Αποκλειστική συνέντευξη: Ο Τοντ Χέινς μιλά στο cinemagazine.gr για την καινούργια του ταινία, «The Velvet Underground» - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
17:32
1/10

Αποκλειστική συνέντευξη: Ο Τοντ Χέινς μιλά στο cinemagazine.gr για την καινούργια του ταινία, «The Velvet Underground»

Λίγο πριν την πολυαναμενόμενη πρώτη (και μοναδική) προβολή του εξαιρετικού μουσικού φιλμ στη χώρα μας, στο πλαίσιο των 27ων Νυχτών Πρεμιέρας, διαβάστε τι είχε να μας πει ο δημιουργός του: ένας από τους σπουδαιότερους σκηνοθέτες του σύγχρονου αμερικανικού σινεμά, υπεύθυνος για ταινίες όπως το «Carol», το «Ο Παράδεισος Είναι Μακριά», το «Velvet Goldmine» και το «Safe».

Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

«Νομίζω ότι έχει έρθει καιρός να σας επισκεφτώ, θα το ήθελα πολύ». Αυτή ήταν η αντίδραση του Τοντ Χέινς όταν του ανέφερα πως το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας έχει προβάλλει μέσα στα χρόνια την πλειοψηφία των ταινιών του, συν ένα παλιότερο αφιέρωμα στις μικρού μήκους δημιουργίες του. «Θυμάμαι την Κριστίν (Βασόν) να μου μιλά για τις ωραίες μέρες που πέρασε μαζί σας», μου αναφέρει σχετικά με την σταθερή και πιστή παραγωγό του και τη χρονιά που την είχαμε φιλοξενήσει στην Αθήνα.

Δυστυχώς, οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί στους οποίους μας υποχρεώνουν ακόμη οι μέρες της πανδημίας δεν επέτρεψαν ώστε ο ιδιαίτερα αγαπητός μας, 60χρονος σκηνοθέτης να βρεθεί μαζί μας για να παρουσιάσει ο ίδιος στο ελληνικό κοινό τη νέα του ταινία. Αντί μιας δια ζώσης εισαγωγής, λοιπόν, η παρακάτω συνέντευξη με τον Τοντ Χέινς, που πραγματοποιήθηκε πριν τρεις μήνες, στο φετινό Φεστιβάλ Καννών, ας είναι ένας κάποιος πρόλογος, λίγο πριν δείτε την ταινία.

«Αυτή η ταινία μπορεί να είναι μια ευκαιρία. Να μας υπενθυμίσει ότι κάποτε υπήρχε κάτι πολύ υγιές και αναζωογονητικό στο να απορρίπτεις»

Γνωρίζοντας ότι μεγαλώσατε στο Λος Άντζελες, αναρωτιέμαι ποια ήταν η πρώτη σας εντύπωση όταν πρωτοήρθατε στη Νέα Υόρκη.

Την ερωτεύτηκα. Ήμουν 11 ετών όταν πήγα εκεί ταξίδι με την γιαγιά και τον παππού μου και με έναν παράξενο τρόπο αισθάνθηκα ότι βρήκα το μέρος στο οποίο θα ήθελα να ανήκω. Συνέβαλε φυσικά σε αυτό και το γεγονός ότι δε μου άρεσε το Λος Άντζελες όταν ήμουν παιδί, αν και, για να σου πω την αλήθεια, το βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέρον τώρα που δεν ζω πλέον εκεί. Με μένα και τη Νέα Υόρκη, πάντως, τα πράγματα προέκυψαν ούτως ή άλλως διαφορετικά: αυτή έγινε το σπίτι μου, το επίκεντρο της καλλιτεχνικής μου ζωής, εκεί ρίζωσα και άνθισα. Και αυτή η ταινία είναι ένα είδος φόρου τιμής στην πόλη. Γιατί μας θυμίζει ότι συναρπαστικά πράγματα μπορούν να συμβούν μόνο σε συγκεκριμένα μέρη, σε συγκεκριμένες χρονικές περιόδους.

Ποια πιστεύετε πως είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στη δεκαετία του '60 και το τώρα; Ανάμεσα στη δεκαετία που εμφανίστηκαν οι Velvet Underground και στην εποχή που ζούμε σήμερα;

Ζωή και θάνατος! Είναι, βέβαια, λίγο υπερβολικό αυτό που λέω. Κοιτάξτε, είναι άδικο να συγκρίνουμε οποιαδήποτε εποχή και μέρος με τα sixties, μια δεκαετία που για την αμερικανική κουλτούρα αποτέλεσε το απόγειο. Παρόλο που αξιοσημείωτη δημιουργική παραγωγή προέκυψε στις Ηνωμένες Πολιτείες την περίοδο της τζαζ και της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, νομίζω ότι στα sixties κάτι συγκλονιστικό συνέβη με τη νεανική κουλτούρα. Οτιδήποτε συνέβη με τη νεανική κουλτούρα στη Νέα Υόρκη, ωστόσο, συνέβη και σε άλλες πόλεις στον κόσμο, θα έλεγα ότι ήταν ένα είδος παράξενης πλανητικής ευθυγράμμισης. Από την άλλη μεριά, σε καμία περίπτωση δεν έχω πρόθεσή μου να υποβαθμίσω το σήμερα. Γιατί ανέκαθεν πίστευα ότι αν βάλεις πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους να συνυπάρξουν σε ένα μέρος, θα συμβεί ένα είδος γεωγραφικής ακεραιότητας. Θα υπάρξει μια ανάφλεξη. Πράγματα θα συμβούν σίγουρα. Απλώς σήμερα, με τον τρόπο που το ίντερνετ και η ψηφιακή ζωή προσδιορίζουν την παγκόσμια ύπαρξή μας, η κουλτούρα γίνεται πολύ πιο διάσπαρτη και χαώδης. Επειδή η σωματική εγγύτητα έχει πραγματικά αλλάξει, έχει επέλθει αναμφίβολα ένας συμβιβασμός.

Πάντως οι Velvet Underground υπήρξαν τόσο αυθεντικό γέννημα-θρέμμα της Νέας Υόρκης σε βαθμό που πιστεύω ότι δεν θα μπορούσαν να είχαν ανθίσει σε καμία άλλη πόλη στον κόσμο.

Ναι, πράγματι συμφωνώ. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες η πολιτισμική επιρροή των μεταναστών υπήρξε τεράστια. Σκεφτείτε μόνο τη Νέα Ορλεάνη στην αρχή του 20ού αιώνα, σε μια εποχή που υπήρχαν τόσες πολλές κουλτούρες που ζούσαν τόσο κοντά η μια με την άλλη και αντάλλασσαν τις μουσικές τους κληρονομιές και παρήγαγαν τζαζ και ragtime και blues, όλα εκείνα τα εκπληκτικά πράγματα. Ωστόσο σε συγκροτήματα όπως οι Velvet Underground αναγνωρίζεις μια αυθεντικά αμερικανική μορφή τέχνης, ένα είδος έκφρασης που είχε βιωμένη μέσα της την αμερικανική εμπειρία, τον συγκεκριμένο τρόπο ζωής.



Αναρωτιόμουν, βλέποντας την ταινία, πόση συνάφεια με τον σημερινό κόσμο μπορεί να έχει ο τρόπος με τον οποίο οι Velvet Underground αμφισβήτησαν την κουλτούρα με την οποία μεγάλωσαν. Πόσο αντιληπτή μπορεί να γίνει στις τωρινές γενιές η όποια εξέγερσή τους;

Νομίζω ότι αυτό είναι κάτι το οποίο θέλουμε να υπενθυμίσουμε στους ανθρώπους, καθώς δεν υπάρχει πλέον η αίσθηση τού να θέλουν να αντισταθούν στις δυνάμεις του καπιταλισμού και της εταιρικής κουλτούρας και της αγοράς και της συμβατικότητας σήμερα, όπως υπήρχε τότε. Τα παιδιά σήμερα δεν ξέρουν καν την έκφραση «selling out», δεν έχουν ιδέα τι σημαίνει, νομίζουν ότι αναφέρεται σε όλα τα προϊόντα που πουλήθηκαν από τα ράφια του σούπερ μάρκετ. Είδα ένα ντοκιμαντέρ για αυτό - όροι που ήταν τόσο ευρέως διαδεδομένοι και απευθείας συσχετισμένοι με την ιδέα της επανάστασης και της απόρριψης, με το τί πίστευαν οι γονείς σου και την επιθυμία να φτιάξεις τους δικούς σου κανόνες, είναι πολύ διαφορετικοί σήμερα. Και πιστεύω πράγματι ότι αυτή η ταινία μπορεί να είναι μια ευκαιρία. Να μας υπενθυμίσει ότι κάποτε υπήρχε κάτι πολύ υγιές και αναζωογονητικό στο να απορρίπτεις. Για μένα είναι σχεδόν αξιοσημείωτο να σκεφτείς ότι ακόμα και στα 60s, που κάθε καινούργιος δίσκος τον οποίο έβγαζαν οι Rolling Stones, ο Μπομπ Ντίλαν, η Αρίθα Φράνκλιν, ο Μάιλς Ντέιβις ήταν μια καταπληκτική λαϊκή έκφραση της μουσικής, οι Velvet Underground έλεγαν «όχι» σε αυτά τα πράγματα. Είχαν αποφασίσει να απορρίψουν ακόμα και τα θαυμάσια πράγματα που ήταν τότε γύρω τους, γιατί πρέπει να πεις «όχι» αν θέλεις να κάνεις οτιδήποτε πρωτότυπο και θαρραλέο. Πρέπει να μάθεις να λες «όχι». Αν λες «ναι» σε όλα, και θέλεις να ταιριάξεις με τους πάντες και τα πάντα, δεν θα καταφέρεις πολλά. Και το βρίσκω εντυπωσιακό που οι Velvets γύρισαν την πλάτη σε μια εποχή κατά την οποία συνέβαιναν ήδη τόσο σπουδαία πράγματα.

«Αν θέλεις να κάνεις οτιδήποτε πρωτότυπο και θαρραλέο στη ζωή, πρέπει να μάθεις να λες όχι»

Σύμφωνα με κάτι που διάβασα, ο Άντι Γουόρχολ είχε κάποτε πει ότι η μουσική των Velvet Underground ακούγεται σαν τους πίνακές του. Κι εσείς κάνατε τώρα μια ταινία που μοιάζει με τη μουσική τους.

Εκπληκτική φιλοφρόνηση. Ο Άντι Γουόρχολ νομίζω πως είχε επίσης πει ότι αυτό που του άρεσε τόσο πολύ στους Velvet Underground είναι που πάντοτε ακούγονταν τραχείς και βρώμικοι. Και με αυτό είναι που θέλω να μοιάζουν οι ταινίες μου.

Η τωρινή ταινία σας, πάντως, παραπέμπει σαφέστατα στα πειραματικά φιλμ που γύριζε στα sixties ο Γουόρχολ και κυρίως στο μνημειώδες «Chelsea Girls» από όπου δανείζεστε και την τεχνική του split screen.

Ακριβώς. Έχετε απόλυτο δίκιο.

Χαίρομαι που δεν προσπαθήσατε ούτε να απομυθοποιήσετε τον Λου Ριντ στην ταινία, ούτε και επιχειρήσατε να τον εξηγήσετε και να τον αναλύσετε. Την ίδια στιγμή, όμως, αναρωτιέμαι ποια είναι η ιδέα σας ως προς το τι ήταν-και ακόμη είναι-ο Λου Ριντ κι αν τον είχατε ποτέ γνωρίσει, εκτός από το να τον δείτε ζωντανά.

Όχι, ποτέ δεν γνώρισα τον Λου Ριντ. Τον έβλεπα σε κάποιες εκδηλώσεις στη Νέα Υόρκη και ήμουν πολύ φοβισμένος να τον πλησιάσω - ξέρεις τις ιστορίες για το πόσο επιθετικός ήταν συχνά. Νομίζω όμως πως, κατά κάποιο τρόπο, το αξιοσημείωτο με τον Λου Ριντ είναι πως μπορεί να συμφωνήσουμε όλοι για εκείνον ή να προβάλουμε μια αύρα μυστηρίου γύρω του ή να διαφωνήσουμε και να τον αμφισβητήσουμε. Όλες αυτές οι αντιφάσεις, ωστόσο, νομίζω ότι είναι και τα είδη των εσωτερικών συγκρούσεων που ένιωθε ο ίδιος μέσα του και που κάποια στιγμή πέρασαν στη μουσική του και στις ιστορίες του και στους στίχους του. Και είναι πολύ σπουδαίο ότι το έδωσε αυτό στη λαϊκή κουλτούρα - έδωσε το πορτραίτο ενός ατόμου που παλεύει γεμάτος από αντικρουόμενα συναισθήματα, που δεν τα αντιμετώπιζε πάντα και χρειαζόταν ναρκωτικά καμιά φορά να τον βοηθήσουν να ανταπεξέλθει, αλλά που μας άφησε να αποδεχτούμε τους εαυτούς μας με τους ίδιους όρους, να βρούμε σημεία ταύτισης με τις δικές του αγωνίες, να αναγνωρίσουμε σε αυτόν κάτι δικό μας. Κι αυτό, πιστεύω, ότι ήταν το μεγαλείο του Ριντ.

Η ταινία «The Velvet Underground» προβάλλεται απόψε στο πλαίσιο του 27ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας Νύχτες Πρεμιέρας, στις 8 το βράδυ, στον κινηματογράφο ΙΝΤΕΑΛ.