Γιάννης Φέρτης (1938-2024): Σίγησε «Η Φωνή» του ελληνικού θεάτρου - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
9:46
15/4

Γιάννης Φέρτης (1938-2024): Σίγησε «Η Φωνή» του ελληνικού θεάτρου

Μια σπουδαία καλλιτεχνική παρουσία που κόσμησε για περίπου 70 ολόκληρα χρόνια κυρίως το θεατρικό σανίδι, αλλά και κάθε άλλη πλευρά θεάματος και ραδιοφώνου, ο Γιάννης Φέρτης αφήνει κενό ήθους, εργατικότητας και κλάσης.

Από τον Ηλία Δημόπουλο

Οι των προηγούμενων γενεών, αυτοί δηλαδή που πρόλαβαν τον Γιάννη Φέρτη στην (διαρκούσα πάντως) δόξα του, έχουν αφ’ ενός την ανάμνηση «αυτής της φωνής» και αφ’ ετέρου μια σταθερότατη, εγγυητική παρουσία στα θεατρική πράγματα της χώρας. Για την πρώτη δεν μπορούσε ο άνθρωπος να…αποδράσει, έκανε κάποτε το Σαν Με Κοιτάς με την Αφροδίτη Μάνου κι έκλαψαν τα βινύλια, οι κεφαλοβελόνες τους, 158 χιλιάδες άνθρωποι στην Α’ προβολή του «Εκείνο το Καλοκαίρι» του Βασίλη Γεωργιάδη (και κάμποσες εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη στην ένδοξη τηλεοπτική πορεία τόσων ετών), έκανε άπειρα διαφημιστικά μια εποχή ειδικά, έκανε ραδιόφωνο, αφηγήσεις (μεταξύ αυτών και του «Άξιον Εστί» του Μίκη Θεοδωράκη), εκ των πραγμάτων και κάθε ρόλο του στο θέατρο και, περιορισμένα, στο σινεμά.

Στο αντικείμενό μας λοιπόν, ο Φέρτης ίσως δεν έχει τον αριθμό αλλά έχει μια χούφτα παραγωγές που ξεχωρίζουν από το πλήθος του σινεμά της «χρυσής εποχής». Δεν θα πρωτοτυπήσω, δύο είναι οι μεγάλες στιγμές, εκείνες που περνούν στην ιστορία εκ των πραγμάτων, αν και η μία δεν έχει βρει την αναγνώριση που της πρέπει. Η μία είναι η «Ηλέκτρα» του Κακογιάννη, ανθεκτικός Ορέστης δίπλα στο σίφουνα της Παπά και η άλλη το «Με Τη Λάμψη Στα Μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη, με τον Φέρτη έναν από τους τρεις γιους, στο εφιαλτικό δίλημμα του πατέρα (να τα βλέπει «Η Εκλογή της Σόφι») κατά την διάρκεια της Κατοχής.

Υπάρχουν τρεις ταινίες, ίσως υπάρχουν κι άλλες που δεν γνωρίζω ή δεν ανακαλώ, που έκανε με την Ξένια Καλογεροπούλου, την πρώτη του σύζυγο. Ως ζευγάρι άφησαν δικό τους ίχνος και στο θέατρο, έστησαν όμως και τον παράλληλο κόσμο του σινεμά είδους του λαϊκού μας σινεμά. Τουτέστιν, μελοδράματα: «Η Εγκατάλειψη» του Κώστα Ασημακόπουλου και «Ο Ανήφορος» της αρμόδιας Μαρίας Πλυτά, που έχει δική της ιστορία στο δύσκολο περιβάλλον μας, κυρίως στο μελόδραμα, συν αντιστασιακά «Το Μπλόκο» του Άδωνι Κύρου (μια επίσης αξιοσημείωτη ταινία για τα δικά μας πράγματα). Έναν χρόνο πριν το «Εκείνο το Καλοκαίρι» ο Γεωργιάδης τον χρειάστηκε στο «Αγάπη για Πάντα», «ευνουχισμένος» πιανίστας κοντά στην πλούσια (κι εκθαμβωτικά όμορφη) Ζωή Λάσκαρη, αυτή σε μια από τις ελάχιστες ταινίες της χωρίς τον Δαλιανίδη στην σκηνοθεσία. Την ίδια χρονιά, ξανά με τη Λάσκαρη, αλλά τον Γιάννη Δαλιανίδη στο βιζέρ, «Αυτοί που Μίλησαν με τον Θάνατο», ανεκτό επίσης δράμα 2ου ΠΠ για τα εγχώρια. Ο Φέρτης, άλλης κοπής από τους τότε φτασμένους πρωταγωνιστές (Αλεξανδράκης, Καζάκος, Παπαμιχαήλ), φέρνει αυτό που χρειάζεται η ντάμα της ταινίας, την υπηρεσία δηλαδή, και αυτό που και σήμερα μοιάζει πιο ισορροπημένο. Στο μάχιμο «Υποβρύχιο Παπανικολής» του Ζερβουλάκου, που ίσως όλοι θυμάστε από την ετήσια τηλεοπτική εκπομπή του και πάλι φέρνει μια ισορροπία έναντι της συνήθους «αγριότητας» του Κώστα Καζάκου. Σημειώνω εδώ (και για μένα) την «Υπόγεια Διαδρομή» του Δοξιάδη, από τα νεότερα χρόνια (1983), την οποία δεν ανακαλώ. Το 2008 με το «Σκλάβοι στα Δεσμά τους» του Τώνη Λυκουρέση, κέρδισε Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Τηλεοπτικά η γενιά μου ήταν καρφωμένη με τον «Επισκέπτη της Ομίχλης» στα βρεφικά χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης, ενώ οι παλιότεροι τον θυμούνται σε δύο κλασικές σειρές, τον «Συμβολαιογράφο», που ήταν βέβαια ο θρίαμβος του Στάθη Ψάλτη, και την «Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια», δίπλα στην Κάτια Δανδουλάκη, αμφότερα το 1979.

Αποφεύγοντας ει δυνατόν την μεγαλοστομία, ο Γιάννης Φέρτης, σημάδεψε μια εποχή για τα ελληνικά πράγματα, όχι στον Κινηματογράφο, αλλά στην Σκηνή, διαχέοντας μια μεγαλοπρεπή λάμψη που δεν τον εξέτρεψε ποτέ στην υποστάθμη του κουτσομπολιού (παρότι η περίπτωσή του τραβούσε τις φυλλάδες της εποχής) και του διασφάλισε μια καριέρα ήθους και αποτελέσματος. Με τον Φέρτη στο θέατρο ήξερες τι να περιμένεις και αυτό που ήξερες δεν ταλαιπωρούσε το κριτήριό σου και δεν άφηνε περιθώριο δυσάρεστης έκπληξης. Με χαμηλωμένο βλέμμα τον αποχαιρετούμε και με όλο τον σεβασμό θα θυμόμαστε πάντα την μεστή, ωραία του παρουσία.