O Βραζιλιάνος Μαρσέλο Γκόμες σκηνοθετεί κάπου ανάμεσα στα όρια της μυθοπλασίας και της βιογραφίας την ιστορία ενός εθνικού ήρωα της Βραζιλίας, και παρότι κάνει γρήγορα κατανοητές της προθέσεις του, δεν καταφέρνει σχεδόν ούτε στο ελάχιστο να μας εμπλέξει στο δραματικό χρονικό των γεγονότων που καταγράφει
Όντας μέρος του Διεθνούς Διαγωνιστικού Προγράμματος του 67ου Φεστιβάλ του Βερολίνου, το «Χοακίμ» αποτελεί την τελευταία κινηματογραφική δημιουργία του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Μαρσέλο Γκόμες, που αναλαμβάνει να ρίξει φως στη ζωή του Βραζιλιάνου επαναστάτη Χοακίμ Χοσέ Μαρία Ξαβιέ, γνωστού και ως «Τιραντέντες» (στα πορτογαλικά σημαίνει «αυτός που βγάζει δόντια, ο οδοντίατρος»), ο οποίος πρωτοστάτησε στους ένοπλους αγώνες της ανεξαρτησίας της Βραζιλίας από την πορτογαλική αποικιοκρατία στα τέλη του 18ου αιώνα.
Η έναρξη της ταινίας σε πιάνει κυριολεκτικά από το λαιμό, αφού το σταθερό καδράρισμα ενός κομμένου κεφαλιού μπροστά από μια καθολική εκκλησία, και η ταυτόχρονη πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ίδιου του ήρωα, προμηνύουν μια συνέχεια που αν μη τι άλλο θα επιχειρήσει να εξιχνιάσει την αμφίσημη προσωπικότητα ενός ιστορικού προσώπου που έως σήμερα «διδάσκεται ακόμη και στα σχολεία». Στην ουσία, αυτό φαντάζει και ως τελικός στόχος της σκηνοθετικής νοηματικής γραμμής, όμως δυστυχώς, ο σεναριακός ειρμός και κυρίως η συναισθηματική συσχέτιση με το βασικό εργαλείο εξέλιξης της πλοκής, μοιάζουν να χάνονται κάπου στην πορεία.
Καθώς η ανησυχία του πορτογαλικού στέμματος για όλο και μεγαλύτερη μείωση των κοιτασμάτων χρυσού στην αποικιοκρατούμενη Βραζιλία όλο και μεγαλώνει, η καταπίεση των ιθαγενών από τους ξενόφερτους στρατιωτικούς ηγεμόνες τους εντείνεται, φτάνοντας στα όρια της ανθρώπινης επιβίωσης. Η αχανής και γεμάτη άγριες ζούγκλες χώρα διοικείται από εντεταλμένος αξιωματικούς που εκμεταλλεύονται τον φυσικό πλούτο, υποστηριζόμενοι από κατώτερου βαθμού (όπως φυσικά και κοινωνικής θέσης) γηγενείς πολιτοφύλακες.
Ένας τέτοιος υπολοχαγός είναι και ο κεντρικός χαρακτήρας του φιλμ ο οποίος, περιμένοντας μάταια κάποια προαγωγή, περνά τον καιρό του κυνηγώντας λαθρέμπορους χρυσού, εκτελώντας χρέη οδοντιάτρου (η σκηνή μιας αυτοσχέδιας εξαγωγής δοντιού είναι κάτι παραπάνω από παραστατική) και κάνοντας σεξ με μια μαύρη σκλάβα, στην οποία υπόσχεται διαρκώς ότι θα βρει τα χρήματα για να την αγοράσει από τον βάναυσο ιδιοκτήτη της. Μια εξαντλητική εξόρμηση στα βάθη της ζούγκλας προς αναζήτηση νέων φλεβών πολύτιμων μετάλλων όμως, θα εξωθήσει τον εμμονικό με τον πλούτο αντιήρωα στη συνειδητοποίηση της αδικίας και της βαρβαρότητας του αποικιοκρατικού καθεστώτος, ξεσκεπάζοντας ολοκάθαρα τον μηχανισμό μιας συστηματικής καταπίεσης των πλουσίων και ευγενών εις βάρος των φτωχών και αδυνάτων.
«Αυτή η χώρα απαρτίζεται από ληστές, διεφθαρμένους και τεμπέληδες. Εγώ ανήκω και στις τρεις κατηγορίες» εκμυστηρεύεται κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής. Εκεί ακριβώς μοιάζει να βρίσκεται και το θεματικό επίκεντρο της ημι-βιογραφικής ταινίας του Γκόμες, που εντοπίζει στην ραγδαία ιδεολογική αλλαγή του Χοακίμ μια οπορτουνιστική συμπεριφορά ενός ανθρώπου που μπορεί πολύ εύκολα να μεταπηδήσει από το ένα στρατόπεδο στο άλλο, μόνο και μόνο γιατί εκεί θεωρεί ότι του προσφέρονται περισσότερα. Όσο όμως και αν αυτή η εννοιολογική διαστάση ακούγεται ενδιαφέρουσα, το αργό τέμπο και κυρίως οι χωρίς καμία αιτία πλατειασμοί που στελεχώνουν τη μεταβατική δεύτερη πράξη, κάνουν το φιλμ ανούσια δυσκίνητο και παράλογα επουσιώδες, αφού στο τέλος η αφήγηση μοιάζει να τρέχει για να προλάβει να πει αυτά που θέλει, πριν πέσουν οι τίτλοι του φινάλε.
Μαζί με όλα τ’ άλλα, ιδιαίτερη αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι το «Χοακίμ» παραμένει ψυχρό και αποστασιοποιημένο σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκειά του, δίχως να καταφέρνει να σε βυθίσει στη ζοφερή ιστορική του πραγματικότητα η οποία συνιστά αδιάσειστα μια από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες του ένοπλου ξεσηκωμού των Αφρικάνων σκλάβων, Ινδιάνων ιθαγενών και όλων των υπόλοιπων αυτοχθόνων λαών της Βραζιλίας εναντίον των Ευρωπαίων δυναστών τους. Παρόλο που μια σκηνή καταφέρνει να μείνει συγκλονιστικά αξέχαστη (η στιγμή όπου ένας Αφρικανός και ένας Ινδιάνος σκλάβος ενώνουν τους ρυθμούς και τις φωνές τους σε ένα σπαρακτικά ακατανόητο τραγούδι που κατορθώνει να χαράξει πολύ βαθιά) το υπόλοιπο κινηματογραφικό δημιούργημα του Μαρσέλο Γκόμες, μοιάζοντας να απομακρύνεται συστηματικά από την ουσία, μάλλον πρόκειται να περάσει απαρατήρητο.
Διαβάστε ακόμη:
Berlinale 2017: Φαίνεται ότι ο «Λόγκαν» φύλαγε το καλύτερο για το τέλος
Berlinale 2017: Στην «Άλλη Πλευρά της Ελπίδας», ο κόσμος μας χωράει όλους
Berlinale 2017: «Have a Nice Day» αν μπόρεις...
Berlinale 2017: To «Bar» του Άλεξ ντε λα Ιγκλέσια είναι μια γκροτέσκα πρόποση
Berlinale 2017: Το «Ana, Mon Amour» είναι μια σπουδαία, μπεργκμανική ενδοσκόπηση στα ψυχοσυναισθηματικά αδιέξοδα
Berlinale 2017: Η Κατρίν Ντενέβ σε ερμηνευτική φόρμα για το «Sage Femme»
Berlinale 2017: Και τι έγινε που βρέθηκες «On the Beach at Night Alone»;
Berlinale 2017: «Επιστροφή στο Μόντοκ» για τον Φόλκερ Σλέντορφ, αλλά όχι για το κοινό
Berlinale 2017: «Χοακίμ» ή αλλιώς ανιαρά μαθήματα λατινοαμερικάνικης ιστορίας
Berlinale 2017: Καλωσήρθατε στον κόσμο του ιδιοφυή Άλεξ Μακντάουελ
Berlinale 2017: «Δεν θέλω πολλά, απλά να αλλάξω τον κόσμο»
Berlinale 2017: Ο Γιόζεφ Μπόις μέσα απ’ τον ίδιο
Berlinale 2017: To «Lost City of Z» είναι μια θεαματική εξωτική περιπέτεια χωρίς... θέαμα
Berlinale 2017: «Wild Mouse», βόλτα σε λούνα παρκ με λίγο γέλιο
Berlinale 2017: Τραγουδώντας στα συντρίμμια και αναζητώντας την χαμένη «Ευτυχία»
Berlinale 2017: Τα σπάει το «Πάρτι» της Σάλι Πότερ
Berlinale 2017: «Θα πήγαινα στο κρεβάτι με όλους και όλες»
Berlinale 2017: «Call me by Your Name», το cinemag είδε πρώτο το μικρό αριστούργημα του Λούκα Γκουαντανίνο
Berlinale 2017: (Απλά) χαζεύοντας την off ομορφιά του «Pokot»
Berlinale 2017: Η «Φανταστική Γυναίκα» του Σεμπαστιάν Λέλιο είναι μία φανταστική ταινία
Berlinale 2017: Ο Τζέφρι Ρας ζωγραφίζει στο «Final Portrait»
Berlinale 2017: Τζίλιαν Άντερσον και Χιου Μπόνβιλ φέρνουν το «Downton Abbey» στην Ινδία
Berlinale 2017: Υποκύπτοντας στη γοητεία του «On Body and Soul»
Berlinale 2017: Choose a sequel? Είδαμε το «T2 Trainspotting»
Berlinale 2017: Προσκεκλημένοι σε ένα «Δείπνο» που μπουχτίζει
Berlinale 2017: «Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει κάνει ένα τρομερό έγκλημα»
Berlinale 2017: «Δεν θα χωρίζουν τους ανθρώπους τείχη»
Berlinale 2017: Τα άναρχα blues του «Django» έτοιμα να ξεσηκώσουν το Βερολίνο
Berlinale 2017: Για ποιες ταινίες ανυπομονούμε!
Ο Πολ (Βερχόφεν) και... εκείνοι! Ανακοινώθηκε η Κριτική Επιτροπή της Berlinale 2017
Το «Hiwa» της Ζακλίν Λέντζου στο διαγωνιστικό τμήμα της φετινής Berlinale!
Η φετινή Berlinale ανοίγει μουσικά με «Django»