Σάρον Στόουν: Η τόλμη, η γοητεία (και η ατυχία) της ιέρειας των '90ς - αφιερωματα , photo gallery || cinemagazine.gr
ΒΡΙΣΚΕΣΤΕ ΕΔΩ: ΑΡΧΙΚΗ / ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ / PHOTO GALLERY
10:04
10/3

Σάρον Στόουν: Η τόλμη, η γοητεία (και η ατυχία) της ιέρειας των '90ς

Σάρον Στόουν: Η τόλμη, η γοητεία (και η ατυχία) της ιέρειας των  90ς

66 ετών σήμερα η ωραία, ταλαντούχα και ατυχής Σάρον Στόουν, με αντιφατικότατη κινηματογραφική αφετηρία ανάμεσα σε προβληματικές προτάσεις, περίεργες επιλογές και πιστοποιήσεις ενός αξιοσημείωτου, αλλά τελικά αναξιοποίητου ταλέντου.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

 

Η σχέση της Σάρον Στόουν με τους σημερινούς όρους του παιχνιδιού είναι συναρπαστική. Από τη μια, ακολούθως μιας υποκαριέρας στο μόντελινγκ, μπήκε στο σινεμά με τον δύσκολο τρόπο, άνευ σπουδών, για να βρεθεί στα 22 της (ηλικία…προχωρημένη για τα σημερινά δεδομένα) με μόλις ένα βωβό πέρασμα από τις «Ζωντανές Αναμνήσεις» (1980) του Γούντι Άλεν.

Ολόκληρη η δεκαετία του ’80, σε μια ηλικία απολύτως κρίσιμη για μια νέα ηθοποιό ήταν μια εποχή εργατικότητας (σειρές και βιντεοκλίπ κυρίως) κατά την οποία η ίδια, αλλά περισσότερο η βιομηχανία, αποτύγχανε να εντοπίσει την πρώτη ύλη της. Αν φανταστείς ότι η διάκρισή της ήταν εκείνη η άτυπη διλογία του Άλαν Κουότερμεϊν (ένας ανθυποIndiana Jones με τον Ρίτσαρντ Τσέιμπερλεϊν που είχε την τηλεοπτική ακμή του τότε), άντε κι ένας μικρός (αλλά ουσιώδης) ρόλος στις «Αγεφύρωτες Σχέσεις», ανάμεσα σε Ράιαν Ο’ Νιλ, Σέλι Λονγκ και (ούτε 9χρονη…) Ντρου Μπάριμορ, καταλαβαίνεις ότι με την είσοδο του ‘90 η ήδη 32χρονη Στόουν δεν είχε τις προοπτικές μπροστά της.

Από την άλλη όμως, είσοδος Πολ Βερχόφεν και «Ολική Επαναφορά» (1990), δίπλα στον τεράστιο τότε Σβαρτζενέγκερ. Η Σάρον Στόουν παίρνει το έργο μαζί της. Κι εδώ ξεκινά η άλλη όψη αυτής της κινηματογραφικής Σταχτοπούτας. Δύο χρόνια και πέντε (!) ταινίες μετά, ο περιεκτικός προβοκάτορας από την Ολλανδία, βλέπει στην Στόουν το «Βασικό Ένστικτο» (1992) κι εκείνη ανταποδίδει χαρισματικά το ξύπνημα ενός είδους και τον ορισμό μιας χρονιάς, μιας δεκαετίας και μιας εποχής. Είναι η αντίληψη της ερμηνείας από την Στόουν, το μέτρημα της σέξι προβοκάτσιας στην τέλεια over the top ερμηνεία, που από μόνη της έβαλε…τη δύναμη στην ενδυνάμωση. Για μια ολόκληρη δεκαετία, έστω και ατυχώς καλλιτεχνικά (δεν έχει και τόση κοινωνιολογική σημασία αυτό), η Στόουν, αντίθετα με την Τζούλια Ρόμπερτς ας πούμε (που ήταν η βασίλισσα της εποχής), ορίζει την δυναμική πρωταγωνίστρια που κλέβει αντρικούς ρόλους και τους κάνει γυναικείους, που σπρώχνει την βιομηχανία να βρει κινηματογραφικά οχήματα να την κουβαλήσουν. Ένα κορίτσι χωρίς μοίρα στον ήλιο, σε δύο χρόνια με μια ταινία, ολομόναχη στο αρρενωπό δάσος του Χόλιγουντ, πήρε δύναμη κι έκανε όσα μπορούσε γι’ αυτά που, σχεδόν 30 χρόνια μετά, βοά το Χόλιγουντ κι ο (δυτικός) κόσμος όλος.

Η αντιφατικότητα ωστόσο τεντώνεται ακόμα περισσότερο από το ότι οι ατυχείς επιλογές (λίγοι ηθοποιοί πρώτης λίστας έχουν παίξει σε τόσες πολλές αλλά και τόσο μέτριες παραγωγές) θα οδηγήσουν στο άτυπο «ξέβρασμά» της από την αδυσώπητη βιομηχανία με το τέλος της δεκαετίας αυτής. Όχι ότι η Στόουν πτοήθηκε. Και «Βασικό Ένστικτο 2» ώθησε να γίνει (14 χρόνια μετά βέβαια, με 14 εκατομμύρια αμοιβή – το έργο απέφερε όλα κι όλα 6…), με αυτήν να πιέζει τους παραγωγούς για περισσότερο γυμνό, και ακατάπαυστα δούλευε (κοντεύει τα 150 credits!) και τόλμη επέδειξε και μια άγρια περιπέτεια υγείας υπερνίκησε. Δυστυχώς οι ρόλοι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, δεν συνέβησαν. Σαν δύο τεράστιες Συμπληγάδες ατυχίας πριν και μετά τα ‘90ς και στη μέση η συγκεκριμένη δεκαετία μια όαση (κατακτημένης) εύνοιας.

Δεν πειράζει, αυτή να είναι καλά. Κι έτσι δείχνει. Πανέμορφη εξωτερικά και ισορροπημένη, κατά τα φαινόμενα, εσωτερικά, υπέρμετρα έξυπνη για τα χολιγουντιανά στεγανά, με τα τρία της υιοθετημένα παιδιά, τον τακτικό ακτιβισμό της – ιδίως σχετικά με το AIDS, ίσως και λόγω της πρώιμης γνωριμίας/φιλίας της με τον Ροκ Χάτσον στις αρχές του ’80 – τις προβοκατόρικες old Hollywood δηλώσεις της. Κι αν μπορούμε να συμβάλλουμε με μια ευχή, ένα μικρό απόθεμα καλλιτεχνικής τύχης ας είναι στα χαρτιά γι’ αυτήν. Το αξίζει και το σινεμά το έχει στερηθεί.