακτήρες του, που είναι ψυχολογικά προορισμένοι γι' αυτό, σε ένα αυτοκαταστροφικό ταξίδι.

Όταν ο Cahit αναγνωρίζει και αναφωνεί: «Είμαι ερωτευμένος!», σπάει δύο ποτήρια και κόβει τα χέρια του. Σπάνια η αγάπη ήταν μια τέτοια δύναμη της κόλασης, σπάνια μια ταινία το ισχυρίστηκε αυτό με τόσο τολμηρή εκφραστικότητα. Από αυτό το μείγμα αγάπης και ζήλιας, απόγνωσης και βίας, και οι δυο τους απελευθερώνονται χωρίς τελικά να είναι ποτέ μαζί.

Μαριάννα Κακαουνάκη

Υποψήφια για Βραβείο Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Invisible». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 20:15.

Έχουν περάσει είκοσι χρόνια, αλλά ακόμα θυμάμαι να βγαίνω από ένα σινεμά σαν χαμένη. Σαν να έχω ταξιδέψει πίσω στον χρόνο και να έχω ζήσει και εγώ κοντά στον Τσάου και την Σου Λιζέν  τον μεγάλο ανεκπλήρωτο έρωτα τους.

Το «In the moοd for love» του Γουόνγκ Καρ Γουάι είναι για εμένα η πιο ρομαντική ταινία και για χρόνια  σκεφτόμουν συχνά τους δυο πρωταγωνιστές της. Όλα όσα είχαν πει και αυτά που δεν είχαν πει: τα βλέμματα, τις σιωπές, τα υποτίθεται τυχαία αγγίγματα. Αλλά κυρίως τα όσα  είχα νιώσει βλέποντας την ταινία. Όχι μόνο για τον έρωτα και τον πόθο αλλά και την απώλεια, την μοναξιά. 

Με αφορμή αυτό το κείμενο, αποφάσισα να την ξαναδώ. Το είχα αποφύγει πέρυσι όταν βγήκε ξανά στους κινηματογράφους. Δεν ξέρω γιατί. Νομίζω ήθελα να προφυλάξω αυτά που είχα νιώσει τότε, βλέποντάς την σε άλλη ηλικία, σε τελείως άλλη περίοδό της ζωής μου. Και όμως, ένιωσα το ίδιο μαγεμένη και ίσως σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, μπόρεσα να προσέξω και να εκτιμήσω αλλά πράγματα που τότε δεν είχα παρατηρήσει. Τουλάχιστον όχι συνειδητά.  Το χρώμα της ταινίας και πως  αυτό άλλαζε, από το σπίτι στο παράνομο ξενοδοχείο που βρισκόταν το ζευγάρι. Το πως ο σκηνοθέτης χρησιμοποιούσε τον ήχο - όχι μόνο της υπέροχης μουσικής  αλλά και της βροχής ή  των τακουνιών της που τα άκουγες και ένιωθες  την προσμονή του. Το πως τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα μιας καταπιεστικής καθημερινότητας, πολλές φορές σε slow motion έπαιρναν άλλη διάσταση όσο η σχέση τους εξελισσόταν. Σχεδόν σε υπνώτιζαν.

Μια ταινία ποίημα, με τόση ομορφιά και τόση αλήθεια, για δύο ανθρώπους που ερωτεύονται βαθιά εκεί που δεν το περιμένουν, γιατί έτσι γίνεται - «Έτσι φυτρώνουν τα αισθήματα». Η τελευταία σκηνή, που ο Τσάου ψιθυρίζει κάτι σε μια τρύπα του ναού είναι σπαρακτική.  Γιατί καταλαβαίνεις πως το μυστικό θα μείνει πάντα εκεί και εκείνοι δεν πρόκειται να ζήσουν ποτέ τον έρωτα τους.

Ελευθερία Κατσιάνου

Υποψήφια για Βραβείο Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Trash». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 16:00.

«Όλες οι ιστορίες είναι ιστορίες αγάπης» έλεγε ένας καθηγητής μου. Και δεν είχε άδικο. Στη ζωή, άλλωστε, οτιδήποτε για να φτιαχτεί θέλει αγάπη. «Ρομαντικές» ταινίες είναι για μένα σχεδόν όλες. Ή τουλάχιστον εκείνες που με κάνουν να ερωτεύομαι το ίδιο το σινεμά, τους ανθρώπους (του), την ζωή, το ταλέντο μα κυρίως το κουράγιο του να μοιράζεσαι. Αυτές οι ταινίες μου αποκαλύπτουν τον έρωτα, μου τον διδάσκουν.

Το «Lost in the Bewilderness» της Alexandra Anthony δεν είναι μία ρομαντική ταινία per se. Ή μάλλον, σύμφωνα με τον κλασικό ορισμό, δεν ειναι μία ρομαντική ταινία καθόλου: ένα ντοκιμαντέρ για τον Λουκά, ξάδελφο της σκηνοθέτιδας, που απήχθη από τη μητέρα του στα πέντε του για να επιστρέψει στον πατέρα του στην Ελλάδα στα δεκαέξι του. Σαν να λέμε ένα αστυνομικό θρίλερ, μια ιδιόμορφη coming of age ιστορία. Τι ρομαντικό έχει όλο αυτό;

Ναι, δεν είναι το φιλί του Elio στον Oliver στο «Call Me by Your Name». Είναι όμως το φιλί πάνω στη ζωή, στους κύκλους που κάνει. Η αποδοχή πως οι ζωές μας είναι δεμένες με παράλληλες σκηνές. Είναι μια ωδή στην εφηβική ηλικία, στη μνήμη, στους οικογενειακούς δεσμούς. Είναι το φλερτ της δημιουργού απέναντι σε αυτό που εξελίσσεται μπροστά της, του τι σημαίνει να είσαι παρών. Είναι ο έρωτας μεταξύ Ορέστη (πατέρα) και Λουκά (γιού) που ξανασυστήνονται, ο κοινός τους έρωτας για τη μουσική, που κάπως τους ενώνει. Είναι ο έρωτας της γιαγιάς Φρόσως για τον Λουκά, που χρόνια κρατούσε σε ένα συρτάρι τα παιδικά του ρούχα - (ένας έρωτας που απελευθερώνει δικές μου μνήμες για τις δικές μου γιαγιάδες). Είναι ο έρωτας της Alexandra Anthony για την οικογένεια (της), τους ελληνικούς μύθους και τις κλασικές τραγωδίες. Είναι ο έρωτας για ένα ταξίδι, τα γυρίσματα του οποίου κράτησαν περίπου εικοσιπέντε χρόνια. Είναι αυτός ο έρωτας που με εμπνέει να ασχολούμαι με το σινεμά, γιατί ο ρόλος του έρωτα είναι ακριβώς αυτός: λειτουργεί ως παρακινητής. Οι σκηνές του ντοκιμαντέρ καθημερινές, οικείες, ποτισμένες από κάτι νοσταλγικό. Κάτι που σπρώχνει το βλέμμα στην οθόνη. Η σκηνοθέτιδα επιλέγει να μας πει την ιστορία σαν σύγχρονη τραγωδία, φανερώνοντας έναν βαθύ έρωτα για την αφήγηση.

Το «Lost In the Bewilderness» είναι η ταινία που με κάνει να χάνω τα λόγια μου, όπως συμβαίνει όταν είμαστε ερωτευμένοι. Με κάνει να αισθάνομαι, όπως ο τίτλος, χαμένη στο πουθενά. Και το πουθενά, έτσι καθαρό και άγραφο, είναι το πιο χρήσιμο μέρος για να ξεκινάει κανείς. Για να ονειρεύεται. Για να ερωτεύεται.

Τάσος Λάγγης

Υποψήφιος για Βραβείο Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Χτίστες, νοικοκυρές και η οικοδόμηση της σύγχρονης Αθήνας». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό την Κυριακή 22 Μαΐου στις 21:30.

Η αγαπημένη μου «ρομαντική» ταινία είναι αυτή που κάναμε με τους «Χτίστες και τις Νοικοκυρές της Αθήνας». Γιατί σε αυτήν δεν περιέχεται το είδος του έρωτα που προβάλλεται συνήθως στα μίντια και στον κινηματογράφο, και που όσο και αν μου αρέσει και θαυμάζω, μου είναι ξένο και εξωτικό, αλλά ο έρωτας όπως τον έζησα μέσα από την μάνα μου και τον πατέρα μου. Μια έκφρασή του αφτιασίδωτη, ελληνική, επαρχιώτικη, προσηλωμένη στην δουλειά και την οικογένεια, στους δυο δηλαδή βασικούς πυλώνες της νεωτερικής ταυτότητας, που μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο, προσπάθησε να τα «βγάλει πέρα».

Η κυρία Κούλα αγγίζει με το χέρι της τις πέτρες που έβαλε με τα χέρια του στο σπίτι τους ο πεθαμένος, ο αγαπημένος της άντρας κύριος Βασίλης και είναι σαν να αγγίζει τη σάρκα του. Τον λαχταρά και τον καλεί σε κάθε της λέξη, σε κάθε της χειρονομία. Σε κάθε δωμάτιο του σπιτιού τους, είναι μαζί του. Αναγνωρίζει την ύπαρξή του σε τμήματα της ύλης απαλλαγμένα από βιολογική ζωή.

Ο έρωτας, σε όλες του τις εκφάνσεις, συνεχίζει να θεωρείται δευτερεύον, επιπόλαιο αντικείμενο που αφορά τις θηλυκότητες. Αυτό το πολιτιστικό ταμπού έχει τις ρίζες του στον ανδρικό σοβινισμό. Ιστορικά η γνώση για την αγάπη - όχι μόνο και όχι απαραίτητα στην ερωτική της μορφή - είναι μια κοινή και αποκλειστική κληρονομιά των γυναικών. Συστηματικά αποκλεισμένη από τον πολιτισμό, την επιστήμη, τη δημόσια ζωή όσο και οι ίδιες οι γυναίκες. Οι συνέπειες αυτού του αποκλεισμού είναι δραματικές. Όχι μόνο η αγάπη δεν θεωρείται αντικείμενο της επιστήμης (ενώ η εργασία είναι, σε όλες τις μορφές της), αλλά κανείς μας δεν αντιλαμβάνεται την αγάπη ως γεγονός που απαιτεί μελέτη, εφαρμογή, δέσμευση. Το πρόβλημα αυτής της ανισορροπίας είναι η πραγματική αιτία της αδυναμίας πλήρους υλοποίησης του εγχειρήματος της νεωτερικότητας. Η δική μας ήταν πάντα μια ελλιπής, ακρωτηριασμένη νεωτερικότητα ακριβώς επειδή παραμελήσαμε τον έναν από τους δύο πυλώνες της καθημερινής ζωής, στο κέντρο του σύγχρονου ηθικού εγχειρήματος που ονομάζουμε μοντερνισμό. Και σε ένα πλαίσιο που η εργασία φαίνεται ολοένα και πιο ανίκανη να προσδιορίσει την ταυτότητά μας (και σίγουρα όχι για οικονομικούς λόγους), η απουσία προβληματισμού για την αγάπη και τον έρωτα, καθιστά κυριολεκτικά αδύνατη οποιαδήποτε ενσάρκωση της νεωτερικότητας. Αποτυγχάνουμε να είμαστε σύγχρονοι γιατί δεν έχουμε μάθει ακόμα να αγαπάμε. Και η σύγχρονη Αθήνα είναι μια πέτρινη πόλη που στέκεται ορθή για να μας το θυμίζει ακατάπαυστα. Οι πολυκατοικίες φτιάχτηκαν από τα διαμερίσματα που ήθελαν οι Νοικοκυρές για να μεγαλώσουν τα παιδιά τους. Είναι κυριολεκτικά μια πόλη χτισμένη από άναρχο Έρωτα.

Ελισάβετ Σφυρή

Υποψήφια για Βραβείο Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Ζαμπέτα». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 16:00. 

Ο έρωτας είναι μεταβλητός και αν απαντούσα κάποιες ώρες μετά σε αυτήν την ερώτηση μπορεί να διάλεγα διαφορετική ταινία. Αλλά τώρα η πιο ερωτική ταινία που επιλέγω είναι το «Jamon Jamon», η μελοδραματική ισπανική κωμωδία του Bigas Luna.

Δεν θα έλεγε κανείς ότι είναι και τόσο ρομαντική ταινία. Αλλά ο έρωτας δεν είναι απαραιτήτως μόνο ρομαντικός, είναι και αρκετά βίαιος και σχεδόν κανιβαλιστικός παράλληλα. Γι’ αυτό και βρίσκω τρομερά εύστοχο τον τρόπο με τον οποίο ο Luna αποτυπώνει τα μπερδέματα που μερικές φορές προκύπτουν όταν το φαγητό και το σεξ συνδέονται τόσο στενά και γίνεται το ένα η προέκταση του άλλου.

Κάπου εδώ θα αναφερθώ σε κάτι που ελπίζω να μην θεωρηθεί περίεργο από τους αναγνώστες, όμως δεν πρέπει να είναι και τόσο τυχαίο που ώς βρέφη τρεφόμαστε από το στήθος που είναι ερωτογενής ζωνη. Πιο συγκεκριμένα, θέλω να αναφερθώ στη σκηνή στο arcade bar που γίνεται ένας συνδυασμός των ήχων από τα φρουτάκια, τα νομίσματα, τα φιλιά, τα σάλια, τα βογκητά και με τους βηματισμούς του κόσμου που τρέχουν έντρομοι στην παρουσία του πάθους του ζευγαριού (και τι ζευγαριού - Javier Bardem - Penelope Cruz), με έναν τρόπο «αγκυλώνει» τα συναισθήματα στη μνήμη και ενισχύει μια κατάσταση έντονης λαχτάρας για την ένωση με τον άλλον με κάθε κόστος. Μετά από τέτοια σκηνή δύσκολο να μην κατέληγαν μαζί οι δύο ηθοποιοι.

Εξάλου, οι ερωτευμένοι ενήλικες δείχνουν να είναι εξίσου καλοί στο να παίζουν όπως και το μέσο νήπιο που παίζει στην άμμο. Η σκοτεινή πλευρά του έρωτα ομώς είναι πανταχού παρούσα, συχνά γεμάτη ζήλια, υπερβολική εξάρτηση και ανάγκη για άμεση ικανοποίηση, τα οποία είναι όλα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των πρώτων χρόνων της παιδικής ηλικίας. Όπως λέει και ο Bukowski «Ι want to be with you, it is as simple and as complicated as it is».

Σοφία Σφυρή

Υποψήφια για Βραβείο Μικρού Μήκους Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Ζαμπέτα». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 16:00. 

Όσο σκεφτόμουν για ποια ταινία θέλω να γράψω, συνειδητοποίησα πόσο «δύσκολη» έχω γίνει με τις ταινίες που έχουν θέμα τον έρωτα. Νομίζω ότι αυτό άρχισε να συμβαίνει όταν ερωτεύτηκα πραγματικά, γιατί μόνο τότε άρχισα να καταλαβαίνω πώς προκύπτει ο έρωτας και η έλξη και πόσο δύσκολο είναι να αποτυπώσεις κάτι τέτοιο στην (όποια) οθόνη. Ελάχιστες ταινίες με έκαναν να «πιστεύω» το ειδύλλιο το οποίο παρουσιάζουν και να ταυτίζομαι με κάποιον/α από τους ήρωες. Μία από αυτές είναι «Το Πορτρέτο μιας Γυναίκας που Φλέγεται».

Αυτό που με ελκύει σε αυτήν την ταινία είναι το πώς η σκηνοθέτις χρησιμοποιεί το βλέμμα για να απεικονίσει τη σχέση μεταξύ των δύο ηρωίδων. Σου δίνει την ευκαιρία να παρατηρήσεις σχεδόν ηδονοβλεπτικά το πώς χτίζεται η ερωτική επιθυμία από την πρώτη στιγμή που κοιτάζονται μέχρι την τελευταία. Και αυτή η «πρόσβαση» που σου προσφέρεται απλόχερα, σε κάνει να νιώθεις παρόμοια με το πώς αισθάνεσαι όταν παρατηρείς το αντικείμενο του πόθου σου, εν αγνοία του, όταν σε πιάνει να τον/την κοιτάς και παίρνεις το βλέμμα σου, ή όταν ο έρωτας έχει αποκαλυφθεί και σου επιτρέπει να μείνεις εκεί να τον/την κοιτάς χωρίς τον φόβο ότι θα σε αντιληφθεί, ανταποδίδοντας το βλέμμα.

Επίσης, κάτι άλλο που με μαγνητίζει είναι ο τρόπος αφήγησης της ταινίας. Η εξιστόρηση του έρωτα γίνεται μετά από καιρό και παρόλο που γίνεται γραμμικά, η όλη σχέση μάς παρουσιάζεται ως ανάμνηση. Κάπως έτσι συμβαίνει και στη ζωή, η ανάμνηση των συναισθημάτων καμιά φορά μοιάζει ακόμα πιο έντονη από τα ίδια τα συναισθήματα που βιώνουμε. Η εξιδανίκευση του έρωτα, η επιθυμία να μείνουμε για πάντα σε αυτές τις στιγμές, η ευαλωτότητα στην οποία παραδιδόμαστε οικειοθελώς και άνευ όρων είναι όλα στοιχεία της ταινίας που προσωπικά με έχουν γοητεύσει.

Και αν «είμαστε έτοιμοι για κάτι πιο ποπ», πού συναντά η Σελίν Σιαμά τη Ρένα Κουμιώτη;

Στους εξής στίχους:

«Αγαπιόμασταν Χριστέ μου, αγαπιόμασταν, τα ματόκλαδα μας λιώναν σαν κοιτιόμασταν στ’ ακροδάχτυλα αγγιζόμαστε και τρέμαμε και χαμήλωναν μπροστά μας κι οι ουρανοί Και ποθούσα και ποθούσες να πεθαίναμε, τόσο νέοι, τόσο ωραίοι τόσο αγνοί».

Σταύρος Ψυλλάκης

Υποψήφιος για Βραβείο Ντοκιμαντέρ με την ταινία «Οφειλή». Προβολή στον κινηματογράφο Δαναό το Σάββατο 21 Μαΐου στις 18:30.

Peut-être l'année prochaine

Τέλος άνοιξης του 1989, Φεστιβάλ Karlovy-Vary.

Μια ομάδα σπουδαστών της σχολής VARAN ξεκινήσαμε οδικώς από το Παρίσι για την Τσεχοσλοβακία. Είχαν επιλέξει τις ταινίες μας και θα μας φιλοξενούσαν στην έδρα του διάσημου Φεστιβάλ. Φτάνουμε βράδυ και κατάκοποι περιμένουμε σε μια μεγάλη ουρά να μας τακτοποιήσουν στις φοιτητικές εστίες όπου θα μέναμε. Καθώς χαζεύω γύρω μου, βλέπω ένα πολύ όμορφο κορίτσι να περιμένει στη σειρά. Η ομορφιά της δύσκολα σου επιτρέπει να κάνεις όνειρα, ιδιαίτερα αν σε χαρακτηρίζει κάποια συστολή και διακριτικότητα. Το βλέμμα μου αποτραβιέται, περιμένω λίγο ακόμα, έρχεται η σειρά μου και με οδηγούν στο δωμάτιο που θα μείνω.

Αρχίζω ν’ ανοίγω το σάκο μου και χτυπάει η πόρτα. Είναι εκείνη. Μας έχουν βάλει στο ίδιο δωμάτιο. Κάτι πάω να ψελλίσω, για κάποιο λάθος ίσως, αλλά δεν προλαβαίνω. Χαμογελαστή και άνετη, με μια αύρα φυσικής γοητείας να πολλαπλασιάζει την ομορφιά της, με καθησυχάζει αφοπλιστικά: «Α, πολύ ωραία, εδώ θα μείνουμε!!! Όχι, δεν έγινε κάποιο λάθος». Και αρχίζει να τακτοποιεί τα πράγματά της. Έχω χάσει τα λόγια μου, δεν πιστεύω αυτό που ζω.

Δεν περνούν 3-4 λεπτά και ξαναχτυπάει η πόρτα. Ανοίγει, εμφανίζεται ένας νεαρός και αρχίζει να της μιλάει οικεία. Δεν καταλαβαίνω τι λένε. «Συγγνώμη», μου λέει η κοπέλα όταν επιστρέφει, «πρέπει να φύγω, αλλά μπορεί και να ξαναγυρίσω». Παίρνει τα πράγματά της, με χαιρετάει ευγενικά κι ακολουθεί τον νεαρό που περιμένει στο διάδρομο.

Δεν ξαναγύρισε και δεν θυμάμαι αν κατάφερα να κοιμηθώ. Το επόμενο πρωί, στην αίθουσα του Φεστιβάλ, βλέπουμε ταινίες. Πολλές ταινίες, μικρού μήκους και χωρίς διάλειμμα. Ξεκινάει μια καινούργια. Σταθερό γενικό πλάνο, δασώδης περιοχή με αραιά δέντρα. Ένας άντρας και μια γυναίκα, νέοι, εμφανίζονται από τα δύο άκρα του κάδρου και κινούμενοι αντίθετα σ’ ένα χωμάτινο δρόμο πλησιάζουν. Δεν φαίνεται να γνωρίζονται. Όταν φτάνουν στο ίδιο ύψος, ξαφνικά σταματούν, κοιτάζονται λίγο, αγκαλιάζονται και αρχίζουν να φιλιούνται με πάθος. Cut. Μαύρο. Ξαναρχίζει η ταινία ακριβώς όπως πριν. Ίδιο πλάνο, τα ίδια πρόσωπα, οι ίδιες κινήσεις. Στην αρχή νομίζουμε πως έγινε λάθος στην προβολή. Όμως αυτή τη φορά όταν φτάνουν δίπλα, προσπερνούν αδιάφορα ο ένας τον άλλο και συνεχίζει ο καθένας το δρόμο του. Καθώς απομακρύνονται, ανάβει ο τίτλος της ταινίας: «Peut-être l'année prochaine» (Ίσως την επόμενη χρονιά).

2-3 λεπτά περίπου κράτησε, κι ύστερα διάλειμμα. Ανάβουν τα φώτα, γυρνάω το κεφάλι και παγώνω. Πίσω, λίγο πιο πέρα, κάθεται εκείνη με τον φίλο της. Δεν μιλάμε, τα πρόσωπά μας είναι ανέκφραστα, σαν να μην είδε κανείς κανέναν. Προσποιούμαι τον αδιάφορο και βγαίνω έξω. Peut-être l'année prochaine, μονολογώ...

Υ.Γ. Η σκηνή είναι από ένα ντοκιμαντέρ που θα γυριστεί.

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΒΟΛΩΝ ΥΠΟΨΗΦΙΩΝ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ

ΔΑΝΑΟΣ

Σάββατο 21 & Κυριακή 22 Μαΐου | Δαναός (Λ. Κηφισίας 109) | Εισιτήρια: 6 ευρώ γενική είσοδος, 15 ευρώ για 3 ταινίες του διημέρου 

Αυτή ήταν μια εξαιρετική χρονιά για το ελληνικό ντοκιμαντέρ. Απόδειξη οι 7 υποψήφιες - λόγω ισοψηφίας - μεγάλου μήκους ταινίες, που θα προβληθούν στον Δαναό, παρέα με τέσσερις ακόμα εξαιρετικές μικρού μήκους.  

Σάββατο 21 Μαΐου | 16:00 
Ζαμπέτα των Ελισάβετ & Σοφία Σφυρή, 13´ 
Girlhood των Βάνια Τέρνερ & Μαρία Σιδηροπούλου, 30´ 
Latin Noir του Ανδρέα Αποστολίδη, 55´ 
Trash της Ελευθερίας Κατσιάνου, 16´ 
Σάββατο 21 Μαΐου | 18:30
Οφειλή του Σταύρου Ψυλλάκη, 77´ 
Σάββατο 21 Μαΐου | 20:15
Invisible της Μαριάννας Κακαουνάκη, 82´ 
Σάββατο 21 Μαΐου | 22:00
Γαβριέλα - Η Γερμανίδα με το Ποδήλατο του Δομίνικου Ιγνατιάδη, 95´
Κυριακή 22 Μαΐου | 16:00
Άνεμος Ελευθερίας του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, 102´ 
Κυριακή 22 Μαΐου | 18:00
Ενθύμιον του Νίκου Ζιώγα, 79´ 
Κυριακή 22 Μαΐου | 19:45
Μέρες και Νύχτες της Δήμητρας Κ. της Εύας Στεφανή, 72´ 
Κυριακή 22 Μαΐου | 21:30
Χτίστες, Νοικοκυρές και η Οικοδόμηση της Σύγχρονης Αθήνας των Τάσου Λάγγη & Γιάννη Γαϊτανίδη, 88´