Άντριου Λέβιτας: «O κινηματογράφος είναι η τελευταία μας ελπίδα» - αφιερωματα , θεματα || cinemagazine.gr
12:29
22/10

Άντριου Λέβιτας: «O κινηματογράφος είναι η τελευταία μας ελπίδα»

Ο Άντριου Λέβιτας, σκηνοθέτης της ταινίας «Μιναμάτα» (κριτική εδώ), με πρωταγωνιστή τον Τζόνι Ντεπ, σεναριογράφος, παραγωγός, ζωγράφος και γλύπτης, βρέθηκε στην Αθήνα για να παρουσιάσει την ταινία του και την εικαστική του έκθεση με αφορμή αυτήν, και μίλησε στο cinemagazine.gr για τις ανάγκες του έργου του, το σινεμά, την αλήθεια και τον Τζόνι Ντεπ.

Συνέντευξη στην Άντυ Δημοπούλου

Το πρότζεκτ «Μιναμάτα» περιλαμβάνει Τέχνες όπως η ζωγραφική, η φωτογραφία, η γλυπτική, ο κινηματογράφος, η ποίηση. Πόσος χρόνος χρειάστηκε μέχρι να ολοκληρωθεί το πρότζεκτ και η ταινία;

Η αλήθεια είναι ότι η ίδια η ταινία ολοκληρώθηκε πολύ γρήγορα. Αν και την σκεφτόμουν για χρόνια. Όλες οι άλλες μορφές Τέχνης κατά κάποιο τρόπο την συμπληρώνουν ή οδήγησαν στην πραγματοποίησή της. Συναντήθηκα με τον Τζόνι (σ.σ. Ντεπ) περίπου έναν χρόνο πριν ξεκινήσουμε τα γυρίσματα. Κάναμε ένα πρώτο πλάνο και ξεκινήσαμε τη δουλειά, γράφοντας και δοκιμάζοντας μαζί διάφορες ιδέες. Με είχε απορροφήσει πάρα πολύ το ίδιο το θέμα και ήθελα να δουλέψω με ανθρώπους που είχαν ήδη μία σύνδεση με αυτό. Ο συνθέτης, Ριουίτσι Σακαμότο, που είναι καταπληκτικός και έκανε απίστευτη δουλειά γνώριζε πολύ καλά την ιστορία της Μιναμάτα, ενώ και ο ίδιος έχει ταχθεί εναντίον της απληστίας των επιχειρήσεων και της βιομηχανικής μόλυνσης. Αντίστοιχα, ο διευθυντής φωτογραφίας της ταινίας, ο Μπενουά Ντελόμ, τρέφει μεγάλο θαυμασμό στον Γιουτζίν Σμιθ. Επίσης, όλοι είμαστε θαυμαστές του ιαπωνικού σινεμά. Έτσι, απ’ όταν ξεκινήσαμε να δουλεύουμε για την ταινία ήμασταν όλοι απολύτως συντονισμένοι. Και παρότι δεν υπήρχε κάποια πίεση χρόνου ο ενθουσιασμός μας να κάνουμε αυτήν την ταινία μάς έδινε κίνητρο και ταχύτητα. Θέλαμε να είναι ειλικρινές και αυθεντικό. Από τη μία να αποτυπώνει τα συναισθήματα των ανθρώπων που έζησαν την καταστροφή κι από την άλλη να αποτυπώνει την ουσία της ματιάς αυτού του τόσο μεταμορφωτικού καλλιτέχνη, του Γιουτζίν Σμιθ.

Ωστόσο, και λόγω της πανδημίας, παρότι η ταινία γυρίστηκε πολύ γρήγορα, χρειάστηκε να περιμένουμε σχεδόν δύο χρόνια ώσπου να συναντηθεί με το κοινό.

Η Αϊλίν Σμιθ (χήρα του φωτογράφου Γιουτζίν Σμιθ, που στην ταινία την υποδύεται η Μινάμι) βοήθησε στα στάδια της έρευνας και της υλοποίησης;

Η Αϊλίν ήταν στο πλάι μου από την πρώτη στιγμή. Πιθανόν μόνο ο ψυχολόγος της να γνωρίζει περισσότερα από μένα για εκείνην και τη ζωή της. Ήξερε από την αρχή ότι σε μία ταινία δύο ωρών, και με πολλούς χαρακτήρες, δεν μπορούν να ειπωθούν όλα. Ωστόσο εγώ, ως σκηνοθέτης, έπρεπε να μάθω τα πάντα για εκείνην, τον Γιουτζίν, τον κόσμο που συνάντησαν στην Ιαπωνία, τις σχέσεις τους, τον τρόπο ζωής τους, την αλήθεια τους. Και μου εμπιστεύθηκε πράγματα που δεν θα έλεγα στην οθόνη αλλά θα με βοηθούσαν να χτίσω καλύτερα τους χαρακτήρες και να πω την ιστορία τους. Εκείνη με συνόδεψε στη Μιναμάτα, συναντήσαμε ασθενείς της νόσου και τις οικογένειές τους και έκανε τη διερμηνέα μου. Κατά κάποιο τρόπο ένιωθα ότι περπατάω στα βήματα του Γιουτζίν Σμιθ γιατί ακριβώς το ίδιο είχε κάνει και για εκείνον. Οπότε διάβασε περίπου είκοσι εκδοχές του σεναρίου, μέχρι αυτό να τελειοποιηθεί, μας έδινε συμβουλές, πιθανόν να μιλούσα μαζί της κάθε μέρα για έναν ολόκληρο χρόνο. Μας επισκέφθηκε στα γυρίσματα και ακόμη και μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων, στο μοντάζ, της έδειχνα υλικό και ζητούσα την γνώμη της. Ήταν πολύ σημαντική η βοήθειά της.

«Είναι ένα πραγματικό δώρο να δουλεύει κανείς με τον Τζονι. Είναι τρομερά δοτικός άνθρωπος. Ίσως πιο πολύ απ’ όσο θα έπρεπε»

Πόσο εύκολο ήταν να αναπαραστήσετε τη Μιναμάτα του 1971;

Η αλήθεια είναι ότι πήγαμε στην Ιαπωνία να αναζητήσουμε τοποθεσίες και διαπιστώσαμε ότι τα τελευταία 50 χρόνια η χώρα έχει αλλάξει τόσο που δεν υπήρχε τίποτα που να θυμίζει τη δεκαετία του ’70. Σκέφτηκα ότι υπάρχουν σημεία στην Ευρώπη που θυμίζουν πιο πολύ Ιαπωνία του ’70 απ’ ότι η Ιαπωνία του σήμερα. Έτσι θυμήθηκα κάποιες τοποθεσίες που είχα επισκεφθεί όταν έκανα την παραγωγή της ταινίας «Το Λευκό Κοράκι», σε σκηνοθεσία Ρέιφ Φάινς, μία ταινία για τον Ρούντολφ Νουρέγιεφ. Είχαμε γυρίσει μεγάλο μέρος της ταινίας στο Βελιγράδι και τότε είχα ταξιδέψει και στο Μαυροβούνιο. Η τοπογραφία θύμιζε πολύ τη Μιναμάτα. Στο Βελιγράδι υπάρχουν εργοστάσια από τη δεκαετία του ’70, ακόμη και από πιο παλιά. Έτσι πήρα όλους μου τους συνεργάτες, και άλλους επαγγελματίες από τη Σερβία και το Μαυροβούνιο που γνώριζα ήδη, και χτίσαμε εκεί τη Μιναμάτα. Είμαι πολύ τυχερός γιατί η Αϊλίν, και ο Γιουτζίν και άλλοι φωτογράφοι είχαν καταγράψει τόσο υλικό από κάθε σπίτι, κάθε τοποθεσία, κάθε ρούχο και είχα πρόσβαση σε όλο αυτό το αρχείο. Από το Κέντρο Δημιουργικής Φωτογραφίας (Center for Creative Photography) της Αριζόνα μου έδωσαν περίπου 30.000 φωτογραφίες, και αφού μελέτησα όλο αυτό το θησαυρό, χτίσαμε ένα πιστό αντίγραφο της πόλης Μιναμάτα στο Μαυροβούνιο, η οποία είναι ακόμη εκεί. Όχι όπως στο Χόλιγουντ που φτιάχνουν ψεύτικα σπίτια που λειτουργούν μόνο για τις ανάγκες μιας ταινίας. Εδώ μιλάμε για κανονικά σπίτια! Ήταν απίστευτο!

Ωστόσο, χρειάστηκε να πάρω και κάποια πλάνα από τη Μιναμάτα αλλά κυρίως να πάρω τον ήχο. Μία ολόκληρη ομάδα ηχοληπτών ταξίδεψαν στην Ιαπωνία για να καταγράψουν πραγματικό ήχο από τα πουλιά, το νερό, τα πάντα, γιατί αυτά δεν έχουν αλλάξει.

Διαβάστε εδώ την παρουσίαση της ταινίας Minamata από το Cinemagazine.gr

Στην ταινία συμμετέχουν ασθενείς της νόσου Μιναμάτα;

Είναι πολύ περίεργο αυτό που συμβαίνει γιατί έχει δύο πλευρές. Από τη μία τα καλύτερα σχόλια που έχω λάβει και κάτι για το οποίο είμαι πραγματικά περήφανος είναι ότι όποιος δει την ταινία πιστεύει ότι συμμετέχουν πραγματικοί ασθενείς της νόσου και με ρωτούν πώς ήταν να δουλεύω μαζί τους. Ωστόσο, μιλάμε απλώς για σπουδαίους ηθοποιούς και σπουδαίους συνεργάτες που έφτιαξαν τα πρόσθετα επιθέματα που χρησιμοποιήθηκαν για τα σώματα. Από την άλλη το γεγονός ότι είναι όλα τόσο πειστικά αφαιρεί λίγη από την αναγνώριση του ταλέντου αυτών των απίστευτων ηθοποιών γιατί κανείς δεν αντιλαμβάνεται πόσο δύσκολο είναι να παίξει κάποιος έναν τέτοιο ρόλο.

«Δυτυχώς πια οι άνθρωποι είναι ένοχοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου»

Βέβαια συνάντησα και πραγματικούς ασθενείς πριν κάνω την ταινία. Πήγα στη Μιναμάτα και ζήτησα την άδειά τους να πω την ιστορία τους. Μίλησα μαζί τους, κατέγραψα μαρτυρίες από ασθενείς και συγγενείς τους και με βοήθησαν να κατανοήσω βαθιά τα συναισθήματά τους. Ήταν πολύ σημαντικό για μένα να ξέρω ότι αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν να κάνω αυτήν την ταινία. Και μετά από τόσα χρόνια ήταν πολύ χαρούμενοι, πρωτίστως γιατί πίστευαν ότι ίσως, με αυτόν τον τρόπο, να μην ξανασυμβεί κάτι αντίστοιχο και να μην υποφέρουν άλλοι άνθρωποι όσο εκείνοι.

Το 1971 ήταν οι φωτογραφίες του Γιουτζίν Σμιθ που ξεκίνησαν ένα ολόκληρο κίνημα και κατάφεραν να εγείρουν το ενδιαφέρον του κοινού. Το 2021 μπορεί να κάνει κάτι αντίστοιχο ο κινηματογράφος;

Ως καλλιτέχνης και ως σκηνοθέτης πιστεύω ότι ο κινηματογράφος είναι η τελευταίας μας ελπίδα. Είτε σε ένα χωριό των Μασάι είτε στην Ινδία, μπορεί να έχει πρόσβαση κάποιος σε κινηματογραφικό περιεχόμενο. Αντίθετα, για να δει κανείς μία εικαστική έκθεση πρέπει να επισκεφθεί ένα συγκεκριμένο μουσείο. Πλέον η πρόσβαση του κόσμου στο κινηματογραφικό προϊόν –ακόμη και από κινητό- είναι άμεση. Και σίγουρα, οι ειδήσεις, το διαδίκτυο, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, είναι δυστυχώς γεμάτα σκουπίδια. Όμως οι ταινίες, αν έχει γίνει σωστά οι δουλειά όσων τις έκαναν, έχουν την δυνατότητα να φτάσουν παντού και να αγγίξουν κάθε άνθρωπο. Δεν χρειάζεται να έχουν διδακτικό ή ηθικοπλαστικό περιεχόμενο, αρκεί να είναι γνήσιο και ανθρωπιστικό και θα παροτρύνει τους ανθρώπους να βγουν λίγο από την δική τους ζωή και να γίνουν ένα με μία μεγαλύτερη κοινότητα.

Ο τίτλος της εικαστικής έκθεσης που παρουσιάζεται μέχρι τις 28 Νοεμβρίου στο ίδρυμα Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή είναι μία φράση του Γιουτζίν Σμιθ «Ας γίνει η αλήθεια προκατάληψη». Υποσυνείδητα, ή μοιραία, μοιάζει να συνδέεται με την υπόθεση του Τζονι Ντεπ. Πώς θα σχολιάζατε το γεγονός ότι δεν έχει ξαναδουλέψει στο σινεμά από το «Μιναμάτα» και μετά;

Φυσικά και συνδέεται άμεσα με τον Τζόνι, καθώς και οι δύο ορίζουμε τον κινηματογράφο με μη κινηματογραφικούς όρους. Από την πρώτη μας κιόλας συζήτηση κάναμε αναφορές στη λογοτεχνία, την ζωγραφική και τη μουσική για να μιλήσουμε για ιδέες, συναισθήματα ακόμη και για θέματα τα οποία θέλαμε να εξερευνήσουμε ή να εντάξουμε στην ταινία. Ο Τζόνι είναι καταπληκτικός μουσικός και ζωγράφος και ηθοποιός προφανώς. Ζει μία πολύ «πλούσια» ζωή, καλλιτεχνικά μιλώντας, και κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να είναι στο σινεμά για πολλά χρόνια ακόμη. Ανυπομονώ να ξαναδουλέψω μαζί του.

Δυστυχώς ζούμε σε μία πολύ περίπλοκη εποχή που ενώ από τη μία έχουν εξελιχθεί πολύ οι κοινωνίες μας και είναι πολύ θετικό ότι βλέπουμε τα πράγματα πια πολύ διαφορετικά, από την άλλη οι άνθρωποι είναι ένοχοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου. Κι αυτό είναι οπισθοχώρηση. Σίγουρα δεν γνωρίζω τι συμβαίνει στο σπίτι των άλλων. Ούτε των πιο οικείων μου. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Αλλά είναι πολύ απογοητευτικό όταν στο βωμό της μηχανής του Χόλυγουντ, που εμμονικά θέλει να παράγει μεγάλους στάρ, δεν δίνεται κανένα δικαίωμα για ελαφρυντικά και καταστρέφονται ζωές. Σαν κοινωνία θα πρέπει να είμαστε πιο ευαίσθητοι με τις εμπειρίες των άλλων. Πιστεύω απλώς ότι θα πρέπει να ζούμε και να δουλεύουμε με αγάπη, ενσυναίσθηση και ευγένεια και να βλέπουμε τα γεγονότα στο πλαίσιο και με την πρόθεση που έχουν συμβεί.

Τα μόνα δύο πράγματα που έχουν οι άνθρωποι για να ξεχωρίζουν από τα ζώα είναι το γέλιο και η ελπίδα. Και τα δύο απαιτούν την ανθρώπινη επαφή. Σίγουρα πρέπει να είμαστε σοβαροί και αυστηροί με κάποιες καταστάσεις, όμως κάποιες άλλες φορές, ίσως χρειάζεται να είμαστε λίγο πιο συμπονετικοί και να αναζητήσουμε ξανά το χαμόγελό μας. Δεν κάνω κωμωδίες όμως πάντα αναζητώ και στη ζωή και στις ταινίες μου εκείνες τις ιδέες που αναδεικνύουν την χαρά και την ελπίδα στην ανθρωπότητα. Και στο «Μιναμάτα» μπορεί να κλάψει κανείς αλλά και θα γελάσει και θα φύγει πιο αισιόδοξος και με μεγαλύτερη πίστη στη δύναμη του ανθρώπου. Απλώς πιστεύω ότι διανύουμε μία δύσκολη περίοδο που πρέπει να ξαναθυμηθούμε κάποιες αξίες.

Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τζόνι Ντεπ;

Είναι ένα πραγματικό δώρο να δουλεύει κανείς με τον Τζόνι. Δεν έβγαλε καθόλου χρήματα από την ταινία. Καθοδηγούταν μόνο από το πάθος του και γι’ αυτό το «Μιναμάτα» δεν μοιάζει με καμία ταινία από αυτές που έχει κάνει. Είναι τρομερά δοτικός άνθρωπος. Ίσως πιο πολύ απ’όσο θα έπρεπε. Όταν ήμασταν στην Σερβία πήγαινε κρυφά μετά τα γυρίσματα για να επισκεφθεί νοσοκομεία όπου νοσηλεύονταν παιδιά. Χωρίς κάποια δημοσιότητα ή για άλλους λόγους που δυστυχώς πολλοί κάνουν αντίστοιχα πράγματα. Και δούλευε με απίστευτη αφοσίωση στην ταινία.

Και οι άλλοι ηθοποιοί φυσικά. Κανένας τους δεν έλειπε από τα γυρίσματα. Όλοι οι ηθοποιοί, και ο Τζόνι, τις ημέρες που δεν είχαν γύρισμα έρχονταν στο σετ. Ήθελαν να είναι παρόντες. Και νομίζω αυτή η ομαδικότητα και η αγάπη περνάει και στην ταινία, μόνο και μόνο επειδή όλοι ήταν εκεί. Είναι μεθυστικό το συναίσθημα όταν νιώθεις ότι ως καλλιτέχνης κάνεις κάτι που έχει νόημα και το μοιράζεσαι με μία ομάδα που συνδέεται απόλυτα.

Έχετε βρει την ιδέα για την επόμενη ταινία; Ανυπομονείτε να ξεκινήσετε;

Μάλλον κάνω υπομονή γιατί, λόγω της πανδημίας, είναι πολύ δύσκολο να κάνω μία ταινία όπως τη θέλω. Με όλη την ομάδα παρούσα. Θέλω λίγα άτομα που να μπορούν να είναι κοντά σε όλα τα επίπεδα και αυτή τη στιγμή οι συνεργάτες μου βρίσκονται σε όλο τον κόσμο. Ίσως καταφέρω να ξεκινήσω την επόμενη χρονιά. Όσο για την ιδέα για μένα δεν υπάρχει μανιέρα ή συγκεκριμένος χαρακτήρας. Όπως αλλάζω εγώ, αλλάζουν και οι περιοχές που κινούνται τα ενδιαφέροντά μου και οι ιδέες με τις οποίες θα ήθελα να καταπιαστώ σε επόμενες ταινίες.