Μιριέλ και Ντελφίν Κουλέν: «Η ισότητα μεταξύ των φύλων υπάρχει, μέχρι κάτι να πάει στραβά» - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:48
17/11

Μιριέλ και Ντελφίν Κουλέν: «Η ισότητα μεταξύ των φύλων υπάρχει, μέχρι κάτι να πάει στραβά»

Την περασμένο Απρίλη, οι αδελφές Κουλέν («17 Κορίτσια») όχι μόνο προήδρευσαν της κριτικής επιτροπής του 17ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Αθήνας, αλλά είδαν και τη νέα τους ταινία, το ελληνικού ενδιαφέροντος «The Stopover», να επιλέγεται στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών. Η συνάντηση που είχαμε μαζί τους στο ενδιάμεσο, είχε ασφαλώς ξεχωριστό ενδιαφέρον.

Συνέντευξη στον Νεκτάριο Σάκκα

Η αλήθεια είναι ότι δε συνηθίζουμε να ακούμε πως η Ελλάδα είναι φιλικός προορισμός για κινηματογραφικές παραγωγές. Όταν όμως ο ισχυρισμός προέρχεται από δύο Γαλλίδες σκηνοθέτιδες, τη Μιριέλ και τη Ντελφίν Κουλέν, οι οποίες επισκέπτονται τη χώρα μας από κοριτσάκια, έχουν γυρίσει εδώ ντοκιμαντέρ και μάλιστα έχουν πρόσφατα ολοκληρώσει την τελευταία τους μεγάλου μήκους, γυρισμένη κατά κύριο λόγο στη Ρόδο, τότε καλό είναι να τον λάβουμε σοβαρά υπόψη.

Το νέο τους, ελληνογαλλικής παραγωγής φιλμ με τίτλο «Voir du Pays» («The Stopover»), επιλέχθηκε στο επίσημο πρόγραμμα του 69ου Φεστιβάλ Καννών, όπου και έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο πλαίσιο του τμήματος Ένα Κάποιο Βλέμμα. Πρόκειται για μια ταινία με έντονο το ελληνικό στοιχείο, αφού φιλοξενεί στο καστ την Αριάν Λαμπέντ, τον Ανδρέα Κωνσταντίνου και τον Μάκη Παπαδημητρίου.

Η Λαμπέντ πρωταγωνιστεί μαζί με τη Soko στο ρόλο δύο Γαλλίδων στρατιωτικών που έχουν μόλις επιστρέψει από το Αφγανιστάν σε ευρωπαϊκό έδαφος (το φιλμ υποτίθεται διαδραματίζεται στην Κύπρο, με το μεγαλύτερο μέρος των γυρισμάτων ωστόσο να έχει γίνει στη Ρόδο). Κατά την τριήμερη παραμονή τους στο ηλιόλουστο νησί, η οποία περιλαμβάνει διαμονή σε πολυτελές ξενοδοχείο ως μέρος ενός προγράμματος αποσυμπίεσης από την εμπειρία του πεδίου της μάχης, οι δύο γυναίκες αρχίζουν να έρχονται σταδιακά αντιμέτωπες με όσα τις κληροδότησε η συμμετοχή στον πόλεμο, ενώ παράλληλα γνωρίζουν τους χαρακτήρες που υποδύονται οι Κωνσταντίνου και Παπαδημητρίου.

Οι αδερφές Κουλέν είχαν ήδη προλάβει να τραβήξουν το ενδιαφέρον του ελληνικού κοινού από το 2011 και συγκεκριμένα την πρώτη τους, μεγάλου μήκους σκηνοθετική απόπειρα, τα «17 Κορίτσια». Η επιστροφή τους στο φετινό Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, τις έφερε εκ νέου σε αυτή που αποκαλούν δεύτερη πατρίδα τους, προκειμένου να προεδρεύσουν της κριτικής επιτροπής, πλάι στους Λήδα Γαλανού, Σπύρο Γιανναρά, Στεφανία Γουλιώτη και Παναγιώτη Ευαγγελίδη.

Η συνάντηση μαζί τους πραγματοποιήθηκε πριν τις ανακοινώσεις των Καννών, όμως οι ήδη γνωστές πληροφορίες για τη νέα τους δουλειά προσφέρονταν για μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα κουβέντα. Το «Stopover», άλλωστε, μιλά σύμφωνα με τις ίδιες τις σκηνοθέτιδες για τη «γυναικεία βία», θέτοντας ταυτόχρονα το ζήτημα της ισότητας μεταξύ των φύλων στο τραπέζι, και μάλιστα εντός ενός ανδροκρατούμενου πλαισίου όπως είναι ο στρατός. Την ίδια στιγμή, αναφέρεται σε έναν πόλεμο, τις συνέπειες του οποίου εξακολουθούμε να αντιμετωπίζουμε, είτε μέσω της προσφυγικής κρίσης είτε μέσω της ανόδου του λεγόμενου Ισλαμικού Κράτους. Η Δύση και οι ευθύνες της, οι λεγόμενες «ευρωπαϊκές αξίες» στο όνομα των οποίων ισοπεδώθηκαν εκ νέου χώρες στη Μέση Ανατολή, καθώς και άλλες παράμετροι μπαίνουν στην εξίσωση μιας συζήτησης που μεταξύ άλλων εντείνει την προσμονή να δούμε πώς όλα αυτά καταφέρνουν να συνδεθούν στο σύμπαν της ταινίας.

Φωτογραφία από την ταινία «17 Κορίτσια»

Έχετε έρθει στην Ελλάδα αρκετές φορές, και για να γυρίσετε ταινίες…

Μιριέλ Κουλέν: Ναι, ερχόμαστε εδώ με την Ντελφίν από όταν ήμασταν μικρά παιδιά. Αγαπάμε την Ελλάδα, είναι κάτι σαν τη δεύτερη πατρίδα μας. Έχω κάνει δύο ντοκιμαντέρ εδώ, στα οποία έκανε παραγωγή η αδερφή μου, το ένα στα Δωδεκάνησα και το άλλο στην Αθήνα. Ήταν περισσότερο σαν ταξιδιωτικά ημερολόγια, σχετικά με το πώς βλέπεις τα πράγματα γύρω σου. Μια προσωπική ματιά του να ταξιδεύεις σε αυτή τη χώρα. Αυτή τη φορά όμως (σ.σ. εννοεί με το «Voir Du Pays») το πήγαμε ένα βήμα παραπέρα γυρίζοντας μια ταινία μυθοπλασίας στην Ελλάδα και πρέπει να πούμε πως πραγματικά απολαύσαμε πολύ το μοιραστούμε αυτή την εμπειρία με τους συντελεστές. Η μισή ομάδα άλλωστε ήταν Γάλλοι και η άλλη μισή Έλληνες.

Μέρος του «Voir Du Pays» έχει γυριστεί στη Ρόδο αλλά διαδραματίζεται υποτίθεται στην Κύπρο. Τι στοιχεία δανειστήκατε από το νησί για την ταινία;

Μ.Κ.: Για λόγους που έχουν να κάνουν με την παραγωγή, ήταν πολύ ευκολότερο να πραγματοποιήσουμε γυρίσματα στη Ρόδο από ότι στην Κύπρο. Άλλωστε δεν ήταν το σκηνικό στην Κύπρο αυτό που ήταν το σημαντικό, αλλά αυτοί οι στρατιώτες που έρχονται απ’ το Αφγανιστάν, οι οποίοι καλούνταν να μπουν σε αυτή τη συγκεκριμένη ατμόσφαιρα. Χρειαζόμασταν ένα πεντάστερο ξενοδοχείο, θάλασσα και ήλιο για να βάλουμε εκεί τους στρατιώτες. Η Ντελφίν μάλιστα έγραψε ένα μυθιστόρημα στη Ρόδο…

Ντελφίν Κουλέν: Ξεκίνησα…

Μ.Κ.: Σωστά, το ξεκίνησε. Οπότε, παρατήρησε πως γνωρίζαμε την Κύπρο πολύ καλά και τη Ρόδο επίσης, και συνειδητοποίησε πως υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ π.χ. της Λάρνακας και της πόλης της Ρόδου. Έτσι, για λόγους που εξυπηρετούσαν την παραγωγή, σκεφτήκαμε πως δε θα ήταν τόσο ψεύτικο να κάνουμε γυρίσματα στο νησί.

Ν.Κ: Έτσι, γυρίσαμε αρκετές μέρες στην Κύπρο και το υπόλοιπο στη Ρόδο.

Άρα γυρίσατε και στην Κύπρο, τελικά.

Μ.Κ.: Ναι, κυρίως για κάποια γενικά πλάνα χρειαζόμασταν το κυπριακό σκηνικό.

Ν.Κ.: Και στο μισό φιλμ οι ηρωίδες παραμένουν στο ξενοδοχείο, οπότε θα μπορούσαν να είναι στην Κορσική, το Μαρόκο ή οπουδήποτε.

Η ταινία ασχολείται με τη γυναικεία βία. Δεν είναι η βία κάτι που αφορά ως επί το πλείστον το ανδρικό φύλο;

Ν.Κ.: Δε βλέπω γιατί οι άνδρες έχουν το μονοπώλιο στη βία, νομίζω πως μπορούμε να είμαστε εξίσου βίαιες με εκείνους. Όμως είναι συνήθης η εντύπωση πως οι γυναίκες είναι λιγότερο βίαιες ή ότι αν εκείνες ήταν επικεφαλής στον κόσμο δε θα υπήρχαν πόλεμοι - είμαι σίγουρη πως θα υπήρχαν. Ήταν ενδιαφέρον λοιπόν για μένα να στοχαστώ πάνω στις γυναίκες και τη βία, γιατί πιστεύω πως οι γυναίκες και οι άνδρες είναι ίσοι, αλλά την ίδια στιγμή θα προτιμούσα να είναι περισσότερο έξυπνες και να μην κάνουν πόλεμο.

Μ.Κ.: Έχει επίσης να κάνει, νομίζω, και με τον μοντερνισμό. Γιατί, αν πάρεις για παράδειγμα τον Α’ παγκόσμιο πόλεμο, οι άνδρες πήγαιναν στον πόλεμο γιατί έπρεπε ασφαλώς να δώσουν μάχες σώμα με σώμα. Χρειαζόταν δηλαδή να είναι κανείς δυνατός σωματικά. Δεν είναι κάτι άγνωστο πως εν γένει ένας άνδρας είναι συνήθως πιο δυνατός σωματικά από μια γυναίκα. Σήμερα όμως, με τα drones και όλα αυτά μπορεί κάλλιστα να είναι μια γυναίκα αυτή που θα πατήσει ένα κουμπί και ξαφνικά να πέσει μια βόμβα κάπου στο Ιράκ ή τη Συρία. Τα μέσα στον πόλεμο είναι πλέον διαφορετικά.

Ν.Κ.: Ταυτόχρονα βέβαια όλο αυτό είναι μια σύμβαση που έχει υπερισχύσει, γιατί στη Γαλλία για παράδειγμα, κατά το Μεσαίωνα, μια αριστοκράτισσα είχε περισσότερες πιθανότητες να πάει να πολεμήσει από έναν φτωχό άνδρα, κι αυτό διότι ο πόλεμος ήταν υπόθεση των πλουσίων. Οι φτωχοί τότε δεν πήγαιναν στον πόλεμο και για τις γυναίκες ήταν μάλλον φυσιολογικό να πολεμήσουν, αρκεί να ήταν πλούσιες. Στις σταυροφορίες ή στην περίπτωση υπεράσπισης ενός κάστρου, μια γυναίκα μπορούσε να πάρει τα όπλα, όπως π.χ. η Ιωάννα της Λωραίνης. Αλλά αυτά δεν είναι τα μόνα παραδείγματα, νομίζω και εσείς έχετε αντίστοιχες ηρωίδες, ενώ υπάρχουν και οι Αμαζόνες.

Το επόμενο ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι πώς ακριβώς προσεγγίζετε στην ταινία τη γυναικεία βία μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο πλαίσιο όπως εξακολουθεί να είναι ο στρατός.

Μ.Κ.: Το δείχνουμε μέσω των δύο κεντρικών γυναικείων χαρακτήρων, που στην αρχή βλέπουμε να μην έχουν κανένα πρόβλημα να είναι γυναίκες και να πηγαίνουν στον πόλεμο. Προέρχονται από μια περιοχή όπου δεν υπάρχουν δουλειές κι έτσι αποφασίζουν να καταταγούν, όπως κάνουν και τα αγόρια που προσπαθούν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Πιστεύουν πως είναι ίσες με εκείνους και προτιμούν να είναι στρατιώτες από σύζυγοι στρατιωτών. Στον πόλεμο όμως συνειδητοποιούν πως δε μπορείς να σκεφτείς πως είσαι ίσος όταν αυτοί που έχεις μπροστά σου πιστεύουν πως δεν είσαι. Οι άνδρες, σε αυτό τον ανδροκρατούμενο κόσμο πιστεύουν πως είναι ανώτεροι, και στην Κύπρο, όπου οι ηρωίδες βρίσκονται για τρεις μέρες προκειμένου να αποφορτιστούν από την εξάμηνη παραμονή τους πεδίο της μάχης και να δώσουν αναφορά της αποστολής τους, αντιλαμβάνονται πως οι συνάδελφοί τους δεν τις αντιμετωπίζουν ως ίσες. Πίσω στο Αφγανιστάν, υπήρξε ένα κρούσμα προδοσίας μέσα στο τάγμα, και οι άνδρες πιστεύουν πως οι γυναίκες ήταν υπεύθυνες.

Ν.Κ.: Υπάρχει μια φράση που μία απ’ τις πρωταγωνίστριες λέει κατά τη διάρκεια του φαγητού: «μας θεωρείτε το ίδιο καλές με τους άνδρες όταν πολεμάμε καλά, αλλά με το που πάει κάτι στραβά, τότε γινόμαστε πάλι γυναίκες». Καταλαβαίνεις; Είναι δηλαδή ίσες, μέχρι κάτι να πάει στραβά. Αυτό είναι το πρόβλημα, και είναι τρομερό για εμάς τις γυναίκες. Στην Κύπρο για παράδειγμα, σοκαρίστηκα όταν έγινε αυτή η αεροπειρατεία πριν δυο εβδομάδες και ο Κύπριος πρόεδρος είπε «όταν υπάρχει πρόβλημα, να θυμάστε πως πάντα μια γυναίκα από πίσω». Και ξέρεις κάτι; Όλοι γέλασαν με αυτό, ακόμη και γυναίκες δημοσιογράφοι, ότι και καλά ήταν ωραίο αστείο. Ακόμα και μέσα από μικρά πράγματα λοιπόν διαπιστώνει κανείς πως είναι μακριά ακόμα η μάχη προκειμένου να επιτευχθεί πραγματική ισότητα μεταξύ των δύο φύλων.