Κάννες 2023: «Ζαν Ντι Μπαρί (Λίντον)» ή όταν η Μαϊγουέν επιχείρησε να σκηνοθετήσει μια ταινία εποχής όπως ο Κιούμπρικ - νεα , ειδησεις || cinemagazine.gr
15:34
17/5

Κάννες 2023: «Ζαν Ντι Μπαρί (Λίντον)» ή όταν η Μαϊγουέν επιχείρησε να σκηνοθετήσει μια ταινία εποχής όπως ο Κιούμπρικ

Στην επίσημη, εκτός συναγωνισμού έναρξη του φετινού Φεστιβάλ Καννών, η Μαϊγουέν γραφεί, παίζει και σκηνοθετεί με όρους κλασικής ταινίας εποχής την κοσμική τραγωδία της Μαντάμ Ντι Μπαρί, της τελευταίας ερωμένης του Λουδοβίκου ΙΕ' με την πολυθρύλητη μυστική ζωή στην εχθρική αυλή των Βερσαλλιών.

Από τον Θοδωρή Καραμανώλη

Αν ψάχνατε ποτέ ευκαιρία για να επισκεφθείτε τις αληθινές Βερσαλλίες, ιδού και μάλιστα από τη βολή της αίθουσας. Μετά από μία σχεδόν παραμυθένια εισαγωγή που συνοψίζει κομψά και μετρημένα την ανήλικη ζωή της επώνυμης ηρωίδας, το «Ζαν Ντι Μπαρί» μεταφέρεται ολοκληρωτικά στο παλάτι του Λουδοβίκου ΙΕ'. Διακεκριμένη συνοδός με αρκετούς επιφανείς άνδρες στο πελατολόγιό της, η πνευματώδης Ζαν που επέλεξε την πορνεία για να ζήσει ελεύθερη, γίνεται εν μία νυκτί η maîtresse-en-titre στην καρδιά του βασιλιά. Και εκεί είναι που ξεκινά η αναμέτρησή της με τα ήθη, τους τύπους και το πρωτόκολλο της αυλής.

Η Μαϊγουέν επιλέγει να αφηγηθεί την παραπάνω ιστορία σαν ένα ειδύλλιο στις παρυφές του Άρλεκιν, τουλάχιστον για τον εξωτερικό, το μη-Γάλλο παρατηρητή, αφού για τους ομοεθνείς της η ταινία δεν μπορεί παρά να αποτελεί προϊόν εθνικής σημασίας. Εξ ου και η επιλογή της ως ταινίας έναρξης του 76ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, η οποία in retrospect μοιάζει αρμονική. Το ειδύλλιο της Ζαν και του βασιλιά λοιπόν, στήνεται κάτω απ' το επιβλητικό σκηνικό ενός παλατιού που επιτίθεται ολοζώντανο στα αισθητήρια του θεατή. Τον αλαζονικά πλούσιο διάκοσμο, αποτέλεσμα της αυλικής αγωνίας να αποκοπεί απ' τα εγκόσμια και να κατοικήσει κάπου μεταξύ γης και παραδείσου, συμπληρώνει η άριστη καλλιτεχνική διεύθυνση, ενώ η φωτογραφία κάνει όσα πρέπει (και κάτι παραπάνω) για να υπογραμμίσει τον εικαστικό πλούτο της παραγωγής. 

Η σκηνοθέτις αγωνιά να παρουσιάσει όση περισσότερη ιστορία γίνεται, χωρίς να μπορεί να την υποστηρίξει με δράμα

Βλέποντας αλλεπάλληλες σκηνές υπό το φως των κεριών, το συνειδητό ανακαλεί αυθόρμητα τον «Μπάρι Λίντον», με τη «Ζαν Ντι Μπαρί» να μην έχει την αυθεντικότητα, αλλά να μοιράζεται ωστόσο τη χάρη της συγκλονιστικής δουλειάς των Στάνλεϊ Κιούμπρικ και Τζον Άλκοτ (ο βραβευμένος με Όσκαρ για την ταινία, θρυλικός διευθυντής φωτογραφίας) - αν ήμασταν Αμερικανοί θα μπορούσαμε να περιγράψουμε το εικαστικό κομμάτι ως «Barry Lyndon on steroids», αλλά δεν είμαστε...

Όπως δεν είμαστε και Γάλλοι, οπότε δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε εαυτόν ούτε να συγκινηθούμε απ' την παράθεση των ιστορικών προσώπων που περνούν απ' την οθόνη, παγιδευμένοι σ' ένα λαβύρινθο με μυστικά δωμάτια που φυγαδεύουν τις ερωμένες του μονάρχη κι ένα ατέρμονο παιχνίδι εξουσίας που διαφεντεύει το πρωτόκολλο. Ενσαρκώνοντας την ηρωίδα, η Μαϊγούεν καυτηριάζει τους τύπους, επιλέγοντας να βασίσει μεγάλο κομμάτι της δραματουργίας της στην αλληλεπίδραση της Ζαν Ντι Μπαρί μαζί τους, καθώς και με ένα γυναικοκρατούμενο κομμάτι της αυλής που θα έκανε τα πάντα για να τη δει να εξορίζεται απ' το παλάτι. Στο πρόσωπό της δημιουργούνται δύο στρατόπεδα, που επί της ουσίας ασχολούνται με τον καθωσπρεπισμό του Βασιλιά. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα συνθήκη, στερείται όμως αφηγηματικής και σκηνοθετικής βαρύτητας.

Καταστροφική αλλά απολύτως κατανοητή (στο πλαίσιο της προσωπικής ματαιοδοξίας) η απόφαση της Μαϊγουέν να ενσαρκώσει η ίδια την μνημειωδώς όμορφη ηρωίδα

Σε μία ταινία δύο ωρών, η σκηνοθέτις αγωνιά να παρουσιάσει όση περισσότερη ιστορία γίνεται, χωρίς να μπορεί να την υποστηρίξει με δράμα. Υπάρχουν αμέτρητα περιστατικά που μπορεί κανείς να ανασύρει απ' τις εγκυκλοπαίδειες, δεν επηρεάζουν ποσώς όμως την οικονομία της ταινίας. Υπάρχει σεβασμός στα γεγονότα μιας, επαναλαμβάνω, εθνικής υπόθεσης, όχι όμως και η καλλιτεχνική υπόσταση που θα τα αναδείξει σε κάτι ανώτερο της, ομολογουμένως, όμορφης παράθεσής τους. 

Καταστροφική αλλά απολύτως κατανοητή (στο πλαίσιο της προσωπικής ματαιοδοξίας) η απόφαση της Μαϊγουέν να ενσαρκώσει η ίδια την μνημειωδώς όμορφη και ικανότατη στο παιχνίδι της αποπλάνησης Μαντάμ Ντι Μπαρί, όπως και το να δώσει το ρόλο του Λουδοβίκου ΙΕ' στον Τζόνι Ντεπ. Αμφότερες αποφάσεις που θα προκαλέσουν πολλές συζητήσεις και στον εξωκινηματογραφικό τύπο, αλλά στην ταινία είναι οι δύο μουντζαλιές στην περιρέουσα και σφόδρα αποτελεσματική καλλιγραφία. Τουλάχιστον με έναν ανορθόδοξο τρόπο, ξεκολλάει το ζεύγος απ' τον διάκοσμο και αντίθετα με όσα συμβαίνουν στα δίπολα που δημιουργούνται με τους υπόλοιπους χαρακτήρες, καθιστά τη σχέση βασιλιά και ερωμένης σημαίνουσα και σημαντική.

Όσο η ταινία κυλά προς το τέλος, και η Ζαν Ντι Μπαρί ετοιμάζεται να συναντήσει τη μοίρα της (μια μοίρα που συνδέεται άρρηκτα με τη Γαλλική Επανάσταση και το τέλος του παλατιού), η αίσθηση τόσο της σκηνοθετικής ανεπάρκειας όσο και της έκδηλης καλλιέπειας εντείνεται. Η Μαϊγουέν εν τέλει παραδίδεται στους τύπους που καυτηριάζει και αφήνεται σε μια εντελώς τυπική ταινία εποχής που δεν θα λέγαμε ότι απογοητεύει, μιας και φαίνεται να εκπληρώνει πλήρως το σκοπό της. Μόνο που αυτός ο σκοπός εντοπίζεται μάλλον στην ψυχαγωγία μέσω της αναπαράστασης, παρά στον πραγματικό κινηματογράφο.  

Βρείτε συγκεντρωμένες όλες τις ανταποκρίσεις, κριτικές, νέα και αφιερώματα του φετινού Φεστιβάλ Καννών εδώ: www.cinemagazine.gr/cannes

Το ΣΙΝΕΜΑ / cinemagazine.gr ταξιδεύει στις Κάννες με την AEGEAN και σας προσφέρει καθημερινές ανταποκρίσεις. Το 76o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών πραγματοποιείται 16 - 27 Μαΐου 2023.