Τελευταίο Ταξίδι - ταινιες , παιζονται τωρα || cinemagazine.gr

Τελευταίο Ταξίδι

Last Voyage

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

2022
    ΠΑΡΑΓΩΓΗ: Ελλάδα
    ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: Άρης Χατζηστεφάνου
    ΑΦΗΓΗΣΗ: Γιάννης Αγγελάκας, Όλια Λαζαρίδου
    ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Άρης Χατζηστεφάνου
    MONTAZ: Άρης Τριανταφύλλου
    MΟΥΣΙΚΗ: Rsn
    ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 58'
    ΔΙΑΝΟΜΗ: Moviementa

Ο Γιάννης Αγγελάκας και η Όλια Λαζαρίδου δανείζουν τις φωνές τους στις σκέψεις του Νίκου και της Ελένης Καζαντζάκη, αφηγούμενοι στιγμές από δύο ταξίδια στην Ιαπωνία. Την ίδια στιγμή μπροστά μας ξετυλίγεται το σύγχρονο πρόσωπο μιας χώρας που ζει σε μια κυκλική διαδρομή, με κέντρο τον όλεθρο και περίμετρο που ορίζεται από μυριάδες αντιδιαμετρικές αντιφάσεις.

Από τον Θοδωρή Καραμανώλη

Το «Τελευταίο Ταξίδι» είναι ένα κινηματογραφικό δοκίμιο βασισμένο σε ορισμένα από τα λιγότερα διαβασμένα κεφάλαια των «Ταξιδιωτικών» του Νίκου Καζαντζάκη. Είναι επίσης ένα ατυπικό ντοκιμαντέρ που ορκίζομαι να φθονώ από τη στιγμή που θα βάλω εδώ την ύστερη τελεία. Μέχρι τότε του πρέπει μόνο αγάπη. Όχι ίση, αλλά ανάλογη με αυτή που τρέφει η κινηματογραφική κοινότητα για το «Sans Soleil» του Κρις Μαρκέρ, έργο που από την περιγραφή ακόμη, έρχεται αυτόματα στο μυαλό. Υπάρχει όμως κάτι θεμελιωδώς διαφορετικό μεταξύ των δύο φιλμ κι αυτό εντοπίζεται στις λεζάντες. Ο Μαρκέρ ξεκινάει τα δικά του ταξίδια με μια ρήση του Έλιοτ: «Κι ό,τι είναι αληθινό, είναι αληθινό για ένα μόνο χρόνο κι έναν μόνο τόπο». Ο Άρης Χατζηστεφάνου επιχειρεί εδώ το ακριβώς αντίθετο.

Το κείμενο του Καζαντζάκη εξ αρχής αναγνωρίζει το ίδιον της Ιαπωνικής χώρας, που ακόμη και σήμερα μοιάζει με εξωτικό φρούτο που δεν έχεις ιδέα αν τελικά θα σου αρέσει η γεύση του. Ήδη από το 1935 κάνει λόγο για μια κοινωνία διχασμένη μεταξύ της βαθιάς παράδοσης και της έλευσης των μηχανών, που στην οικονομία του λόγου του εξισώνεται με την καπιταλιστική επέλαση. Τόσο ο θεατής όσο και ο σκηνοθέτης έχουν το πλεονέκτημα της ιστορίας. Γνωρίζουν ακριβώς που οδήγησε η παράδοση και έχουν δει την κορύφωση της επεκτατικής περηφάνιας αποτυπωμένη στα Φαντάσματα της Χιροσίμα. Ξέρουν για το «Ιαπωνικό θαύμα» που ακολούθησε κι αναλογίζονται μαζί τη σύγχρονη εργασιακή συνθηκολόγηση με εισαγόμενες πατέντες όπως η Uber (που προσφέρει ελευθερία, αλλά όχι ασφάλεια).

Υπάρχουν και κομμάτια που μοιάζουν να έχουν μείνει αναλλοίωτα στο χρόνο, όπως η ψυχή της Γιοσιβάρα, που συντηρείται θαμμένη κάτω από στρώσεις make-up και κιμονό. Στις περιγραφές για τις βιτρίνες με τις γκέισες, οι προπολεμικές λέξεις ταυτίζονται σε απόλυτο βαθμό με τις σύγχρονες εικόνες. Μιλάμε για μία αλήθεια που πιστώνεται σε έναν τόπο αλλά δύο χρόνους. Στη συνέχεια η συνέντευξη με έναν συνδικαλιστή της Uber Eats του Τόκυο, οδηγεί σε ένα καρουζέλ με στιγμιότυπα από τις κινητοποιήσεις ντελιβεράδων σε ολόκληρο τον κόσμο (εννοείται και από τα Προπύλαια των Αθηνών). Μια αλήθεια σε έναν χρόνο, αλλά πολλούς διαφορετικούς τόπους. Σε αυτό το σημείο το «Τελευταίο Ταξίδι» φέρνει λίγο στην ορμή και τον ειρμό των προηγούμενων δουλειών του Infowar. Σε γενικές γραμμές όμως μέσα από μια καταφανέστατη αναλογία, έχουμε αναχωρήσει για κάτι πολύ πιο όμορφο (αν και εξίσου πολιτικά φορτισμένο).  

Η ανάγνωση του κειμένου διανθίζεται από σκίτσα (manga), cut-scenes από βίντεο παιχνίδια, σκηνές από ταινίες, αλλά κατά βάση συγκλονιστικές εικόνες σε κοφτερό ασπρόμαυρο (υπάρχει και έγχρωμη βερσιόν, αλλά σίγουρα εδώ δεν λείπει το χρώμα) που καταλαμβάνουν τη μεγαλύτερη έκταση μέσα στο έργο και τις οποίες έχει γυρίσει ο ίδιος ο Χατζηστεφάνου. Το ταξιδιωτικό του ημερολόγιο είναι έτσι μονταρισμένο ώστε να συμπληρώνει την αγωνία του Καζαντζάκη απέναντι στον άγνωστο 4ο πόλο του διεθνούς στερεώματος της εποχής (ως τους άλλους τρεις κατονομάζει τις ΗΠΑ, την ΕΣΣΔ και την Κίνα). Ο προφητικός λόγος του συγγραφέα δείχνει να προοικονομεί το κακό που κοντοζυγώνει κι ονοματίζεται στο δεύτερο πια ταξίδι του - το 1957 αν θυμάμαι καλά τις χρονολογίες. Το ότι ο σκηνοθέτης τον ασπάζεται έχει να κάνει ελπίζουμε όχι με μια νέα προφητεία (άλλωστε η πυρηνική απειλή ήταν σενάριο αποκλειστικά επιστημονικής φαντασίας όταν γυρίστηκε η ταινία), αλλά με την ταύτιση σε ό,τι έχει να κάνει με το αντικαπιταλιστικό αίσθημα, την παράλληλη διαπίστωση της ανόδου του φασισμού και την καθοριστική συνθήκη-σύμπτωση μιας «ασιατικής γρίπης», που για τον Καζαντζάκη στάθηκε μοιραία.

Αν κάτι δεν ζηλεύω στο «Τελευταίο Ταξίδι» είναι πως μοιάζει να ήταν εξ ολοκλήρου γραμμένο πριν καν μπούμε στο αεροπλάνο. Ο Χατζηστεφάνου το είχε δει να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια του, το είχε μελετήσει, ήξερε ακριβώς τι θα βρει και τι θα αντιμετωπίσει. Εκεί που ο Μαρκέρ στοχάζεται πάνω στους μηχανισμούς της μνήμης, αυτός λειτουργεί με ντοκουμέντα και οδηγό μια καλά καταγεγραμμένη ιστορία. Ακόμη κι έτσι όμως τον φθονώ διπλά, γιατί αφενός έφτασε σε έναν απλησίαστο για εμένα προορισμό, κι εκτός αυτού είχε ουσιαστικό συνοδοιπόρο έναν Κολοσσό της σύγχρονης ελληνικής (και όχι μόνο) διανόησης. Μέσα από την κοινή τους διαδρομή ονειρεύτηκα την αληθινή Ιαπωνία. Και δεν υπάρχουν πολλές δυστυχίες μεγαλύτερες από το να ονειρεύεσαι τα μέρη που σε περιμένουν, αλλά μάλλον ποτέ δεν θα κινήσεις για να επισκεφθείς. Σε όποιο πεδίο και αν βρίσκονται.

ΟΛΕΣ ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
  • Τελευταίο Ταξίδι
  • Τελευταίο Ταξίδι