2. Blackhat του Μάικλ Μαν
Παθιασμένος στυλίστας, ο οποίος ουδέποτε έκρυψε τη σαγήνη που του προκαλούν οι αμέτρητες πιθανότητες της σκηνοθεσίας, ο Μάικλ Μαν κατάφερε να βρεθεί στο αποκορύφωμα της τέχνης του μόνο τις φορές εκείνες όπου η αδιαφιλονίκητη βιρτουοζιτέ του έμπαινε στην υπηρεσία μιας ενδιαφέρουσας ιστορίας και μιας χούφτας καλοδουλεμένων χαρακτήρων, όπως συνέβη με την «Ενταση» και κυρίως με το «The Insider».
Στο καινούργιο του φιλμ, ωστόσο, ο σχεδόν ψυχωτικός περφεξιονισμός του σκηνοθέτη καθιστά μεν σαφή την παρουσία του σε κάθε πλάνο, αυτό που παραμένει άξιο απορίας, παρ' όλα αυτά, είναι το πώς ένας τόσο τελειομανής δημιουργός άφησε εντελώς απροστάτευτο και ελλιπή τον τομέα του σεναρίου.
Η ταινία είναι φορτωμένη αφέλειες, ήρωες που μοιάζουν με τηλεγραφήματα παρά με ολοκληρωμένες σκιαγραφήσεις, σκηνές συμπλοκών που φιλμάρονται στην πλειονότητά τους επίτηδες με ρεαλιστικό τρόπο, αλλά λειτουργούν εις βάρος του όποιου θεαματικού αποτελέσματος και εξωφρενικά ευρήματα όπως αυτό που διαλέγει να κορυφώσει τη δράση στο μέσο μιας πολύβουης παρέλασης όπου πτώματα σωριάζονται αδιακρίτως χωρίς να προκαλούν την παραμικρή ανησυχία των περαστικών.
Προσθέστε σε αυτό και την ιδέα που θέλει τον λακωνικό και σκληροτράχηλο πρωταγωνιστή (τον υποδύεται ένας μονοδιάστατος και «σφιγμένος» εκφραστικά Κρις Χέμσγουορθ) να είναι, εκτός από εξπέρ των τεχνολογιών, και δεινός παλαιστής, πολυμήχανος άνθρωπος της περιπέτειας και έξοχος χρήστης των πάσης φύσεως φονικών εργαλείων και έχετε ένα κλασικό παράδειγμα ταινίας που προσπάθησε να σερβίρει στο κοινό ένα άκρως προβληματικό σεναριακό υλικό μέσα σε ακριβό και ελκυστικό περιτύλιγμα. Το κοινό δεν αγόρασε, και αυτή τη φορά είχε όλο το δίκιο με το μέρος του.








