Τατάμι
Tatami

Μια Ιρανή τζουντόκα και η προπονήτρια της καταφθάνουν στην Γεωργία και το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Τζούντο. Η φιλοδοξία τους για μετάλλιο θα ανακοπεί από την απαίτηση των αρχών της χώρας τους να αποσυρθούν από τους αγώνες εξαιτίας πιθανής αναμέτρησης με την Ισραηλινή αθλήτρια, γεγονός απορριπτέο στο Ιράν. Τι θα επιλέξουν; Πρωτοφανής Ιρανο-ισραηλινή σκηνοθετική συνεργασία, πανελλήνια πρεμιέρα στις 29ες Νύχτες Πρεμιέρας.
Δεν είναι εύκολο να περάσει κανείς στην καρδιά της ταινίας του οσκαρούχου Νατίβ και της πρωτάρας στην σκηνοθεσία -και σπουδαίας Ιρανής ηθοποιού- Ζαρ Αμίρ («Holy Spider»), δίχως να περάσει πρώτα από τα νεύρα και το μυαλό της. Τα νεύρα συνδέονται με κάτι που προκύπτει κάπως προφητικό, αφού ναι μεν η έχθρα Ιράν και Ισραήλ είναι παλαιά, όμως η ένταση στην Μέση Ανατολή όταν γυρίστηκε η ταινία δεν είχε ακόμα την μορφή που πήρε μέσα στο 2024 και ειδικά με την έναρξη των εχθροπραξιών μεταξύ των δύο χωρών. Η προηγούμενη ένταση και η νέα επικαιρότητα πιέζουν την ταινία με τρόπους που απαιτούν αν όχι απαντήσεις, οπωσδήποτε ιδεοπολιτική περίσκεψη.
Το «Tatami» είναι το φεστιβαλικό «Argo» της χρονιάς του, δυτικοπρεπές, ατομοκεντρικό, σβέλτο, ακαταμάχητο
Εδώ αναλαμβάνει το μυαλό της ταινίας. Προέχει το δομικό ερώτημα: Τι συνιστά μια πολιτική ταινία; Υπάρχουν ταινίες πολιτικού θέματος και ταινίες πολιτικές. Οι πρώτες εργαλειοποιούν μια πολιτική κατάσταση/θέμα/επικαιρότητα για να διηγηθούν μια ιστορία, στην καλύτερη περίπτωση, ανθρωποκεντρική. Η θέση τους, ο πολιτικός τους λόγος δεν απουσιάζει κατ’ ανάγκη, είναι όμως ασπρόμαυρος, «προαποφασισμένος», ενίοτε αυτονόητος, διόλου διαλεκτικός. Δεν θα εκκινήσουν δηλαδή ποτέ τους μια διερεύνηση των αντιμαχόμενων μερών/ιδεών/λόγων, στέκονται εξαρχής στην μια (συνήθως τη λέμε, πλήρως εσφαλμένα εκτιμώ, «σωστή») πλευρά του φάσματος. Ούτε θα τεκμηριώσουν για να επιλέξουν στάση. Βασικά, λένε την (τι ειρωνεία) αποδραστική ιστορία τους. Η οποία καθότι ανθρωποκεντρική (αν και εδώ ατομοκεντρική) δεν είναι εύλογο, ή πολιτικά ορθό, να προσπεραστεί. Οι πολιτικές ταινίες, που είναι πολύ λιγότερες, καθότι και λιγότερο ελκυστικές ή εντελώς αδιάφορες στο πλατύ κοινό, κάνουν ακριβώς ότι δεν κάνουν οι πρώτες.
Ασφαλώς, έγκειται στον θεατή αν θα αποφασίσει, ή αν θα έχει προαποφασίσει, ως είθισται, κατά πόσον εξ ορισμού μια από τις δύο κατηγορίες είναι ανώτερη της άλλης. Ένας άλλος τύπος θεατή, ωστόσο, θα αποφανθεί και αισθητικά, περί το κατά πόσον δηλαδή η ταινία, εάν και εφ’ όσον δεν υποστηρίζει τερατωδίες βέβαια (αν και αυτό ακόμα μπορεί να υποστηριχθεί, παράδειγμα οι ταινίες της Λένι Ρίφενσταλ), εξυπηρετεί τον σκοπό της και συγκινεί ψυχικά το κοινό της.
Η ταινία των Νατίβ και Αμίρ ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Ουδέν ευκολότερο σήμερα από το να καταγγείλεις το καθεστώς του Ιράν, ίσως το κυριότερο πλήρως ανελεύθερο πολιτειακά αυτής της μεριάς του κόσμου μας. Ξεκινώντας από εκεί είναι εύκολο να ταυτιστείς με την ανθρώπινη πλευρά του δράματος, να καταλάβεις την στάση της τζουντόκα που αρνείται να υπακούσει το καθεστώς (ενδιαφέρουσα, όσο και σικέ, η αντιπαράθεση του ανδρικού ιρανικού κόσμου με τον θηλυκό που επαναστατεί) και να βιώνεις μια κάποια κάθαρση στις εύλογες στροφές και απολήξεις του σεναρίου.
Είναι φυσικά μια ασπρόμαυρη θεώρηση των πραγμάτων – ατυχώς είναι ίσως και το μόνο που δικαιολογεί (σε αυτόν τον θεατή) την επιλογή του ασπρόμαυρου. Η ταινία είναι τόσο εντυπωσιακή στο γύρισμά της, ενίοτε επιδεικτική, ειδικά στις σκηνές του τατάμι (ο αγωνιστικός χώρος του τζούντο), που διερωτάσαι αν οι δημιουργοί επέλεξαν το ασπρόμαυρο ως σωσίβιο από κατηγορίες φαντασμαγορίας. Όπως και να το κάνεις τόσο εντυπωσιακό γύρισμα λακτίζει την θεμιτή απλότητα του human interest αρκετά κάτω από τη ζώνη. Ιδίως αν δεν ανήκεις επίσημα στο «απεχθές χολιγουντιανό mainstream». (Το οποίο παρεμπιπτόντως έχει κάνει πολλάκις, καλύτερα, την ιστορία ανθρώπων/αθλητών που πούλησαν το όνειρό τους λόγω πιέσεων ενός κατεστημένου.)
Δεν ξέρω κατά πόσον ο Ισραηλινός Νατίβ θα έκανε ποτέ μια ταινία που ασκεί κριτική στο στρατοκρατικό ισραηλινό καθεστώς (άρα δικαιολογεί ίσως μια στάση «μη αναγνώρισης» - την οποία άλλωστε η σωστή μεριά του κόσμου δεν δίστασε δευτερόλεπτο στην περίπτωση της εισβάλλουσας Ρωσίας πριν δύο χρόνια). Ούτε είναι εύλογο να περιμένεις από την Ιρανή Αμίρ, που έχει τραβήξει τα πάνδεινα στο Ιράν – και ζει πια εκπατρισμένη στην Γαλλία – να επιχειρήσει μια ταινία πέρα από το ανθρωποκεντρικό/ατομοκεντρικό δράμα δύο χαρακτήρων. (Που στο κάτω-κάτω δεν είναι και μικρό πράγμα.) Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι κάποιοι θεατές ίσως δυσκολευτούν με το «Holly-arthouse» γύρισμα που έχει κακούς (είναι), έχει ηρωίδες (είναι) και αυτό που στέκει ανάμεσά τους (οι στάσεις του Ισραήλ) θωρεί δήθεν σιωπηλό κι αμέτοχο ως τυχαίος μάρτυρας μιας ιστορίας. Δεν είναι.
Το «Tatami» είναι το φεστιβαλικό «Argo» της χρονιάς του, δυτικοπρεπές, ατομοκεντρικό, σβέλτο, ακαταμάχητο – όλως τυχαίως με villain πάλι το Ιράν (που πράγματι τα τραβάει ο οργανισμός του): Μια ψυχαγωγική ταινία απελευθέρωσης. Δεν μας απασχολεί καθόλου η εποχή, το φόντο, οι διαλεκτικές αναγνώσεις των πολιτικών – που εννοείται θα βγάλουν απελπιστικά άπαντες ενόχους. Μας απασχολεί οι πρωταγωνιστές να είναι ήρωες και να είναι ασφαλείς στο τέλος. Όλα καλά κι όλα ωραία. Κι έγχρωμο να ήταν δεν θα πείραζε.